Επειδή τα γραπτά μένουν και για να επιβεβαιωθεί πως τίποτα δεν άλλαξε, παρά την πανδημία, που θα έπρεπε να επιβάλει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης και μία κοινή προσπάθεια όλων προς το καλύτερο, παραθέτω σήμερα το περυσινό «Επί Σκοπόν».
«Εδώ και αρκετά χρόνια, τέτοιες μέρες, ευχόμενος για τον καινούργιο χρόνο προσπαθώ να τελειώσω το σχόλιο, με το καθιερωμένο “και του χρόνου καλύτερα”. Δυστυχώς κατέληγα να βάζω τον τίτλο, “κάθε πέρυσι και καλύτερα”.
Και φέτος δεν μπορώ να ξεφύγω από την… παράδοση. Ειδικά στα ποδοσφαιρικά δρώμενα, η κατάσταση έχει ξεφύγει. Οι μάσκες έπεσαν. Τα όσα έγιναν στον αγώνα του Βόλου και τα όσα επακολούθησαν, μας έπεισαν πως δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για ελληνικό πρωτάθλημα. Η ελπίδα πως το VAR αν δεν εξαλείψει τις αδικίες, θα περιορίσει τουλάχιστον τις κραυγαλέες αποφάσεις των διαιτητών, που αλλοίωναν αποτελέσματα, αποδείχθηκε φρούδα. Και το χειρότερο, στην περίπτωση του “τηλεοπτικού διαιτητή” είναι πως η κοροϊδία είναι ακόμα μεγαλύτερη. Οπως είναι και το “χρύσωμά του χαπιού” με τους ξένους διαιτητές.
Διότι από τη στιγμή κατάτην οποία και οι δύο περιπτώσεις, το VAR να ελέγχεται και οι δεύτεροι να επιλέγονται, να καλούνται και να αποζημιώνονται για τις υπηρεσίες τους, από τους εκάστοτε που διοικούν τη διαιτησία, δεν πείθουν πως θα υπάρξει δικαιοσύνη.
Οι διεθνείς ομοσπονδίες ποδοσφαίρου, επιτέλους κατάλαβαν πως δεν υπάρχει σωτηρία. Η εντολή, “καθίστε οι τέσσερις μεγάλοι στο ίδιο τραπέζι να τα βρείτε”, ίσως είναι η τελευταία πράξη, πριν από την αυλαία του δράματος. Το θέμα δεν είναι να κάτσουν, αλλά αν έχουν τη θέληση να αποφασίσουν να σώσουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ισως τότε, του χρόνου, να είστε και να είμαστε καλά, να ευχηθώ… και του χρόνου καλύτερα».
ΥΓ.: Φέτος άλλαξα τον τίτλο, μόνο λόγω της πανδημίας. Για το ποδόσφαιρό μας, ισχύει ο περυσινός. Καλή χρονιά, με υγεία.