Μπαχ για ένα, και δύο, και τρία, και τέσσερα πληκτροφόρα

Μπαχ για ένα, και δύο, και τρία, και τέσσερα πληκτροφόρα

2' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία επιλογή από τα Κοντσέρτα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ για πληκτροφόρα όργανα παρουσίασαν στις 22 Φεβρουαρίου στην πρώην αίθουσα «Φίλων της Μουσικής» οι «Μουσικοί της Καμεράτας» υπό τη διεύθυνση του Μάρκελλου Χρυσικόπουλου. Μόλις δώδεκα ημέρες νωρίτερα, το ίδιο σύνολο υπό τον ίδιο τσεμπαλίστα – αρχιμουσικό, με σολίστ τη μεσόφωνο Ρομίνα Μπάσο, είχε παρουσιάσει έργα Βιβάλντι στην αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» του ΚΠΙΣΝ. Η σύγκριση είναι αναπόφευκτη και έχει ενδιαφέρον.

Προφανώς η μουσική του Βιβάλντι και μάλιστα η φωνητική, στην οποία επικεντρώθηκε η πρώτη συναυλία, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και συνεπώς χρήζει διαφορετικής αντιμετώπισης από τα κοντσέρτα του Μπαχ. Στην αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» ο ήχος των μουσικών της Καμεράτας ακουγόταν εξαιρετικά καθαρός, ακριβής και σαφής. Οι επιλογές δυναμικής του Χρυσικόπουλου είχαν ως αποτέλεσμα έναν ιδιαίτερα έντονο διάλογο, που χαρακτηριζόταν από ακραίες εντάσεις, στοιχείο το οποίο υπογράμμιζε τη δραματικότητα και τη θεατρικότητα της μουσικής. Αντίθετα, στο Μέγαρο Μουσικής όλα έμοιαζε να έχουν αμβλυνθεί, απουσίαζε κάθε οξύτητα, σχεδόν κάθε δραματική ένταση, και οι διακυμάνσεις δυναμικής ήταν περιορισμένες. Στο ομοιογενές αποτέλεσμα, το οποίο περιόριζε το ξεχωριστό προφίλ των έργων, συνέβαλε το γεγονός ότι από τα τέσσερα τσέμπαλα απουσίαζαν τα καπάκια, δηλαδή οι ανακλαστήρες. Συνεπώς, ο έτσι κι αλλιώς αδύναμος ήχος των συγκεκριμένων οργάνων αποδυναμωνόταν περαιτέρω, καθώς δεν κατευθυνόταν προς το ακροατήριο αλλά έφευγε προς την οροφή της αίθουσας. Σε αίθουσα με διαφορετική ακουστική, η εντύπωση θα ήταν διαφορετική.

Παρουσιάστηκαν δύο από τα επτά πλήρη Κοντσέρτα για τσέμπαλο (τα BWV 1054 και 1058), ένα από τα τρία Κοντσέρτα για δύο τσέμπαλα (BWV 1062), ένα από τα δύο για τρία τσέμπαλα (BWV 1063) και το μοναδικό που συνέθεσε ο Μπαχ για τέσσερα τσέμπαλα (BWV 1065). Τα έργα ανήκουν στα πρώτα του είδους για πληκτροφόρα όργανα και εκτιμάται ότι αρκετά από αυτά είναι μεταγραφές κοντσέρτων για άλλα όργανα, που δεν έχουν σωθεί. Προφανές πρότυπο αποτελούν ανάλογα έργα του Βιβάλντι, όπως το Κοντσέρτο του για τέσσερα βιολιά (RV 580), που εκδόθηκε το 1711, δηλαδή περίπου μία δεκαετία πριν αρχίσει ο Μπαχ να καταπιάνεται με το είδος.

Από τον τρόπο παραγωγής του ήχου και μόνο, οι εκφραστικές δυνατότητες του τσέμπαλου είναι πιο περιορισμένες σχετικά με εκείνες ενός σύγχρονου πιάνου – το παλαιότερο όργανο νύσσει τη χορδή, το νεότερο την κρούει. Ωστόσο, η εκφραστικότητα της μουσικής και το βαθύ συναίσθημα του Μπαχ, που δεν αποκαλύπτεται μόνο στα

«Κατά Ματθαίον Πάθη», αναβλύζει από την ίδια τη μουσική γραφή. Υπάρχει εξίσου η χαρά της ζωής ενός ανθρώπου ο οποίος θα αποκτούσε είκοσι παιδιά από δύο γάμους όσο και οι ανησυχίες που απέρρεαν από τον ήδη πλούσιο δημιουργικό του βίο. Παρά τους περιορισμούς που προαναφέρθηκαν, οι διαφορετικές αυτές όψεις αναδείχθηκαν από τους πέντε σολίστες, την Ελκε Ρομπερσόιτεν και τους Πάνο Ηλιόπουλο, Ιάσονα Μαρμαρά, Αλέξη Μαστιχιάδη και Γεράσιμο Χοϊδά, όπως επίσης από τους «Μουσικούς της Καμεράτας» υπό τον Χρυσικόπουλο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή