ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ. Αραβικά κράτη ενθαρρύνει η Ουάσιγκτον προκειμένου να συμμετέχουν σε ειρηνευτική δύναμη που θα αναπτυχθεί στη Γάζα μετά τη λήξη των ισραηλινών στρατιωτικών επιχειρήσεων, σε μια προσπάθεια αναπλήρωσης του κενού που δημιουργεί η απουσία αξιόπιστης παλαιστινιακής δύναμης ασφαλείας στη Λωρίδα. Το σχέδιο έχουν συζητήσει οι ΗΠΑ με αραβικά κράτη, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times. Η Αίγυπτος, τα Εμιράτα και το Μαρόκο εξετάζουν την πρόταση, με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να εμφανίζεται απρόθυμος να αναπτύξει αμερικανικά στρατεύματα στη Γάζα.
«Τα αραβικά κράτη επιθυμούν η πολυεθνική δύναμη να βρίσκεται υπό αμερικανική διοίκηση και η Ουάσιγκτον προσπαθεί τώρα να βρει τρόπο να το κάνει, χωρίς την παρουσία Αμερικανών στρατιωτών στο έδαφος. Οι χώρες που έχουν βολιδοσκοπηθεί θέλουν, όμως, οι ΗΠΑ να αναγνωρίσει πρώτα το παλαιστινιακό κράτος», είπε Δυτικός αξιωματούχος.
Αλλα κράτη της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία, έχουν απορρίψει την πρόταση ανάπτυξης στρατιωτών τους στη Γάζα, φοβούμενες ότι θα αντιμετωπιστούν ως συνεργοί του Ισραήλ. Ολα τα κράτη, όμως, έχουν γίνει πιο ευεπίφορα στην ιδέα διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης για τη Γάζα.
Αγνωστο παραμένει αν το Ισραήλ θα αποδεχθεί τέτοια πρόταση, καθώς η κυβέρνηση Νετανιάχου συνεχίζει να μην αποκαλύπτει τα σχέδιά της για την επόμενη ημέρα στη Γάζα, αλλά ούτε και για τη διάρκεια της συνεχιζόμενης στρατιωτικής της επιχείρησης. Την Κυριακή, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Αντονι Μπλίνκεν είπε ότι η Ουάσιγκτον «εργάζεται εδώ και πολλές εβδομάδες για την εκπόνηση αξιόπιστων σχεδίων για την ασφάλεια, τη διακυβέρνηση και την ανοικοδόμηση της Γάζας. Δεν έχουμε δει το ίδιο από την ισραηλινή πλευρά».
Ο Νετανιάχου επιμένει ότι το Ισραήλ πρέπει να διατηρήσει την ευθύνη της ασφάλειας στη Λωρίδα της Γάζας, απορρίπτοντας με πάθος κάθε πρόταση συμμετοχής της Δύσης ή της Παλαιστινιακής Αρχής στη διαχείριση της περιοχής.
Ορισμένοι Ισραηλινοί αξιωματούχοι, όπως ο υπουργός Αμυνας Γιοάβ Γκαλάντ, έχουν εκφράσει τη στήριξή τους σε διεθνή ειρηνευτική παρουσία στη Γάζα μετά τον πόλεμο. «Το Ισραήλ αρνείται να συζητήσει το θέμα. Τα αραβικά κράτη λένε ότι η Δύση πρέπει να αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος, αλλά ελάχιστα είναι τα δυτικά κράτη που εμφανίζονται έτοιμα να το κάνουν», λέει Αμερικανός αξιωματούχος.
Τα αραβικά κράτη επιμένουν ότι για να διασφαλιστεί βιώσιμη λύση στην κρίση, οι ΗΠΑ και η Δύση πρέπει να ασκήσουν πίεση στο Ισραήλ προκειμένου το Τελ Αβίβ να λάβει μη αναστρέψιμες πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της λύσης των δύο κρατών. Ως μέρος της διαδικασίας, τα κράτη αυτά επιθυμούν η Γάζα να διοικείται από αναμορφωμένη παλαιστινιακή ηγεσία, υπεύθυνη για τη Δυτική Οχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Η αδυναμία και η έλλειψη αξιοπιστίας της Παλαιστινιακής Αρχής, όμως, δυσχεραίνουν τον στόχο αυτό.
Δυτικοί αξιωματούχοι ανέφεραν στους Financial Times ότι ο ΟΗΕ έχει συστήσει τη διατήρηση της υπάρχουσας αστυνομικής δύναμης της Γάζας, με τις δυνάμεις ασφαλείας της Ραμάλα να εμπλέκονται στη δεύτερη φάση της ανοικοδόμησης.
«Τα σχέδια αυτά είναι ιδιαίτερα δύσκολα, δεδομένων των περιορισμών και της ανάγκης η Χαμάς να συναινέσει σ’ αυτά. Το άλλο θέμα είναι οι αμφιβολίες για τον διεθνή χαρακτήρα της ειρηνευτικής δύναμης, καθώς οι ΗΠΑ και κανένα δυτικό κράτος δεν μοιάζει πρόθυμο να στείλει στρατό εκεί», προσέθεσε ο Δυτικός αξιωματούχος.
Την προθυμία της να συμμετέχει σε πολυεθνική αραβική δύναμη στη Γάζα εξέφρασε το Μπαχρέιν, με τη Μανάμα να εκδηλώνει ενδιαφέρον να αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στη μεταπολεμική διακυβέρνηση της Λωρίδας.
Πίεση Μπλίνκεν και Γκάλαντ στον Νετανιάχου
Το Ισραήλ οφείλει να παρουσιάσει ένα «ξεκάθαρο και συγκεκριμένο σχέδιο» για τη διακυβέρνηση της Γάζας μετά το τέλος του πολέμου, δήλωσε χθες ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, επαναλαμβάνοντας ότι οι ΗΠΑ αντιτίθενται σε οποιαδήποτε σκέψη για κατοχή της Λωρίδας από τον ισραηλινό στρατό.
«Δεν υποστηρίζουμε και δεν θα υποστηρίξουμε την ισραηλινή κατοχή. Φυσικά, δεν υποστηρίζουμε ούτε τη διακυβέρνηση της Γάζας από τη Χαμάς… Επίσης, δεν μπορούμε να έχουμε αναρχία και ένα κενό εξουσίας που είναι πιθανό να καλυφθεί από το χάος», σημείωσε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας από το Κίεβο, όπου πραγματοποιούσε επίσκεψη.
Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου έσπευσε να απορρίψει τις συστάσεις του Μπλίνκεν, επιμένοντας ότι «όλες οι συζητήσεις για την “επόμενη ημέρα” είναι κενές περιεχομένου όσο η Χαμάς εξακολουθεί να παραμένει ακέραια». Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός είπε ότι έκανε προσπάθειες προκειμένου να «επιλυθεί το σύνθετο αυτό πρόβλημα» (της μελλοντικής διακυβέρνησης της Γάζας) και ότι «ορισμένες από αυτές έμειναν μυστικές, όπως και θα έπρεπε», αλλά δεν έχουν αποδώσει μέχρι στιγμής καρπούς λόγω της «τρομοκρατίας» που ασκεί η Χαμάς. Σε μια έμμεση αλλά σαφή αναφορά του στην Παλαιστινιακή Αρχή, διεμήνυσε ότι «δεν θα δεχθούμε την εγκατάσταση ενός τρομοκρατικού κράτους, από το οποίο θα μπορούν να μας επιτίθενται με ανανεωμένο δυναμισμό».
Λίγο αργότερα, όμως, τη σκυτάλη του Μπλίνκεν πήρε ο υπουργός Αμυνας του Ισραήλ, Γιόαβ Γκάλαντ. Στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που μεταδόθηκε από το εθνικό τηλεοπτικό δίκτυο, εξέφρασε τη διαφωνία του με το ενδεχόμενο στρατιωτικής κατοχής στη Γάζα και κάλεσε τον Νετανιάχου να λύσει το πολιτικό πρόβλημα σχετικά με το μελλοντικό καθεστώς της Λωρίδας.
«Καλώ τον πρωθυπουργό να ανακοινώσει ότι το Ισραήλ δεν θα εξουσιάζει τη Γάζα με στρατιωτικά μέσα. Πρέπει να εγκατασταθεί μια εναλλακτική διακυβέρνηση στη θέση της Χαμάς. Η αναποφασιστικότητα στο θέμα αυτό θα υπονομεύσει τα στρατιωτικά μας κέρδη», τόνισε ο Γκάλαντ και προειδοποίησε ότι η στρατιωτική κατοχή της Γάζας θα σημάνει μακρά εμπλοκή, με σοβαρό κόστος σε ανθρώπινες ζωές, αποπροσανατολίζοντας το εβραϊκό κράτος από τα άλλα, σοβαρότερα προβλήματα της Χεζμπολάχ και του Ιράν. Προσέθεσε, δε, ότι έχει θέσει το θέμα της διακυβέρνησης της Γάζας εδώ και καιρό στην κυβέρνησή του, όμως, δεν έχει λάβει απάντηση.
Το Ισραήλ εννοεί να επιτεθεί και στην Ανατολία και η Χαμάς είναι η αμυντική εμπροσθοφυλακή της Τουρκίας, δήλωσε ο Ερντογάν.
Ο Γιόαβ Γκάλαντ προέρχεται από το κόμμα Λικούντ του Νετανιάχου, αλλά ήρθε σε σύγκρουση μαζί του (μάλιστα, είχε εκδιωχθεί για ένα διάστημα από την κυβέρνηση) με αφορμή το επίμαχο θέμα της αλλαγής της νομοθεσίας ώστε να καταστεί υποχρεωτική η στρατιωτική θητεία των υπερορθόδοξων – κάτι που ο Γκάλαντ υποστηρίζει, ενώ ο Νετανιάχου όχι. Χθες επανήλθε σε αυτό το ζήτημα, λέγοντας ότι οποιαδήποτε νέα πρόταση του Νετανιάχου γι’ αυτό το ζήτημα πρέπει να εξασφαλίσει ευρύτερη συναίνεση, μεταξύ άλλων και του κεντρώου Μπένι Γκαντς, εκ των ηγετών της αντιπολίτευσης, που συμμετέχει στο ολιγομελές πολεμικό συμβούλιο.
Στην Τουρκία, ο Ταγίπ Ερντογάν εξαπέλυσε νέα, οξύτατη επίθεση εναντίον του Ισραήλ, υποστηρίζοντας ότι μετά τη Γάζα «αυτό το ανεξέλεγκτο, αυτό το τρομοκρατικό κράτος, αν δεν το σταματήσουν, θα βάλει στο στόχαστρο και την (τουρκική) Ανατολία». Ο Τούρκος πρόεδρος δικαιολόγησε την υποστήριξη που προσφέρει στη Χαμάς, εξηγώντας ότι «η Χαμάς είναι η εμπροσθοφυλακή της Ανατολίας στη Γάζα» και ότι «αγωνίζεται για την ανεξαρτησία της χώρας της, αλλά ταυτόχρονα υπερασπίζεται την Ανατολία».
Στη Ράφα, ο ισραηλινός στρατός είχε εισβάλει χθες σε τρεις ανατολικές συνοικίες της πόλης όπου διεξάγονταν σφοδρές μάχες με Παλαιστίνιους μαχητές, στη διάρκεια των οποίων σκοτώθηκε ένας Ισραηλινός στρατιώτης. Την ίδια ώρα, ισραηλινά τεθωρακισμένα προσπαθούσαν για δεύτερη ημέρα να προωθηθούν προς το κέντρο του προσφυγικού καταυλισμού της Τζαμπάλια, στη βόρεια Γάζα, αλλά συναντούσαν ισχυρή αντίσταση από μαχητές της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ.
Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου υποστήριξε χθες ότι το Ισραήλ απέφυγε την ανθρωπιστική καταστροφή που πολλοί στη Δύση φοβούνταν όταν ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις στη Ράφα και ισχυρίστηκε ότι σχεδόν μισό εκατομμύριο Παλαιστίνιοι εκκένωσαν τη ζώνη των επιχειρήσεων χωρίς να υπάρξουν μείζονα προβλήματα.
Στο μεταξύ, διεθνή πρακτορεία που επικαλούνται πηγές από το αμερικανικό Κογκρέσο ανέφεραν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν γνωστοποίησε σε στελέχη της Βουλής και της Γερουσίας την απόφασή της να προωθήσει μια νέα δόση της στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ, ύψους ενός δισ. δολαρίων. Θα πρόκειται για την πρώτη κίνηση αυτού του είδους ύστερα από την πρόσφατη απόφαση του προέδρου Μπάιντεν να αναστείλει μέρος της στρατιωτικής βοήθειας λόγω της ισραηλινής εισβολής στη Ράφα.