Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός

Φως στο έργο του ξεχασμένου πρωτομάστορα των ελληνικών εντύπων Νίκου Καστανάκη ρίχνει νέο βιβλίο

6' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέσα στο πολύχρωμο χάος ενός παλαιοβιβλιοπωλείου του κέντρου της Αθήνας, ανάμεσα σε στοίβες σκονισμένων βιβλίων, εμφανίζεται σαν κάποιος κρυμμένος θησαυρός που μόλις ξεθάφτηκε το εξώφυλλο ενός περιοδικού από το 1934. Μέσα στο ατόφιο, πλακάτο χρώμα του εξωφύλλου του αναγράφεται το όνομά του, φτιαγμένο στο χέρι σε στυλ αρ ντεκό: «Αθήναι».

Τα μακρόστενα, κομψά κεφαλαία γράμματα συντονίζονται με τη βοή του πολυσύχναστου δρόμου που αντηχεί λίγα μέτρα παραδίπλα, και το αινιγματικό, παλιό έντυπο ανοίγει μια πύλη προς το παρελθόν και τη δημιουργική Αθήνα του Μεσοπολέμου. Γενναίο σε μέγεθος και πληθωρικό σε σχεδιασμό, το εύρημα μοιάζει πολύτιμο – ακόμα και αν ο πωλητής του έχει υπολογίσει την αξία του στα πέντε, μόνο, ευρώ.

Το πρώτο ξεφύλλισμα φανερώνει αμέσως τη σχεδιαστική δεινότητα του καλλιτεχνικού επιμελητή του εντύπου, που αποτελεί έναν αυτοτελή κόσμο φτιαγμένο από χαρτιά, μελάνια, φιλμ και τυπογραφικά στοιχεία. Κάθε κείμενο, κάθε τίτλος, κάθε άρθρο έχει αντιμετωπιστεί σαν ξεχωριστό, μικρό έργο τέχνης και δεν υπάρχει πουθενά αίσθηση διεκπεραίωσης ή αναπαραγωγής στερεοτύπων παρά μόνο τα σημάδια μιας αστείρευτης αυθεντικότητας. Πρόκειται για ένα «χειροποίητο» αριστούργημα, σμιλευμένο με δημιουργικότητα και φροντίδα σε κάθε του λεπτομέρεια.

Και όμως, αυτό το κειμήλιο της ιστορίας των τεχνών μας βρέθηκε παραπεταμένο στο πάτωμα ενός σκονισμένου μαγαζιού, αποτιμημένο ως ευτελές και ξεχασμένο για πάντα, όπως ξεχασμένος είναι και αυτός που το σχεδίασε: ο φευγαλέος πρωτομάστορας της εγχώριας γραφιστικής, Νίκος Καστανάκης.

Η έκδοση του «Aθήναι» κράτησε εννέα μήνες (από τον Οκτώβριο του 1934 έως τον Ιούνιο του 1935) και έγινε για λογαριασμό της εφημερίδας «Ελληνικόν Μέλλον», που το διαφήμιζε με πύρινα λόγια, αποκαλώντας το «ο βασιλεύς των περιοδικών». Τι άλλα γραφιστικά ακροβατικά θα χορογραφούσε στις σελίδες του στο μέλλον ο Καστανάκης αν δεν σταματούσε άδοξα η κυκλοφορία του; Μόνο να φανταστούμε μπορούμε, και τα δείγματα που πρόλαβε να μας αφήσει είναι αρκετά για να το κάνουμε. Πού αλλού, όμως, άφησε τα χνάρια της ιδιοφυΐας του ο μεγάλος σχεδιαστής;

Μαζί με τον Αγγελο Σπαχή υπήρξε πρωτοπόρος του μοντερνισμού και των γραφικών τεχνών στη χώρα μας.

Το «Ατελιέ» του Συντάγματος

Ψάχνοντάς τα, αργά ή γρήγορα, τα εντοπίζουμε γύρω μας, κρυμμένα σε κοινή θέα: στο εξώφυλλο της συλλογής πεζών και ποιημάτων του Κώστα Καρυωτάκη που εξέδωσε η «Εστία», στα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» των εκδόσεων Πεχλιβανίδη, στο πρώτο περιοδικό κόμικς στην Ελλάδα, το 1939, σε παλιές τουριστικές αφίσες ή διαφημίσεις και δίπλα στο όνομα του ζωγράφου-σκιτσογράφου Αγγελου Σπαχή, με τον οποίο ξεκίνησε το 1927 το πρώτο γραφιστικό στούντιο στη χώρα, το «Ατελιέ», στην πλατεία Συντάγματος. Οι δυο τους υπήρξαν πρωτοπόροι του μοντερνισμού και των εγχώριων γραφικών τεχνών, πρόδρομοι των μεταπολεμικών γιγάντων του ντιζάιν Μιχάλη Κατζουράκη και Φρέντυ Κάραμποττ. Και ενώ το έργο του Αγγελου Σπαχή παρουσιάστηκε σε πρόσφατη έκθεση στην Εθνική Βιβλιοθήκη, αυτό του Καστανάκη παραμένει ακόμα στην αφάνεια.

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός-1

Ερχεται όμως να καλύψει αυτό το κενό μια νέα, ολοκληρωμένη μονογραφία του από έναν ερευνητή της πρόσφατης ιστορίας και των παραδόσεών μας, τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Κωστή Λιόντη. Τιτλοφορείται «Ολίγα τινά περί Νίκου Καστανάκη» και εκδότης είναι η «Οδός Πανός». Πρόκειται για μια ερευνητική διαδικασία που ο ίδιος ο Κωστής Λιόντης μας είπε, γελώντας, πως «του άλλαξε τα φώτα», με δεδομένη την έλλειψη πρώτων πηγών. Οπως λέει στην εισαγωγή της έκδοσης, «όλα τα τεκμήρια του παρελθόντος βρίσκονται σε ημίφως ή σε βαθύ σκότος», για να καταλήξει πως «η έλλειψη πληροφοριών αναχαιτίζει, αν δεν δηλητηριάζει κιόλας, τον αρχικό ενθουσιασμό».

Τελικά, όμως, δεν χάνει την πρώτη σπίθα που τον κινητοποίησε να ρίξει φως σε αυτό το ξεχασμένο κομμάτι της ιστορίας της ελληνικής τέχνης. Οπως ήταν πυκνή σε εκπλήξεις η εκδοτική πανδαισία του περιοδικού «Αθήναι», έτσι είναι και η έρευνα αλλά και η γραφή του Κωστή Λιόντη. Οπως έριχνε ο ίδιος ο Καστανάκης τα πολύχρωμα βεγγαλικά του, έτσι μας εντυπωσιάζει τώρα και με τα δικά του ο βιογράφος του.

Βέβαια, ο ίδιος γράφει στον επίλογο του βιβλίου του: «Ούτε βιογράφος είμαι, ούτε, πολύ περισσότερο, θα ήθελα να πέσω στις δόλιες παγίδες του ψυχολογισμού. Μήπως, ωστόσο, ως χαρακτήρας (σ.σ. ο Νίκος Καστανάκης) βρισκόταν στην άλλη άκρη του καλλιτεχνικού ναρκισσισμού; Εάν φροϋδικώς κάτι ανάλογο ευσταθεί, αυτό μεταφράσιμο λέγεται κοινώς σεμνότητα». Παρακάτω ακολουθεί μια μικρή συζήτηση που είχαμε μαζί του.

Παραμένει αγνοημένος γιατί δεν είχε καβαλήσει καλάμι…

– Κύριε Λιόντη, πώς ένας καλλιτέχνης τέτοιου διαμετρήματος έχει παραμείνει στην αφάνεια; 

– Ενας λόγος είναι πως η σκιτσογραφία και γενικότερα οι γραφικές τέχνες είναι πράγματα παραγνωρισμένα στην Ελλάδα. Αν π.χ. κοιτάξουμε τη βιβλιογραφία γύρω από τη γελοιογραφία, δεν θα βρούμε παρά δύο τόμους και αυτοί δεν έχουν αφηγηματικό μοντέλο, παρά εικονογραφικό. Επίσης, καλές μονογραφίες (και όταν λέω “καλές” εννοώ αυτές που χτίζουν πλήρως τη φυσιογνωμία ενός σκιτσογράφου) υπάρχουν ελάχιστες. Η περίπτωση του Καστανάκη, όμως, έχει παραμείνει αγνοημένη και λόγω του χαρακτήρα του. Βλέπετε, ήταν ταπεινόφρων άνθρωπος. Μια σειρά από συγκυρίες έπαιξαν και αυτές τον ρόλο τους, κυρίως οικογενειακές: μετά τον θάνατο του γιου του Απελλή (ένα όνομα διόλου τυχαίο) κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο άλλος γιος του (που είχε και αυτός το ίδιο όνομα) δεν ασχολήθηκε με το έργο του πατέρα του, ενώ η γυναίκα του, μετά τον θάνατό του, το 1961, έδωσε όλα του τα αρχεία στην ΕΣΗΕΑ –έξι, επτά άλμπουμ όπου ο ίδιος επικολλούσε τις γελοιογραφίες του κατά τη δεκαετία του ‘20, τα οποία είναι ακόμη εκεί θαμμένα– ώσπου κάποιος να τα αναζητήσει. 
 
– Συνδέετε λοιπόν τη σιωπή που έχει επικρατήσει σχετικά με το έργο του με την ταπεινοφροσύνη του. Δεν ισχύει το ίδιο και για άλλους μεγάλους των γραφικών μας τεχνών, όπως π.χ. ο Κώστας Γραμματόπουλος; 

– Είχα την τύχη να τον γνωρίσω προσωπικά τον Γραμματόπουλο και θυμάμαι πως τον διέκρινε ευθύτητα και σεμνότητα. Για να το πω λαϊκότροπα, δεν είχε «καβαλήσει το καλάμι». Τον Καστανάκη δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω, αλλά όσοι τον έζησαν από κοντά, π.χ. ο συνάδελφός του σκιτσογράφος Αρχέλαος, τον θυμόταν να κάνει μονάχα δύο πράγματα: να καπνίζει και να δουλεύει από το πρωί έως το βράδυ. Ανθρωποι σαν τον Γραμματόπουλο και τον Καστανάκη ήσαν σεμνοί δουλευταράδες. 
 
– Εντυπωσιακό ήταν, επίσης, πώς μπορούσε να αλλάζει στυλ και τεχνοτροπίες.

– Στο παλαιότερο καταγεγραμμένο περιοδικό κόμικς της χώρας με τίτλο «Το Περιοδικό μας», που πρωτοβγήκε το 1939, σχεδιάζει διαφορετικές ιστορίες κόμικς και αλλάζει εκτός από την υπογραφή του και τον σκιτσογραφικό του τύπο(!), ώστε να μην μπορούν να αναγνωρίσουν οι αναγνώστες πως πρόκειται για τον ίδιο σχεδιαστή. Αυτό ήταν δείγμα, όχι μόνο της σχεδιαστικής του δεινότητας, αλλά και της ταπεινότητάς του. 
 
– Τι μπορείτε να μας πείτε για τη δουλειά του στο περιοδικό «Αθήναι»; 

– Κατ’ αρχάς να πούμε πως ήταν ένα πολύ «αριστοκρατικό» περιοδικό, που απευθυνόταν σε μεσοαστικό-αστικό κοινό και που, θεματικά μιλώντας, προσέφερε κείμενα «καλλιέργειας» γραμμένα από εκλεκτούς, τότε, συνεργάτες. Οσο για τον σχεδιασμό του, αυτός ήταν μπροστά από την εποχή του. Ο Καστανάκης υπέγραψε στα εννιά τεύχη του περιοδικού ως «καλλιτεχνικός διευθυντής» και με μια παρασκηνιακή καθολική εποπτεία έδειξε στο περιοδικό αυτό την πιο υψηλή του στάθμη ως μάστορας στον τομέα της τυποτεχνίας. 
 
– Τι θα λέγατε με δυο λόγια για να περιγράψετε αυτόν και το έργο του; 

– Κοιτώντας την περίπτωσή του έχουμε να κάνουμε με ένα πληθωρικό και εκλεκτό ταλέντο. Ηταν ταυτόχρονα γελοιογράφος, σκιτσορεπόρτερ, εικονογράφος, γραφίστας, φωτογράφος, έως και σκηνογράφος. Ολα αυτά συνιστούν ένα απίστευτο δημιουργικό εύρος, που δεν ξέρω αν έχουμε ξαναδεί αντίστοιχό του στη δουλειά Ελληνα δημιουργού, μέσα στον χώρο που ονομάζουμε «εφαρμοσμένες τέχνες».

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός-2
Aπό αριστερά: Τουριστική αφίσα του 1935, έκδοση του Γραφείου Ελληνικού Τουρισμού.

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός-3
To οπισθόφυλλο του δεύτερου τεύχους του περιοδικού «Αθήναι» (Νοέμβριος 1934)

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός-4
Το εξώφυλλο του τελευταίου, ένατου τεύχους του περιοδικού «Αθήναι» (Ιούνιος 1935)

Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός-5
Δείγμα διαφημιστικής μακέτας για τσιγάρα της εποχής, δημοσιευμένης σε εφημερίδες το 1937 ή το 1938. Αποδίδεται στον Νίκο Καστανάκη μόνο αν την κοιτάξει κανείς προσεκτικά, διακρίνοντας κάτω δεξιά τα αρχικά «ΝΙ.Κ.».
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή