Ενα σκάνδαλο του μακρινού 1735 στο Λονδίνο, όταν δόθηκε η πρεμιέρα της νέας όπερας του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ, «Αλτσίνα», στο Κόβεν Γκάρντεν, από τις πλέον εμπνευσμένες στιγμές του μεγάλου Γερμανού που μεσουράνησε στην Αγγλία.
Αριστούργημα που το 2016 είχε μεταφέρει επιτυχημένα η ομάδα «Ραφή» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων (σε μεταγραφή για κουαρτέτο εγχόρδων και τσέμπαλο).
Ομως, η πρεμιέρα είχε και το σκάνδαλό της. Και αυτό είχε να κάνει με τη χρήση του μπαλέτου, πράγμα συνηθισμένο στις όπερες της εποχής. Και εδώ ερχόμαστε σε μια ιδιαίτερη γυναικεία φιγούρα που μοιάζει να βγήκε μέσα από μυθιστόρημα: τη Γαλλίδα χορεύτρια Μαρί Σαλέ (Marie Sallé).
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, η Σαλέ χόρεψε «χωρίς φούστα, χωρίς φόρεμα, αφήνοντας εκτεθειμένη τη φυσική της κώμη, δίχως ούτε ένα στολίδι στην κεφαλή της». Για το αγγλικό κοινό της εποχής, η Σαλέ χόρευε γυμνή.
Το αγγλικό κοινό την υπέμεινε για δεκαοκτώ βραδιές, αλλά στην τελευταία παράσταση τη γιουχάισε άγρια.
Γεννημένη το 1707 (ήταν 28 χρόνων όταν χόρεψε στην «Αλτσίνα»), η Σαλέ αμφισβήτησε τον ανδροκρατούμενο κόσμο του μπαλέτου, «πείραξε» τα παραδοσιακά γυναικεία κοστούμια, σε ηλικία είκοσι χρόνων χόρευε στην Οπερα του Παρισιού σε μουσικές του εξαίσιου Ζαν-Φιλίπ Ραμό, ήρθε σε σύγκρουση με τη διοίκηση, για να καταφύγει στο Λονδίνο το 1734.
Εκεί παρουσίασε το πιο διάσημο έργο της, τον «Πυγμαλίωνα»: ούσα η ίδια στον ρόλο του αγάλματος που ζωντανεύει, πρώτη αυτή σχεδίασε τη χορογραφία, φορώντας αρχαιοελληνικούς μανδύες και σανδάλια, αφήνοντας τα μαλλιά της ελεύθερα, πράγμα ανήκουστο για την εποχή της περούκας.
Επειτα, ήρθε η «Αλτσίνα». Το αγγλικό κοινό την υπέμεινε για δεκαοκτώ βραδιές, αλλά στην τελευταία παράσταση τη γιουχάισε άγρια. Εξοργισμένη, η Σαλέ εγκατέλειψε την Αγγλία για πάντα και ο Χέντελ αφαίρεσε έκτοτε τα κομμάτια του μπαλέτου από την περίφημη όπερα. Η Σαλέ επέστρεψε στο Παρίσι, χόρεψε μερικές φορές στις Βερσαλλίες και άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο τον Ιούνιο του 1756.
Ο κύριος Γκρι προτείνει μια κλασική ηχογράφηση της όπερας, του 1959, με την Τζόαν Σάδερλαντ στον κεντρικό ρόλο και την Ορχήστρα και τη Χορωδία της Ραδιοφωνίας της Κολωνίας να διευθύνει ο Φέρντιναντ Λάιτνερ (εταιρεία: Membran Music Ltd). Ακούγοντας την εξαιρετική αυτή εκτέλεση, ο κύριος Γκρι μελαγχολεί για τον χορό της ημίγυμνης Μαρί, που κατάπιε ο χρόνος για πάντα. Τη χορογραφία της που έσβησε όπως σβήνουν οι παραστάσεις, μένοντας ζωντανές μονάχα στις μνήμες των θεατών τους. Η φιγούρα της ατίθασης αυτής Γαλλίδας στο Λονδίνο, ωστόσο, επιζεί πέρα από τις μνήμες όσων είχαν την τύχη να τη δούνε ζωντανά.