Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού

4' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Μίμης Πλέσσας συχνά θυμίζει ότι ο Γιάννης Πουλόπουλος ήταν για χρόνια «ο τραγουδιστής με τα μεγαλύτερα “προικιά”». Μόνο οι επιτυχίες που είχαν μαζί «κάλυψαν και το 80% του ρεπερτορίου του». Πράγματι, ο Γ. Πουλόπουλος είχε ένα ρεπερτόριο που θα ζήλευαν πολλοί ομότεχνοί του, το οποίο στήριξε την καριέρα πολλών τραγουδιστών επί πέντε δεκαετίες. Αλλά και πολλά προγράμματα νυχτερινών κέντρων, έως και σήμερα.

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού-1

Το είπε με τον δικό της τρόπο σε συνέντευξή της στην «Κ» η Τζένη Βάνου. «Από παλιά έλεγαν πως αυτοί που δίνουν μεροκάματο στους νεότερους συναδέλφους τους είναι η Βάνου και ο Πουλόπουλος», μου είχε πει το 2010.

Ο δημοφιλής ερμηνευτής, που ταυτίστηκε όσο κανείς άλλος με το ελληνικό σινεμά, πέθανε σε ηλικία 79 ετών έπειτα από πολλές περιπέτειες που είχε με την υγεία του. Η φωνή του, όμως, ταυτίστηκε κυρίως με τον «Δρόμο» των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου, τον εμπορικότερο δίσκο της ελληνικής δισκογραφίας, που οι πωλήσεις του ξεπέρασαν τα 3 εκατομμύρια. Δώδεκα τραγούδια τα οποία, όπως καμάρωνε στις λιγοστές συνεντεύξεις του, έγιναν και τα 12 επιτυχίες.

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού-2

Ο Γ. Πουλόπουλος είχε ένα ρεπερτόριο που θα ζήλευαν πολλοί, αλλά σταθμός στην καριέρα του ήταν ο δίσκος «Δρόμος» (1969) των Μ. Πλέσσα και Λ. Παπαδόπουλου, που πούλησε 3 εκατομμύρια αντίτυπα.

Ο Γιάννης Δαλιανίδης τόνιζε ότι «έγραφε στον φακό» και ο Μ. Πλέσσας ότι ήταν «ο πιο κινηματογραφικός τραγουδιστής στη Φίνος Φίλμ. Δεν υπήρχε ταινία μας που δεν εμφανίστηκε». Πάντα σοβαρός στην οθόνη, σχεδόν αγέλαστος, με βλέμμα μελαγχολικό, σε μια σειρά ταινιών που συνδέθηκαν με την ξενοιασιά, ο Πουλόπουλος δημιούργησε έναν δικό του τύπο, μοναχικό, μακριά από την εικόνα του τραγουδιστή σε λαϊκό πάλκο με ορχήστρα.

«Αγάπησα και ζήλεψα το χρώμα και τη δύναμη της φωνής σου. Και όχι μόνο εγώ», έγραψε χθες στη σελίδα της η Χαρούλα Αλεξίου. «Ησουν θεμέλιο της γενιάς μας». Και η Ρένα Κουμιώτη: «Ησουν το άλλο καλλιτεχνικό μου μισό και σήμερα σε έχασα… Ησουν ο μόνος πραγματικός φίλος μου μέσα απ’ τη δουλειά μας. Αντρας παλαιάς κοπής με όλη τη σημασία της λέξης… Πόσα δεν μοιραστήκαμε μαζί! Δεν είναι οι πίστες, δεν είναι οι επιτυχίες, δεν είναι η δημοσιότητα. Ηταν το ότι ήσουν ο πιο ακέραιος άνθρωπος που γνώρισα μέσα σ’ αυτόν τον χώρο».

Η φωνή του Γιάννη Πουλόπουλου είχε ευγένεια, αίσθημα, καθαρότητα. Ο ίδιος ανήκε σε μια γενιά που δεν κυνηγούσε την προβολή, δεν σκορπιζόταν σε συνεντεύξεις, είχε άποψη και μερικές φορές ήταν απόλυτος σε αυτό που υποστήριζε.

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού-3

Καλός μαθητής, μεγάλωσε στο Περιστέρι, σε χρόνια δύσκολα και ορφανός από μητέρα από 5 ετών. Πήγαινε σε νυχτερινό σχολείο, αργότερα σε τεχνική σχολή, για να εργάζεται από 11 ετών τα πρωινά στην οικοδομή. Ηξερε, όμως, από μικρός ότι είχε ξεχωριστή φωνή. Τον γαλούχησε το ραδιόφωνο. Μάλιστα, το ερέθισμα να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο δεν το έδωσαν οι καλοί ερμηνευτές, όπως δήλωσε στην εκπομπή «Ενώπιος ενωπίω» του Ν. Χατζηνικολάου το 1995, αλλά οι κακοί τραγουδιστές. Ηταν ένας άλλος τρόπος να προσπαθήσει. Οσο για την παρέα του, αυτή τον παρότρυνε να λάβει μέρος στις ακροάσεις της Columbia.

Η ευκαιρία δεν δόθηκε εύκολα. «Οι εταιρείες με πέταξαν έξω», έλεγε και θυμόταν τα μεροκάματα που έχανε στην οικοδομή, όταν έτρεχε τα πρωινά να προσεγγίσει τον κόσμο της δισκογραφίας. «Ηταν καλός μπογιατζής», αλλά και καλός στο ποδόσφαιρο, στον Ατρόμητο, τον θαύμαζαν οι συνομήλικοί του στο Περιστέρι.

Το 1962 κατάφερε να πάρει μέρος στις ακροάσεις με κριτές τους Βασίλη Τσιτσάνη, Μίκη Θεοδωράκη, Απόστολο Καλδάρα, Γιάννη Παπαϊωάννου. Ολα τα παιδιά τραγούδησαν ακούσματα της εποχής, τσιφτετέλια, περιέγραφε την εικόνα εκείνης της ημέρας στο στούντιο. Οι δικές του επιλογές ήταν διαφορετικές. Οταν είδε τον Θεοδωράκη, σκέφτηκε να πει ένα δικό του. Διάλεξε το «Μάνα μου και Παναγιά», ίσως το «Παράπονο», δεν ήταν σίγουρος. Σίγουρος ήταν για τα λόγια του συνθέτη όταν «πετάχτηκε θεόρατος» και τον αγκάλιασε: «Αυτόν εγώ θα τον κάνω τραγουδιστή».

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού-4

Εθεωρείτο ο πιο κινηματογραφικός τραγουδιστής της Φίνος Φιλμ και εμφανιζόταν πάντα σοβαρός στην οθόνη, σχεδόν αγέλαστος, ενώ δημιούργησε τον δικό του τύπο, μακριά από τον ερμηνευτή σε πάλκο με ορχήστρα. 

Ο Θεοδωράκης εμπιστεύθηκε στον 18χρονο ερμηνευτή το «Στρώσε το στρώμα σου», το «Ψωμί είναι στο τραπέζι» και το «Δόξα τω Θεώ», για την παράσταση «Η γειτονιά των αγγέλων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που ανέβηκε στο «Ρεξ» από τον θίασο Τζένης Καρέζη και Νίκου Κούρκουλου. Τα τραγούδια ηχογραφήθηκαν. Ομως, ένα χρόνο μετά, η εταιρεία τα ηχογράφησε με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ηταν ένα κεφάλαιο για το οποίο, χωρίς να αναφέρει πολλές λεπτομέρειες, είχε εκφράσει την πικρία του. Συγκεκριμένα, ότι απομακρύνθηκε από την Κολούμπια επειδή «έθεσε βέτο» ο Γρ. Μπιθικώτσης.

Η ακύρωση εκείνης της συνεργασίας σήμανε την έναρξη μιας μεγάλης πορείας. Εμφανίσεις σε μπουάτ, η συνεργασία του με τη «Λύρα» και η ταύτισή του με το Νέο Κύμα. Ο Γ. Πουλόπουλος τραγούδησε σε πρώτη εκτέλεση το «Ακορντεόν» του Μάνου Λοΐζου το 1966, για τις ανάγκες της ταινίας του Λάμπρου Λιαρόπουλου «Αθήνα, πόλη, χαμόγελο». Κι από κοντά το «Μη μου θυμώνεις μάτια μου» του Σταύρου Κουγιουμτζή. Ακολουθούν έως το 1999, στις εταιρείες Λύρα, Μίνως, Polygram, συνεργασίες με τους Γιώργο Κατσαρό, Πυθαγόρα, Γιάννη Μαρκόπουλο, Μίμη Πλέσσα, Γιάννη Γλέζο, Νίκο Μαμαγκάκη, Δήμο Μούτση, Γιάννη Σπανό, Γιώργο Κοντογιώργο, Ακο Δασκαλόπουλο, Λευτέρη Παπαδόπουλο, Κώστα Βίρβο, Γιώργο Κριμιζάκη, Αντώνη Στεφανίδη κ.ά.

Ο μοναχικός του λαϊκού τραγουδιού-5

Το ευρύ κοινό τον ταύτιζε με τον κινηματογράφο, που στο πρόσωπό του βρήκε τον ιδανικό τραγουδιστή του: μετρημένο, σοβαρό, αρρενωπό, απόμακρο, με ωραία φωνή. Ο ίδιος θύμιζε ότι έγραφε και δικά του τραγούδια, ότι είχε εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, ότι τραγούδησε ποιήματα του Λόρκα και του Νερούδα, ότι ζωγράφιζε. Αμετανόητος εργένης για χρόνια, παντρεύτηκε την Μπέττυ Κοκκινοπούλου το 1985, με την οποία απέκτησαν την κόρη τους, Αλεξάνδρα.

«Τζέιμς Ντιν του λαϊκού» τον περιγράφει ο Φοίβος Δεληβοριάς. «Είχε κάτι φευγάτο, βλέμμα εφήβου που ό,τι σκέφτεται το κρατάει μέσα του κι ύστερα το σκάει από το γλέντι των άλλων και πάει και χαζεύει μόνος του τη θάλασσα απ’ τα βράχια της Πειραϊκής».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή