Μυαλά και βλέμματα χαμένα…

Μυαλά και βλέμματα χαμένα…

Η Τζόι Σορμάν καταγράφει έναν κόσμο τον οποίο οι πολλοί, «κανονικοί», άνθρωποι αγνοούμε: αυτόν ενός ψυχιατρείου

3' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

JOY SORMAN
Στην τρέλα
μτφρ. Αριάδνη Μοσχονά
εκδ. Πόλις, σελ. 269

Ενα κλειδί. Για όλα. Ανοίγει πόρτες δωματίων και πόρτες γραφείων, ντουλάπια, συρτάρια, την αίθουσα αναψυχής και την μπαλκονόπορτα που οδηγεί στον κήπο για ένα τσιγάρο. Γιατί είναι όλα κλειδωμένα, ανοίγουν με άδεια, τίποτα δεν είναι ανοιχτό, ελεύθερο, απρογραμμάτιστο, επιτρεπτό. Είναι ένας χώρος εγκλεισμού, στέρησης της ελευθερίας, ακούσιας παραμονής, θεραπείας ή τέλειας ανισορροπίας, ένα μισητό μέρος και ταυτόχρονα μια ασφαλής φωλιά. Το περίπτερο 4Β του ψυχιατρικού νοσοκομείου γίνεται για τη συγγραφέα ο σταθερός προορισμός της μία φορά την εβδομάδα και για ένα χρόνο.

Παρατηρεί και καταγράφει, συμμετέχει διακριτικά κι όσο της επιτρέπεται, προσεγγίζει τους ασθενείς και την προσεγγίζουν κι εκείνοι, είναι ένα ξένο σώμα και γι’ αυτό ακίνδυνο κι αδιάφορο, που δεν κραυγάζει, δεν παίρνει φάρμακα, δεν φοράει την μπλε χάρτινη ψυχιατρική πιτζάμα, δεν έχει κρίσεις, δεν μπαίνει σε απομόνωση, ούτε την απειλεί μια σύριγγα που ηρεμεί, κοιμίζει, εξουθενώνει.

Η συγγραφέας προσεγγίζει τόσο την πλευρά των ασθενών όσο και αυτή των νοσηλευτών, των κοινωνικών λειτουργών, των γιατρών, των θεραπευτών.

Υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος μέσα στο ψυχιατρείο. Ανθρωποι που αναγνωρίζουν ότι κάτι δεν πάει καλά και αποζητούν ή αποδέχονται βοήθεια, άλλοι που αρνούνται πεισματικά ότι το μυαλό τους δεν αναγνωρίζει την πραγματικότητα με τον τρόπο των άλλων, των πολλών, εκείνων που δεν είναι τρελοί. Η Σορμάν παρακολουθεί ολόκληρη τη ζωή της μονάδας. Ενας προς έναν οι ασθενείς εμφανίζονται στις σελίδες με την όψη τους ταλαιπωρημένη και ωχρή, το δέρμα άλλοτε με τατουάζ ή τραύματα από απόπειρες αυτοκτονίας, περιποιημένοι με τον τρόπο τους ή αφημένοι τελείως, γεμάτοι φόβο και αγωνία, σιωπηλοί ή παραληρώντας με επίπλαστο κέφι στην έξαρση και στη μανία, να σέρνονται στην κατάθλιψη και στην πτώση. Τους ενώνει το χαμένο τους βλέμμα, αυτό που αφήνει η χημεία που ρέει στο αίμα τους. Φάρμακα συνδυασμένα και πολλά, δόσεις που επανεξετάζονται και τροποποιούνται μέχρι να επιτευχθεί το ζητούμενο, να είναι ήρεμοι, στοιχειωδώς λειτουργικοί, να μη βλάπτουν τους άλλους ασθενείς, τους νοσηλευτές, τους γιατρούς, κυρίως τον εαυτό τους.

Να ζουν την ανίατη οδύνη τους μέρα τη μέρα περιμένοντας να βγουν, να γυρίσουν σπίτια τους, να νιώσουν δυνατοί και θεραπευμένοι, να κόψουν τα φάρμακα και υποτροπιάζοντας να επιστρέψουν εκεί που ίσως τελικά θα πεθάνουν. Μόνοι τους, με μόνη συντροφιά τις φωνές που ακούνε μόνο εκείνοι και τους υπαγορεύουν πράξεις αποτρόπαιες, σκέψεις απίστευτες, ανερμήνευτες συμπεριφορές, που τους οδηγούν στο οδυνηρό περιθώριο.

Μυαλά και βλέμματα χαμένα…-1Η συγγραφέας ακούει, κατανοεί, συμμερίζεται και τους άλλους όμως. Τους νοσηλευτές, τους κοινωνικούς λειτουργούς, τους γιατρούς, τους θεραπευτές. Ζουν ανάμεσα στους σχιζοφρενείς, στους ψυχωτικούς, στους διαταραγμένους ανθρώπους, αναπτύσσοντας μαζί τους σχέσεις ασταθείς, εξαρτώμενες από όσα έχουν να αντιμετωπίσουν στην καθημερινότητα, στις συνεδρίες, στις εξόδους, στην προσπάθεια να κατανοήσουν, να βοηθήσουν, ή απλώς να ανακουφίσουν αυτή την εσωτερική πάλη, τον πόνο που δεν περιγράφεται, δεν μπορεί να ιαθεί, μόνο υπάρχει.

Τι γεννάει την τρέλα; Μια γενετική αστοχία στον εγκέφαλο, η βαριά κληρονομικότητα, τα φοβερά τραύματα της παιδικής ηλικίας; Πώς ξεχωρίζει ακόμη κι ένας γιατρός αυτό που είναι η σχιζοφρένεια από αυτό που σε οριακές συμπεριφορές και συνθήκες παριστάνει ότι είναι; Γιατί περικόπτονται το προσωπικό και οι δαπάνες για την ψυχιατρική φροντίδα; Γιατί οι δομές δεν επαρκούν; Γιατί η γραφειοκρατία γιγαντώνεται για να συνθλίψει κι αυτή με τη σειρά της ό,τι απομένει από αυτά τα ανθρώπινα ράκη που παλεύουν με τον ίδιο τους τον εαυτό έως θανάτου; Τα ερωτήματα αυτά και πολλά άλλα αναβλύζουν στο βιβλίο καθώς η συγγραφέας προσπαθεί να αποτυπώσει μια πραγματικότητα οριακή και άγνωστη για τους πολλούς, η οποία γεννά φόβο και άρνηση.

Η ψυχιατρική μπορεί να περιόρισε τη θεραπεία με ηλεκτροσόκ, με περίδεση, με χρήση βίας. Αύξησε τη χορήγηση φαρμάκων, επέτρεψε στους ασθενείς να συμμετέχουν σε δράσεις και να μιλούν, να εκφράζονται όπως μπορούν αποκαλύπτοντας το βαθύ σκοτάδι τους, απρόσιτο και για τους ίδιους πολύ συχνά.

Παρέμεινε όμως ένας χώρος άσκησης εξουσίας κι αυτό η γραφή της Σορμάν το αναδεικνύει με τον εναργέστερο τρόπο. Χωρίς προκατάληψη, χωρίς στερεότυπα, με ταπεινότητα και θλίψη περιγράφει τη σκληρότητα ενός σύμπαντος που συγκρούεται με τη λογική, τα αισθήματα, τις σχέσεις, για να αφήσει στο τέλος τον ειρωνικό και στοργικό μορφασμό των ηττημένων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή