Τι έφερε στην επιφάνεια η πανδημία

Τι έφερε στην επιφάνεια η πανδημία

Ζήσαμε δύο χρόνια μέσα σε ένα ζοφερό κλίμα πανδημίας. Και εν πολλοίς ακόμη το ζούμε, διότι ο ιός μεταλλάσσεται και βρίσκει ξανά έδαφος, αλλά η αίσθηση δεν είναι ίδια, ούτε ο φόβος για ένα ενδεχόμενο lockdown είναι τόσο κοντινός όσο τους περυσινούς χειμώνες

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ζήσαμε δύο χρόνια μέσα σε ένα ζοφερό κλίμα πανδημίας. Και εν πολλοίς ακόμη το ζούμε, διότι ο ιός μεταλλάσσεται και βρίσκει ξανά έδαφος, αλλά η αίσθηση δεν είναι ίδια, ούτε ο φόβος για ένα ενδεχόμενο lockdown είναι τόσο κοντινός όσο τους περυσινούς χειμώνες. Χωρίς να σημαίνει ότι έχουμε διαφύγει πλήρως του κινδύνου. Μέσα σε αυτά τα δυο χρόνια που ζήσαμε εισέβαλαν πολλά στην ανθρώπινη ζωή. Φαινόμενα που επισπεύσθηκαν, δημιουργήθηκαν, εντάθηκαν, ακόμη και ευνοήθηκαν από την παρουσία του κορωνοϊού. Γιατί η πανδημία έφερε στην επιφάνεια εξαιρετικά δεινά, αλλά και ένα θετικό στη ζωή μας.

Τον τελευταίο καιρό παρατηρήθηκε μια μαζική απώλεια ηλικιωμένων ανθρώπων. Δεν είναι μόνον οι διάσημοι που η είδηση του θανάτου τους έγινε πιο αισθητή, αλλά και άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας πέθαναν ξαφνικά. Σίγουρα το προχωρημένο της ηλικίας δικαιολογεί τον θάνατο, αν όμως σκεφτούμε τι προηγήθηκε μπορούμε να έχουμε και μια λίγο διαφορετική ανάγνωση. Μέσα στην πανδημία όλοι οι άνθρωποι επιβαρύνθηκαν ψυχικά και συναισθηματικά. Η κάθε ηλικιακή ομάδα βιώνει τις δικές της ανάγκες και η απομόνωση φέρνει στην επιφάνεια τη ματαίωση των επιθυμιών για μια ζωή που δεν είναι πολύ εύκολο να αναβάλλουμε ή να μεταθέσουμε. Ελάχιστα όμως συζητήσαμε για το πόσο επιβαρύνθηκε η τρίτη ηλικία. Κατά πόσο οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, παρότι οι ανάγκες τους για εκτόνωση και νέες περιπέτειες δεν ήταν όμοιες με αυτές ενός εφήβου, βίωσαν κάτι εξαιρετικά οδυνηρό, χωρίς απαραίτητα να το συνειδητοποιούμε.

Η ελληνική κοινωνία, που σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυψίνους και υποκριτική, ήρθε σε μεγαλύτερη επαφή με τον εαυτό της.

Κατ’ αρχάς οι άνθρωποι που σήμερα βρίσκονται σε μια ηλικία άνω των 80 ετών, είναι άνθρωποι που η ζωή τους ξεκίνησε τραυματικά –για άλλον περισσότερο, άλλον λιγότερο– μέσα σε συνθήκες Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Εμφυλίου, φτώχειας, κοινωνικών αναταραχών και βίαιων αποχωρισμών. Είναι η γενιά των ανθρώπων που γεννήθηκαν σε μια ρημαγμένη Ελλάδα, που έχασαν γονείς, έχασαν αδέρφια, σίγουρα πείνασαν και κάποιοι αναγκάστηκαν να χάσουν σπίτια ή και πατρίδα ακόμη. Αυτοί οι άνθρωποι έχοντας κατορθώσει να κάνουν έναν σημαντικό κύκλο ζωής, συνάντησαν τον εξαιρετικά απειλητικό και τρομακτικό ιό σε μια περίοδο της ζωής τους όπου οι πρωταρχικοί φόβοι αναβίωναν και λόγω της ηλικίας έτσι κι αλλιώς. Επιπλέον, κλείστηκαν στα σπίτια τους, έχασαν ενδεχομένως τα πρόσωπα της οικογένειάς τους, ή τα πρόσωπα της συντροφιάς, δυσκολεύτηκαν με τις ιατρικές υπηρεσίες, ακόμη και με τη δυνατότητα να βγουν λίγο έξω να ξεσκάσουν. Η μοναξιά ήρθε με τη μορφή μιας πρωτόγνωρης και πρωτόγονης απειλής. Το φαντασιακό τους συνδέθηκε με το αίσθημα αβοηθησίας, που ίσως ένιωσαν στα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Ενώ όσοι είχαν οικογένεια και μικρά παιδιά βρήκαν στην πανδημία ένα κουκούλι να ξανασυστηθούν και να ζήσουν το μαζί, οι γονείς αυτών των ανθρώπων βρέθηκαν μόνοι και απομονωμένοι. Και αυτό που έβλεπαν οι νέοι και οι μεσήλικες προσβλέποντας στο μέλλον της επιστήμης, δεν μπορούσαν πλέον να το δουν καθόλου οι ηλικιωμένοι άνθρωποι. Γιατί το μόνο μέλλον στο οποίο προσβλέπουν είναι το παρόν τους και αυτό λαβώθηκε από μια ρωγμή ενός τρόμου για έναν ιό που μεταδίδεται με τον αέρα. Κανείς δεν θέλει να πεθάνει όσο μεγάλος σε ηλικία και εάν είναι, και αυτό τείνουμε καμιά φορά να το ξεχνάμε όσο δίνουμε σημασία περισσότερο σε άλλες ηλικιακές κατηγορίες, πιο ενεργητικές, πιο καταναλωτικές, πιο χρήσιμες στην κοινωνία ή ακόμη και με κραταιά δύναμη ψήφου. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που τους τελευταίους μήνες με την άρση των lockdowns είδαμε πολλούς ηλικιωμένους ανθρώπους να σβήνουν, να χάνουν κινητικές δυνάμεις, να επιβαρύνεται δραματικά η υγεία τους και να βιώνουν μεγαλύτερη κατάθλιψη ή ακόμη και επιτάχυνση της άνοιας ως ένα φαινόμενο που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες – ηλικιακούς, οργανικούς αλλά και ενδοψυχικούς. Τα προηγούμενα δυο χρόνια ήταν πολύτιμα για εκείνους και η επιβάρυνση σωρευτική, αυτά τα δυο χρόνια μέτρησαν ως πολύ περισσότερα στην κατάσταση που βρίσκονταν.

Οπως και άλλα φαινόμενα επιβαρύνθηκαν ή ξεσκεπάστηκαν από την πανδημία, όπως η βία στο οικογενειακό πλαίσιο, οι γυναικοκτονίες, αλλά και άλλα φαινόμενα, όπως το τελευταίο που έχει σοκάρει την ελληνική κοινή γνώμη με τη 12χρονη. Εδώ η πανδημία λειτούργησε αποκαλυπτικά, ως η δύναμη που καταλαγιάζει τον κουρνιαχτό προκειμένου να ακουστούν οι βαθύτερες κραυγές μιας όψης της κοινωνίας που νοσεί, που τραυματίζει ανεπανόρθωτα και τραυματίζεται. Αυτό το άρρωστο κομμάτι της κοινωνίας που διαχρονικά υπάρχει αλλά καλύπτεται από τον θόρυβο της εξωτερικής κινητικότητας, έγινε τώρα εκκωφαντικό διεκδικώντας πρόληψη και θεραπεία.

Εφερε ένα θετικό η πανδημία. Η ελληνική κοινωνία, που σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυψίνους και υποκριτική, ήρθε σε μεγαλύτερη επαφή με τον εαυτό της. Πολλά μέλη αυτής της κοινωνίας συνειδητοποίησαν βιαίως, ατάκτως ή ακόμη και με συνέπεια, την ανάγκη να συναντήσουν τον εαυτό τους και τα τραύματά τους μέσω της ψυχοθεραπείας. Ενα ταμπού φαίνεται ότι έσπασε. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αρκετό μόνον αυτό. Είναι όμως μια αρχή. Κάτι αρχίσαμε να βλέπουμε στον καθρέφτη μας και αυτό μόνο καλά έχει να φέρει, αρκεί να έχει συνέχεια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή