Ισοτελείς και ισότιμοι

2' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η φράση του κ. Μάκη Βορίδη στο κλείσιμο της ομιλίας του κατά την πρώτη ημέρα συζήτησης στη Βουλή για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ότι στον δρόμο που αυτή χάραξε «έχουμε μαζί μας όλους τους καλούς Ελληνες» αντικατόπτρισε το κλίμα ακραίας πολιτικής πόλωσης που επικράτησε στη Βουλή. Ταυτόχρονα, όμως, έφερε στον νου δυσάρεστες μνήμες από ένα μακρύ παρελθόν διχασμού. Αν υπάρχουν καλοί υπάρχουν και κακοί Ελληνες, και αυτό δεν είναι καλό ούτε για τους καλούς Ελληνες, διότι αποτελεί μια διάκριση που δημιουργεί συνειρμούς, και αντί να προσδώσει μεγαλύτερη έμφαση στη έννοια Ελληνας, επενεργεί αρνητικά και αφαιρεί τη λάμψη με την οποία θα την περιέβαλλε σε άλλες περιπτώσεις. Αποτελεί μια διαίρεση που αναμοχλεύει παλιά πάθη, ανάβει φωτιές από εκείνες που σβήνουν με βία, ξυπνά στις συνειδήσεις την ιδέα της σύγκρουσης. Το διχαστικό κλίμα δεν είναι παραγωγικό, είναι ολέθριο. Δεν οδηγεί σε μετασχηματισμό, αλλά σε αναποτελεσματικά απολιθώματα.

Σίγουρα οι «καλοί» Ελληνες είναι ένα επίθετο πιο ήπιο από εκείνα τα «γνήσιοι», «σωστοί», «αληθινοί», «πραγματικοί», «αυθεντικοί», «αγνοί» Ελληνες, τα οποία χρησιμοποιούσαν κατά κόρον σε εποχές ανελεύθερες άτομα άκαμπτα και εμπαθή στην προσπάθεια να υποστηρίξουν τους δογματισμούς τους. Είναι λιγότερο επιθετικό, πιο «στρογγυλό», μοιάζει με εγκωμιαστική προσφώνηση, όπου επιτρέπονται οι οριακές αλήθειες ή οι ευσεβείς πόθοι. Ομως ένας πολιτικός λόγος δεν είναι εύφημος μνεία, δίνει ιδεολογικό στίγμα, καθορίζει στρατόπεδα.

Ωστόσο ας υποθέσουμε ότι με το «καλοί Ελληνες» κάθε άλλο παρά υπήρχε η πρόθεση να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα πολιτικά πάθη. Οτι περισσότερο υπήρχε η διάθεση να περιγραφεί από τον ομιλητή το ιδεώδες εκείνο που κατά τη γνώμη του χαρακτηρίζει τους Ελληνες. Και πάλι, πώς αποδεικνύεται ο «καλός» (θα μπορούσε να είναι και ο «τίμιος», ο «εργατικός», ο «νομοταγής», ο «φιλότιμος» και πλήθος άλλοι χαρακτηρισμοί που, ανάλογα με το πνεύμα της εποχής, απονέμονται από τους Ελληνες στους Ελληνες); Ή αντίθετα, πώς αποκαλύπτεται ο «κακός» (θα μπορούσε να είναι και ο «απείθαρχος», ο «ιδιοτελής», ο «ασυνεπής», ο «φοροφυγάς» κ.ο.κ.); Το ποιος Ελληνας είναι ποιος είναι δύσκολο να το βρει κανείς, και σίγουρα ο διαχωρισμός δεν μπορεί να γίνει με κριτήριο την κομματική ταυτότητα («καλός» ο δικός μας, «κακός» ο αντίπαλος) ή την ψήφο. Ομοίως, είναι δύσκολο να καταλήξει κάποιος για την αφεντιά του ότι δεν ανήκει στους «καλούς».

Απ’ όλα τα παραπάνω συνάγεται ότι τα επίθετα με τα οποία συνήθως κοσμούν οι πολιτικοί τους Ελληνες πολίτες δεν περιέχουν καμιά αντικειμενική αλήθεια ούτε έχουν κάποια αποδεικτική αξία, παρά είναι γνώμη υποκειμενική.

Είτε μας εξυπηρετεί, λοιπόν, είτε όχι, καλό θα ήταν, αν δεν θέλουμε να εμφανιστούμε δεσποτικοί και απόλυτοι, να εγκαταλείψουμε τη χρήση κοσμητικών επιθέτων. Σε δημοκρατικές εποχές όχι μόνο είναι παρωχημένα και αχρείαστα αλλά και εξόχως οχληρά, εμπρηστικά. Ενα από τα πλεονεκτήματα της αστικής δημοκρατίας είναι ότι, τυπικά τουλάχιστον, δεν ενθαρρύνει το μοίρασμα των πολιτών σε κατηγορίες. Ολοι είναι ισοτελείς και ισότιμοι. Τελεία. Κάθε διαφορετική θεώρηση έρχεται από το έρεβος του παλαιού κακού, του διχασμού, σήμερα και πάλι όλο και πιο αδυσώπητου στην παρείσδυσή του, μονότονου στην εμμονή του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή