Ο κυνισμός είναι αρρώστια. Αρρώστια, ζόφος, μαυρίλα, σαράκι. Βομβαρδισμένοι από ειδήσεις για τραγωδίες, εγκλήματα, εγκλήματα πολέμου, δολοφονίες, γενοκτονίες, γυναικοκτονίες και πολέμους, είμαστε ανυπεράσπιστοι απέναντί του, ανεμβολίαστοι. Είναι, πράγματι, η ανθρωπότητα καταδικασμένη; Θα φάμε τα λυσσακά μας, θα φαγωθούμε μόνοι μας; Είμαστε ένα είδος, όπως γράφει ο Κάρλο Ροβέλι, από τη φύση μας βραχύβιο;
Ο Ολλανδός ιστορικός Ρούτγκερ Μπρέγκμαν, τον οποίο ίσως έχετε ακουστά από την παρέμβασή του στο Νταβός πριν από λίγα χρόνια, όπου τρόλαρε παρόντες πλούσιους φοροφυγάδες (ή ίσως από αυτό το βιβλίο) στο πρόσφατο «Ανθρωπότητα – Μια απροσδόκητα αισιόδοξη ιστορία», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, υποστηρίζει και τεκμηριώνει ότι, βασικά, όχι. Δεν είμαστε τόσο χάλια. Μεθοδικά και με ανάλαφρο και κατά τόπους διασκεδαστικό τρόπο ανατρέπει έρευνες, πεποιθήσεις και μύθους του παρελθόντος που υποτίθεται ότι αποδείκνυαν ότι το ανθρώπινο είδος αποτελείται από εγωιστικά άτομα που δεν ενδιαφέρονται για το κοινό καλό. Τέτοιοι μύθοι, διατυπωμένοι γλαφυρά από διάφορους σοφούς ανά τους αιώνες (από τον Θουκυδίδη μέχρι τον Μακιαβέλι και τον Φρόιντ, μεταξύ πολλών άλλων) είναι, λέει, τραγικά παραπλανητικοί. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του βιβλίου: οι άνθρωποι είναι γενικά καλοί, πολύ καλύτεροι από ό,τι νομίζουμε. Οτι «βαθιά μέσα τους», όπως γράφει ο Μπρέγκμαν, «είναι έντιμοι και αξιοπρεπείς».
Για να τεκμηριώσει τη θέση του ο Μπρέγκμαν λέει ιστορίες. Πολλές ιστορίες. Η Ιστορία, λέει, είναι γεμάτη με παραδείγματα τα οποία αποδεικνύουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι σε γενικές γραμμές καλοί και ότι σε περιόδους κρίσης ανταποκρίνονται υποδειγματικά και αποδεικνύονται αλτρουιστές και έντιμοι. Οι μαρτυρίες από τον Τιτανικό λένε ότι η εκκένωση του πλοίου έγινε αναπάντεχα ήρεμα και πολιτισμένα, χωρίς πανικό ή υστερία. Γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι που εκκένωναν τους πύργους του World Trade Center την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 έκαναν στην άκρη για να περάσουν πυροσβέστες ή τραυματίες με ευγένεια και ψυχραιμία. Το φθινόπωρο του 1943 δεκάδες χιλιάδες Δανοί μαζικά, συλλογικά και συντονισμένα φυγάδευσαν όλους τους Εβραίους συμπολίτες τους για να αποφύγουν τη μαζική σύλληψη από τους Ναζί (για την οποία είχαν προειδοποιηθεί από έναν Ναζί που διαφωνούσε). Μετά το χτύπημα του τυφώνα Κατρίνα το 2005 στη Νέα Ορλεάνη, χιλιάδες πολίτες από πολλές γειτονικές πολιτείες έφτιαξαν αυθόρμητα κομβόι εκκένωσης, βοήθειας και υποστήριξης των πλημμυροπαθών. Παρόμοιες ιστορίες άκουσα στη Θεσσαλία, μετά την καταιγίδα Ντάνιελ το καλοκαίρι του 2023. Σύμφωνα με το Κέντρο Ερευνας Καταστροφών στο Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ, το οποίο έχει κάνει πάνω από 700 έρευνες πεδίου σε περιοχές που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές τα τελευταία 60 χρόνια, αντίθετα με όσα βλέπουμε σε ταινίες του Χόλιγουντ και πιστεύουμε, ποτέ δεν επικρατεί χάος μετά την καταστροφή, ποτέ δεν καταρρέει η κοινωνία ή οι ανθρώπινες σχέσεις. Ισα ίσα, σε όλες τις περιπτώσεις το έγκλημα μειώνεται και οι δράσεις φιλανθρωπίας και αλληλεγγύης πολλαπλασιάζονται.
Στο κεντρικό και πιο γνωστό κομμάτι του βιβλίου, ο Μπρέγκμαν πιάνει την υπόθεση του μυθιστορήματος «Ο Αρχοντας των Μυγών» του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ. Στο έργο του Γκόλντινγκ, στον οποίο απονεμήθηκε βραβείο Νόμπελ επειδή «φωτίζει την ανθρώπινη κατάσταση στον σημερινό κόσμο», μερικά νεαρά αγόρια ναυαγούν σε ένα νησί, και προσπαθούν να επιβιώσουν. Φυσικά, τα άγρια, εγωιστικά τους ένστικτα κυριαρχούν, και πολύ γρήγορα στρέφονται το ένα εναντίον του άλλου, και ακόμα και εναντίον του ίδιου του νησιού. Είναι μια κλασική ιστορία για το σκοτάδι που πιστεύουμε ότι φωλιάζει στις ψυχές όλων μας. Αλλά, βεβαίως, ο Ρούτγκερ Μπρέγκμαν διαφωνεί με αυτή τη διαπίστωση, οπότε αποφάσισε να ψάξει και να βρει αν ποτέ έχει συμβεί στ’ αλήθεια κάτι σαν το σενάριο που περιγράφεται στον «Αρχοντα των Μυγών». Υπήρξε ποτέ κανένα ναυάγιο με νεαρά άτομα; Και τι απέγιναν; Από ό,τι αποδείχτηκε, υπήρξε: το 1965, έξι αγόρια ηλικιών από 13 μέχρι 16 από το νησιωτικό κράτος της Τόνγκα αποφάσισαν να το σκάσουν και να πάνε στα Φίτζι. Εκλεψαν μια ψαρόβαρκα και βγήκαν στα ανοιχτά, όπου τους έπιασε καταιγίδα. Οκτώ ήμερες μετά, ξεβράστηκαν σε ένα άγνωστο, ακατοίκητο νησί. Τι απέγιναν τα παιδιά αυτά, μόνα τους σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον; Αρχισαν να αλληλοσκοτώνονται; Διέλυσαν τη χλωρίδα και την πανίδα του νησιού; Αρχισαν, έστω, να τσακώνονται; Οχι. Οταν τα βρήκαν και τα διέσωσαν, δεκαπέντε μήνες αργότερα, ήταν όλα υγιή, ζούσαν σε μια μικρή κοινότητα που είχαν φτιάξει, με το λαχανόκηπό τους, τα κοτέτσια τους, μόνιμη φωτιά, γήπεδο του μπάντμιντον και σύστημα αποθήκευσης του βρόχινου νερού. Είχαν φτιάξει και μεθοδολογία για να λαμβάνουν αποφάσεις από κοινού χωρίς να τσακώνονται, και φρόντισαν έναν από την παρέα όταν έσπασε το πόδι του. Θα παρέμεναν φίλοι για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.
Γιατί τότε εμείς νομίζουμε τα ανάποδα; Γιατί πιστεύουμε ότι σε κάθε κρίση οι άνθρωποι αποκτηνώνονται και η όποια κοινωνική ειρήνη αντικαθίσταται από μια «ο θάνατός σου η ζωή μου» ζούγκλα; Ενας λόγος, λέει, είναι το ότι μαθαίνουμε να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από ένα παραμορφωτικό πρίσμα. Οι ειδήσεις φυσικά περιγράφουν μια ανθρωπότητα γεμάτη εγκλήματα, καταστροφές, κινδύνους και απειλές. Ολα αυτά υπάρχουν στον κόσμο μας. Αλλά κανένας δεν μας υπενθυμίζει διαρκώς σε κάθε φύλλο εφημερίδας, σε κάθε timeline ή «for you» σελίδα, ή σε κάθε δελτίο ειδήσεων ότι τα γεγονότα για τα οποία ακούμε ή διαβάζουμε είναι οι εξαιρέσεις. Είναι σπάνια, ειδικές περιπτώσεις –αυτό είναι εξ ορισμού οι «ειδήσεις». Στην πραγματικότητα η ζωή είναι γεμάτη κυρίως από άλλα πράγματα, όχι «ειδήσεις», και στη συντριπτική τους πλειονότητα αυτά είναι πράγματα καλά, που κάνουν τη ζωή να αξίζει να τη ζεις. Στο βιβλίο αναφέρεται μια έρευνα που ανέλυσε 4.000.000 ειδήσεις για θέματα μετανάστευσης, για εγκλήματα και για την τρομοκρατία, και διαπίστωσε ότι όπου η μετανάστευση ή η βία μειώνεται, οι ειδήσεις γι’ αυτά τα θέματα αυξάνονται σε αριθμό.
Ο άλλος λόγος που πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα είναι βίαιη και σκάρτη, είναι μια ατέλειωτη σειρά ερευνών, μελετών, βιβλίων και σοφιστειών που αιώνες τώρα υπογραμμίζουν και επαναλαμβάνουν αυτό το μήνυμα. Στο δικό του βιβλίο ο Μπρέγκμαν καταρρίπτει εννοιολογικά τις φιλοσοφικές ιδέες του Χομπς και τις σοφιστείες του Μακιαβέλι. Πιο πρακτικά (και απολαυστικά) όμως ανασκολοπίζει πιο πρόσφατους μύθους που αναπαράγονται από διάσημους επιστήμονες και συγγραφείς που θεωρούνται αυθεντίες, όπως ο Τζάρεντ Ντάιαμοντ, ο Μάικλ Γκλάντγουελ ή ο Στίβεν Πίνκερ σε βιβλία που έχουν γίνει πυλώνες της σύγχρονης σκέψης. Καταρρίπτει ακόμη διάσημες έρευνες και πειράματα που υποτίθεται ότι αποδεικνύουν τα σκοτάδια της «ανθρώπινης φύσης», όπως το πείραμα του Στάνφορντ ή το πείραμα του Στάνλεϊ Μίλγκραμ με το ηλεκτροσόκ. Θα σας γράψω γι’ αυτά αλλού –έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και έχουν καταρριφθεί (όχι μόνο από τον Μπρέγκμαν) πολύ πειστικά.
Καλά όλα αυτά, θα πει κάποιος. Πώς εξηγείται τότε το Αουσβιτς, η Αλ Κάιντα, το Αμπού Γκράιμπ και ο Πούτιν; Πώς εξηγούνται οι πόλεμοι; Το ανθρώπινο είδος είναι ικανό για φρικτά εγκλήματα, για κτηνωδία που κανένα άλλο είδος στον πλανήτη δεν φτάνει. Μια απάντηση εδώ είναι, λέει, ο εγγενής ρατσισμός μας. Το είδος μας είναι κοινωνικό. Τα μάτια μας έχουν ασπράδι, ούτως ώστε οι άλλοι να καταλαβαίνουν κάθε στιγμή πού κοιτάζουμε. Τα φρύδια μας είναι εκφραστικά και δείχνουν τι νιώθουμε. Κοκκινίζουμε από ντροπή χωρίς να το ελέγχουμε. Αυτά είναι που μας κάνουν να ξεχωρίζουμε, ακριβώς το ότι είμαστε κοινωνικά ζώα, ανοιχτά βιβλία. Ωστόσο, από ό,τι φαίνεται είμαστε κοινωνικοί και απερίγραπτα ανοιχτοί μόνο με εκείνους που μας μοιάζουν. Μπορούμε πολύ εύκολα να χωριστούμε σε ομάδες. «Εμπνεόμενοι από τη φιλία και υποκινούμενοι από κυνικούς ανθρώπους με δύναμη», γράφει ο Μπρέγκμαν, «οι άνθρωποι είναι ικανοί να κάνουν τα πλέον φριχτά πράγματα ο ένας στον άλλον».
Και βέβαια υπάρχουν και εξαιρέσεις στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι κατά βάση καλοί. Και η σημαντικότερη εξαίρεση είναι μία: οι άνθρωποι που κατέχουν κάποιας μορφής εξουσία. Πολλαπλές έρευνες έχουν δείξει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους ότι αυτοί οι άνθρωποι λειτουργούν πιο παρορμητικά ενώ είναι πιο απερίσκεπτοι, εγωκεντρικοί, αλαζόνες και αγενείς. Ενδιαφέρονται λιγότερο για τις απόψεις των άλλων, είναι πιο κυνικοί και απατούν τους συντρόφους τους πιο συχνά. Το ποσοστό των ανθρώπων με διαγνωσμένη κοινωνιοπάθεια στον γενικό πληθυσμό είναι 1%. Στους CEOs επιχειρήσεων είναι 4%-8%. «Οι άνθρωποι με εξουσία», γράφει ο Μπρέγκμαν, «ενεργούν κυριολεκτικά σαν άνθρωποι με εγκεφαλική βλάβη».
Κι αυτό το φαινόμενο δεν ισχύει μόνο σε δικτατορίες ή άλλα αυταρχικά καθεστώτα. Στην πράξη, όπως επισήμαινε και ο Ρουσό, η δημοκρατία είναι μια «εκλεγμένη αριστοκρατία». Ο λαός δεν έχει πραγματικά πρόσβαση στην εξουσία καθότι, αν και μπορεί να κατέβει υποψήφιος οποιοσδήποτε, ελάχιστοι έχουν πρόσβαση σε δίκτυα υποστήριξης από χορηγούς και άλλους επιδραστικούς και ισχυρούς. Κι αυτοί που αναδεικνύονται στην εξουσία, που συνήθως ανήκουν σε μια αριστοκρατική ελίτ, ακόμα κι αν πριν ήταν «καλοί», αμέσως αλλάζουν, χάνουν τα χαρακτηριστικά που μας κάνουν αλτρουιστές και έντιμους. Χάνουν την ντροπή. Την ικανότητα να κοκκινίζουν.
Κατά κανόνα, όμως, όπως επαναλαμβάνει ξανά και ξανά ο Μπρέγκμαν, οι άνθρωποι είναι κακοί σπάνια. Σε καμία από τις προϊστορικές τοιχογραφίες δεν έχει απεικονιστεί ποτέ πόλεμος. Οι «απολίτιστοι» κάτοικοι της Καραϊβικής τους οποίους γνώρισαν οι Ισπανοί κονκισταδόρες ήταν φιλικοί και φιλόξενοι, δεν είχαν όπλα και ζούσαν σε ειρηνικές κοινότητες που δεν είχαν πόλεμο. Στον Ειρηνικό Ωκεανό υπάρχει μια ατόλη ονόματι Ιφαλικ. Το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό έφτασε εκεί κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και, μετά τον πόλεμο, επισκέφθηκε το νησί για δράσεις συμφιλίωσης με τους ντόπιους. Στο πλαίσιο αυτών των δράσεων, διοργάνωσαν προβολές ταινιών του Χόλιγουντ για να δείξουν στους κατοίκους του νησιού την κουλτούρα των ΗΠΑ. Οι άνθρωποι σοκαρίστηκαν από τη βιαιότητα των σκηνών των ταινιών. Δεν είχαν ξαναδεί ποτέ τέτοια βία και δεν είχαν καν συλλάβει ότι τέτοια πράγματα μπορεί να συνέβαιναν ανάμεσα σε ανθρώπους. Κάποιοι αρρώστησαν από τον αποτροπιασμό και χρειάστηκαν ημέρες να συνέλθουν.
Ενα στοιχείο που δεν ήξερα: στον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το ποσοστό των Αμερικανών στρατιωτών που πολέμησαν στα μέτωπα της Ευρώπης και δεν είχαν πυροβολήσει το όπλο τους ούτε μία φορά κυμαινόταν από 75% ως 85%. Μια ανάλυση σε μουσκέτα του αμερικανικού Εμφυλίου βρήκε ότι το 90% ήταν γεμάτα όταν βρέθηκαν –δηλαδή δεν είχαν εκπυρσοκροτήσει. Τα μισά βρέθηκαν γεμάτα με πολλαπλά πυρομαχικά, πράγμα που εξηγείται μόνο εάν οι στρατιώτες έκαναν ότι τα γέμιζαν και τα ξαναγέμιζαν για να κωλυσιεργούν και να μην πυροβολούν. Αναφορές από τους ευρωπαϊκούς πολέμους του 19ου αιώνα και του ισπανικού Εμφυλίου αναφέρουν ότι η συνήθεια οι στρατιώτες να πυροβολούν επίτηδες στον αέρα για να μην πετύχουν κάποιον ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη. Και τότε πώς σκοτώθηκαν τόσα εκατομμύρια άνθρωποι; Το 75% των θανάτων στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν από βλήματα και βόμβες –θάνατοι που προέρχονταν από μακριά, χωρίς οι θύτες να βλέπουν τα θύματα. Και όπου υπήρξαν ένας-εναντίον-ενός αγριότητες στους πολέμους του 20ού αιώνα, ήταν εν μέρει επειδή η χρήση ναρκωτικών ουσιών ήταν καθολική και επιβεβλημένη από τους στρατούς, για να αυξήσουν την επιθετικότητα των στρατιωτών. Μια εκτενής έρευνα που έγινε σε στρατιώτες της Βέρμαχτ μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και χιλιάδες απομαγνητοφωνήσεις παρακολουθήσεων συνομιλιών αποκάλυψαν ότι οι Γερμανοί στρατιώτες δεν πολεμούσαν θαρραλέα (με πολύ μεγαλύτερο πάθος από ό,τι οι αντίπαλοί τους) επειδή πίστευαν στη ναζιστική ιδεολογία, επειδή μισούσαν τους εχθρούς, ή πίστευαν ότι μπορούσαν να νικήσουν, αλλά από συμπαράσταση προς τους φίλους τους, που πολεμούσαν δίπλα τους. Το κυρίαρχο κίνητρο που χαρακτήριζε τον γερμανικό στρατό δεν ήταν η πειθαρχία ή η πλύση εγκεφάλου, αλλά η συντροφικότητα και η φιλία. Ο ιστορικός Σάμουελ Μάρσαλ, που στον πόλεμο ήταν συνταγματάρχης και πήρε συνεντεύξεις από χιλιάδες στρατιώτες, έγραψε στο βιβλίο του «Men Against Fire» ότι «το μέσο υγιές άτομο έχει τέτοια αντίσταση απέναντι στο να σκοτώσει ένα συνάνθρωπο που με τη θέλησή του δεν θα αφαιρέσει μια ζωή».
Ο Μπρέγκμαν αγγίζει και διάφορα άλλα πεδία που επηρεάζονται από όλα τα παραπάνω. Από τους μύθους του καπιταλισμού, από το πώς στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας ο κανόνας ήταν οι άνθρωποι και οι κοινωνίες να μοιράζονται, όχι να ανταγωνίζονται, καθώς και τον μύθο της «θεωρίας των σπασμένων παραθύρων» (μια από τις πολλές ιδέες-μπαρούφες που αναφέρονται στο βιβλίο, οι οποίες έγιναν διάσημες από το βιβλίο «Tipping Point» του Μάλκολμ Γκλάντγουελ). Αναφέρεται ακόμα σε θέματα εκπαίδευσης και ανατροφής των παιδιών, σε θέματα δικαιοσύνης και σωφρονισμού (αναφέρεται, βεβαίως, και στο πώς η Νορβηγία αντιμετωπίζει τους «κακούς», τους εγκληματίες που μπαίνουν στο σωφρονιστικό σύστημα –έχω γράψει για τις φυλακές της Νορβηγίας εδώ) αλλά και σε ιστορίες αυτοδιάθεσης κοινοτήτων με μεθόδους άμεσης δημοκρατίας. Ολα αυτά χωράνε συζήτηση, και ομολογουμένως κάποια (όπως τα πειράματα άμεσης δημοκρατίας στη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία) χωράνε και μπόλικη αμφισβήτηση. Σε αρκετά σημεία το αναμφίβολο επίτευγμα του συγγραφέα να καταρρίπτει με πειστικό και συνάμα ψυχαγωγικό τρόπο κάποιους επίμονους και ευρέως αποδεκτούς μύθους τον παρασέρνει να πιστεύει ότι όλες οι ευρέως αποδεκτές πεποιθήσεις περί ανθρωπότητας και οικονομίας είναι μύθοι.
Παρ’ όλα αυτά, η κεντρική του ιδέα παραμένει στέρεα, ενδιαφέρουσα και αισιόδοξη. Δεν είμαστε βίαιοι, εγωιστές πίθηκοι. Είμαστε «το μοναδικό είδος που κοκκινίζει από ντροπή», ευαίσθητοι «εξημερωμένοι» πίθηκοι, που επικρατήσαμε και επεκταθήκαμε σε όλη τη Γη επειδή «είμαστε γεννημένοι να μαθαίνουμε, να συνάπτουμε δεσμούς και να παίζουμε».
Και είμαστε, σε γενικές γραμμές, πολύ καλύτεροι από ό,τι νομίζουμε.