Χωρίς αφηγήσεις η ζωή δεν έχει νόημα

Χωρίς αφηγήσεις η ζωή δεν έχει νόημα

Ο συνιδρυτής του Epic Magazine Τζόσουα Ντέιβις μιλάει στην «Κ» για την πολυκύμαντη ζωή του και το μέλλον της δημοσιογραφίας

6' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Eνας νέος, ξανθός, ψηλόλιγνος άντρας με γυαλιά και ήπιο, ευγενικό πρόσωπο, εμφανίζεται σε μια εκδήλωση του περιοδικού Wired, στο Λονδίνο, το 2013, για να κάνει μια ομιλία για τη δουλειά του. Εχοντας συμβάλει στο ιστορικό αμερικανικό τεχνολογικό περιοδικό με μια σειρά από καθηλωτικά ρεπορτάζ για την τελευταία δεκαετία, μιλάει στο κοινό για το αναπάντεχο παρελθόν του και το εξίσου αναπάντεχο μέλλον του. Τίποτα στο εύθραυστο και ευγενές παρουσιαστικό αυτού του αριστούχου απόφοιτου του Στάνφορντ δεν θα μπορούσε να μαρτυρήσει πως, λίγα χρόνια πριν, καταπιάστηκε αγωνιστικά με σπορ όπως το μπρα ντε φερ ή το… σούμο ή ότι ταξίδεψε –και έζησε– σε επικίνδυνες συνθήκες, σε μέρη όπως το Ιράκ, η Κολομβία ή η Λιβύη (όπου μάλιστα για κάποιο καιρό, κιόλας, απήχθη). 
Ο Τζόσουα Ντέιβις, Καλιφορνέζος συγγραφέας και δημοσιογράφος, έγραψε πρώτος για τον Ελον Μασκ και τον ερχομό της Tesla, έζησε στην Μπελίζ για να πάρει μια σειρά αποκλειστικές συνεντεύξεις από τον εκκεντρικό εκατομμυριούχο, αυτόχειρα Τζον Μακάφι, έγραψε ένα βιβλίο για την τρελή ιστορία τεσσάρων Μεξικανών νεαρών που κέρδισαν, πέρα από κάθε ελπίδα, την πρώτη θέση σε ένα διαγωνισμό ρομποτικής (ένα βιβλίο που έγινε μπεστ σέλερ των New York Times και που γυρίστηκε σε ταινία) και δημιούργησε το Epic Magazine – μια ψηφιακή πλατφόρμα όπου απροσδόκητες ιστορίες παρουσιάζονται σε μια σειρά από longform ρεπορτάζ με μια οπτική γλώσσα και περιεχόμενο που καθηλώνουν. Του μιλήσαμε μέσω Ζoom για λογαριασμό της «Κ», σε μια συνέντευξη όπου, αυτός ο γενναιόδωρος αφηγητής και άξιο πνευματικό παιδί της Νέας Δημοσιογραφίας της δεκαετίας του ’60, μας είπε με απολαυστικό τρόπο πως όταν πεθάνει, θα ήθελε η ταφόπλακά του να έχει γραμμένη πάνω της τη φράση: «Κάποιος που προσπάθησε».
 
– Από το μπρα ντε φερ και το σούμο ώς τον πόλεμο στο Ιράκ και τις συνεντεύξεις με τον Τζον Μακάφι – δεν νομίζεις πως η ίδια σου η ζωή μοιάζει με τις απροσδόκητες ιστορίες που διαλέγεις να γράφεις και να δημοσιεύεις; 

– Ναι, με ενδιαφέρουν πολύ όλες αυτές οι απροσδόκητες ιστορίες και καταστάσεις, αλλά νομίζω πως αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι να ζήσω μια γεμάτη ζωή. Νομίζω αυτό είναι το βασικό κίνητρο για να ζει κανείς έτσι, και ζώντας έτσι, κάνοντας όλα αυτά, γνωρίζεις ενδιαφέροντες ανθρώπους. Και μπορώ να πω πως ο ορισμός του να ζεις μια γεμάτη ζωή, είναι αυτός: το να γνωρίζεις τέτοιους ανθρώπους.
 
– Πώς ξεκίνησε όλη αυτή η τρελή, συναρπαστική πορεία;

– Δεν είχα σκοπό να γίνω δημοσιογράφος. Αλλά, όταν συνειδητοποίησα πως το να είμαι δημοσιογράφος σημαίνει ότι μπορώ να βρίσκομαι εκεί έξω, στον κόσμο, και μπορούσα να κάνω όλα όσα πάντα ονειρευόμουν να κάνω –να ταξιδέψω στον πλανήτη, να γνωρίσω μέρη, ανθρώπους και καταστάσεις– αναρωτήθηκα γιατί κανείς ποτέ δεν μου είχε πει πως υπάρχει μια τέτοια δουλειά. Σήμερα, όταν κάνω ομιλίες σε σχολεία, φροντίζω πάντα να λέω «ξέρετε, υπάρχει και αυτή η σταδιοδρομία για εσάς» – αν και γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι πια να είσαι δημοσιογράφος. Αλλά δεν παραλείπω να το λέω αυτό, γιατί θυμάμαι πολύ καλά πως κανείς όταν ήμουν μαθητής δεν με ενημέρωσε για τις τόσες εναλλακτικές επαγγελματικές πιθανότητες που υπάρχουν εκεί έξω, στον πραγματικό κόσμο. Και πιστεύω πως τα παιδιά και το μέλλον τους ζημιώνονται από αυτήν την έλλειψη ενημέρωσης, καταλήγοντας να καταλαβαίνουν με πολύ στενούς όρους το επαγγελματικό τους μέλλον.
 
– Eχεις ζήσει στη Λιβύη, στο Ιράκ και στην Κολομβία, εν μέσω πολέμων, για να γράψεις ρεπορτάζ: είναι φανερό πως σε μαγνητίζουν τα μέρη όπου συμβαίνουν επικίνδυνα πράγματα.

– Φαίνεται πως η περιέργειά μου με οδηγεί σε τόπους κρίσης. Δεν θέλω να βρω τον μπελά μου, αλλά συχνά, οι πιο καλές, οι πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες λαμβάνουν χώρα σε μέρη όπου υπάρχουν… μπελάδες.

– Νέοι, δημοφιλείς δημοσιογράφοι και συγγραφείς όπως εσύ ή ο συμπατριώτης σου Τζέιμς Νέστορ, μοιράζεστε το ίδιο πάθος για αυτές τις ασυνήθιστες, συναρπαστικές ιστορίες. Ποιες είναι οι αναφορές και οι ήρωές σας; 

– Υπήρξε μια επανάσταση στη δημοσιογραφία στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν μια φουρνιά τολμηρών γραφιάδων/ερευνητών, κυρίως στη Νέα Υόρκη, σμίλεψαν έναν νέο τρόπο σκέψης πάνω στο επάγγελμα αυτό. Ηταν η λεγόμενη Νέα Δημοσιογραφία (New Journalism), στην οποία έγινε ένα βήμα από την απλή καταγραφή συμβάντων προς κάτι πολύ πιο βιωματικό και προσωπικό. Ο προσωπικός μου ήρωας υπήρξε ο Τζορτζ Πλίμπτον – ένας δημοσιογράφος που έφτασε στο σημείο να παίξει επαγγελματικά ράγκμπι ή χόκεϊ σε ομάδες για να μπει μέσα στο πετσί του αθλήματος. Στα πρώτα μου βήματα, ξεκάθαρα, ακολούθησα το χνάρι του, ασχολούμενος με μη αναμενόμενα αθλήματα όπως π.χ. η οπισθοδρομία. Γενικότερα, όμως, πιστεύω πως όλη η μοντέρνα δημοσιογραφία οφείλει ευγνωμοσύνη στους συναρπαστικούς πρωτοπόρους αυτού του κινήματος.

Χωρίς αφηγήσεις η ζωή δεν έχει νόημα-1
Επιλογή από cover art για κάποιες από τις ιστορίες και τις αφηγήσεις του Epic Μagazine, μέσα από τις οποίες αποτυπώνεται η ευρεία γκάμα των θεμάτων που καλύπτονται.

 – Τι είναι το Epic Magazine και πώς προέκυψε; Βλέποντας κανείς την όλη αισθητική σας –το λογότυπό σας, τις εικονογραφήσεις– έρχονται στο μυαλό δημοφιλείς λαϊκές εκδόσεις της δεκαετίας του ’50 – αστυνομικά, ιστορίες μυστηρίου ή επιστημονικής φαντασίας…

– Πράγματι, αυτές οι εκδόσεις της δεκαετίας του ’40 και του ’50 είχαν ένα άμεσα αναγνωρίσιμο ποπ στυλ που μας γοητεύει πολύ και, όντως, αποτελούν αναφορά για εμάς. Η αισθητική παίζει πρωταρχικό ρόλο στις ιστορίες μας, κάτι που ίσχυε και με εκείνες τις παλιές εκδόσεις. Είχαν όμως και μια φιλοσοφία που επίσης μας εκφράζει: να πουν μια συναρπαστική ιστορία που δεν μπορείς να αφήσεις από τα χέρια σου. Ο σκοπός μας όταν ξεκινήσαμε μαζί με τον συνεργάτη μου, συνιδρυτή του Epic Magazine, Τζόσουα Μπίρμαν, ήταν παρόμοιος: να δημιουργήσουμε κάτι απόλυτα συναρπαστικό, να παραγάγουμε καλές ιστορίες που θα ήταν καλά δοσμένες. Φτιάξαμε λοιπόν μια ομάδα από κυνηγούς τέτοιων ιστοριών, που η δουλειά τους είναι να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο για να τις ανακαλύψουν και να τις διηγηθούν.
 
– Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολλά παρόμοια διαδικτυακά longread/longform ρεπορτάζ, που συχνά χρησιμοποιούν τα πολυμέσα με εντυπωσιακό τρόπο και συνοδεύονται από εξαιρετικές εικονογραφήσεις. Τι πιστεύεις για αυτό το νέο είδος ψηφιακής αφήγησης – θα επιζήσει; 

– Η longform δημοσιογραφία είναι ένα είδος απειλούμενο με εξαφάνιση. Οι εκτενείς αυτές δημοσιογραφικές ιστορίες και έρευνες χρειάζονται χρηματοδότηση που κάποτε ερχόταν από τα έντυπα και τις αδρά πληρωμένες διαφημίσεις που περιείχαν. Οταν ήρθε η ψηφιακή εποχή, αυτές έγιναν ιντερνετικά μπάνερ ή διαφημίσεις στο Google ή το Facebook – ψίχουλα σε σχέση με το τι κοστίζει μια ολοσέλιδη καταχώριση σε ένα περιοδικό. Καταλήξαμε έτσι να διαβάζουμε στα γρήγορα, σε φοβερή διάσπαση προσοχής, ένα «πιασάρικο», φτωχά γραμμένο, μικρό άρθρο, σε κάποια κακής ποιότητας σελίδα. Και όλο αυτό μας έχει κάψει τον εγκέφαλο. Είναι, βλέπεις, απαιτητικό το να μπορείς να δημιουργήσεις ενδιαφέροντα άρθρα που περιέχουν σοβαρή έρευνα. Πρέπει να ταξιδέψεις κάπου, ίσως πολύ μακριά, να γνωρίσεις ανθρώπους, να ζήσεις ίσως για καιρό μαζί τους, έπειτα να κάτσεις για μέρες να συγγράψεις, να συνθέσεις τις εμπειρίες σου… κι όλα αυτά, φυσικά, κοστίζουν.
 
– Κοιτώντας όμως τη δουλειά σας, φαίνεται πως εσείς βρήκατε μια εναλλακτική. Πώς δουλεύει το μοντέλο σας; 

– Κάνουμε αυτό που κάναμε πάντα: κάνουμε την έρευνά μας και γράφουμε, αλλά πλέον μας συντηρεί μία ετήσια χρηματοδότηση από την 21st Century Fox (σ.σ.: το Epic Magazine αγοράστηκε από τη Vox Media). Το αντάλλαγμα είναι πως η εταιρεία έχει αποκλειστικότητα στις ιστορίες αυτές, και αν θέλει, μπορεί να τις μετατρέψει σε ταινίες ή τηλεοπτικές σειρές. Αυτή ήταν η βασική σκέψη του επιχειρηματικού μας μοντέλου, και, επτά χρόνια μετά, μοιάζει πως έχει πετύχει.
 
– Υποθέτω πως η ταινία «Argo» (Επιχείρηση «Αργώ») αποτελεί ένα καλό παράδειγμα της επιτυχίας αυτού του μοντέλου; 

– Ναι, πράγματι, ο συνεργάτης μου Τζόσουα Μπίρμαν βρήκε αυτή την ιστορία και την έγραψε, και τελικά έγινε μια πολύ επιτυχημένη ταινία. Ενα άλλο καλό παράδειγμα είναι η σειρά «Little America» στο δίκτυο Apple Tv+ και η ταινία «892» που γυρίστηκε μόλις – μια ιστορία για έναν βετεράνο του αμερικανικού στρατού. Εχουμε, επίσης, δεκάδες άλλα τέτοια πρότζεκτ στα σκαριά.
 
– Τι προβλέπεις για την εξέλιξη της μυθοπλασίας στην εποχή του νέου Ιντερνετ που έρχεται – το «metaverse»; 

– Διηγούμαστε ιστορίες από τις απαρχές της ανθρωπότητας. Δεν νομίζω να σταματήσουμε τώρα. Μέσα στο νέο πλαίσιο, θα βρούμε τρόπους για να συνεχίσουμε να τις λέμε, τρόπους που θα λειτουργούν καλά και για τους αφηγητές αλλά και για τους ακροατές. Το να λέμε ιστορίες είναι μία από τις βαθιές μας ανθρώπινες ανάγκες. Χωρίς αυτές, η ζωή μας δεν θα είχε νόημα. 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή