«Ποιος είμαι»: το πιο δύσκολο αίνιγμα

«Ποιος είμαι»: το πιο δύσκολο αίνιγμα

«Οιδίπους τύραννος» στο θέατρο της Ανδρου, σε σκηνοθεσία Σίμου Κακάλα, με τον Γιάννη Στάνκογλου στον ομώνυμο ρόλο

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ιοκάστη: «Δυστυχισμένε άνθρωπε…Μακάρι ποτέ να μη μάθεις ποιος είσαι…», Οιδίπους τύραννος (428 π.Χ.)

Σκηνικός χώρος: το ανοικτό θέατρο της Ανδρου, κτισμένο σε μια ειδυλλιακή πλαγιά της Χώρας, με φυσική κλίση και πανοραμική θέα προς τον νότο, προστατευμένο από τον άνεμο και πλήρως εναρμονισμένο με το φυσικό περιβάλλον του νησιού.

Το έργο: η σοφόκλεια τραγωδία «Οιδίπους τύραννος». Πρωταγωνιστεί ο πιο τραγικός και «μοιραίος» ήρωας της αρχαίας δραματουργίας. Κορίνθιος ξένος, Θηβαίος γηγενής. «Πλαστός» γιος που αναζητεί την ταυτότητά του. «Ανόσιος» και «ανέστιος». Πατροκτόνος και αιμομίκτης. Πανίσχυρος και ταυτόχρονα ο πιο αδύναμος άνδρας της πόλης. Αθελά του γίνεται το μίασμα της Θήβας. Την απελευθερώνει από τη Σφίγγα και καταδικασμένος να λύνει αινίγματα αντιμετωπίζει το πιο δύσκολο από αυτά, εκείνο της ίδιας του της ύπαρξης. Ο Οιδίποδας είναι το πρότυπο του τραγικού ήρωα, που συμπυκνώνει όλες τις αντιφάσεις της ανθρώπινης οντότητας. Εντυπωσιακό στο σοφόκλειο δράμα είναι η αφοσίωσή του στην αναζήτηση της αλήθειας, ακόμη και όταν υποπτεύεται ότι αυτή μπορεί να τον καταστρέψει.

Ο Σίμος Κακάλας ύστερα από πολυετή σκηνοθετική έρευνα πάνω σε διαφορετικά δραματουργικά είδη, από το δραματικό ειδύλλιο («Γκόλφω», 2004) έως το αρχαίο δράμα («Ορέστης», 2015), σκηνοθέτησε τον «Οιδίποδα» σαν ένα «τελετουργικό εξαγνισμού», και το παρέστησε πάνω σε μια εξέδρα, σε ένα απλό ξύλινο πατάρι, που σκηνογράφησε ο Γιάννης Κατρανίτσας.

Στο «πατάρι», με τη μορφή ανοιχτού πετάλου, κινούνται τα σώματα του δωδεκαμελούς χορού, ντυμένα κάπως άχαρα στα μαύρα κοστούμια τους, αναδεικνύοντας παράλληλα και τους ρόλους των δραματικών προσώπων στις κρίσιμες στιγμές των συγκρούσεών τους.

Ο Κακάλας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον χορό των Θηβαίων «αρίστων» πολιτών, τα μέλη του οποίου αναδεικνύει σαν ένα ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο. Ρυθμίζει συνεχώς τη σχέση του χορού με τους χαρακτήρες και μέσα από τη διαλεκτική επικοινωνία των σωμάτων τους, αποκαλύπτει και τα τραγικά πρόσωπα του Οιδίποδα, της Ιοκάστης, του Τειρεσία και του Κρέοντα. Ο χορός «συστρέφεται», «θρηνεί» και «αγωνιά», αναζητεί τους τρόπους για να αποσαφηνιστούν τα «θεϊκά σημάδια» και να λυτρωθεί η πόλη από τον φονικό λοιμό. Ο χορός κινείται και μιλάει σαν ένα σώμα πολιτών, χωρίς ωστόσο το κάθε μέλος αυτού του θεάτρου – «συνόλου» να χάνει την ατομικότητα και την ιδιαιτερότητά του.

Ο σκηνοθέτης δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον χορό των Θηβαίων, ο οποίος κινείται και μιλάει σαν ένα σώμα πολιτών.

Ο σκηνοθέτης επιτυγχάνει να δώσει μία φόρμα στον χορό με συγκροτημένους και σωστά ισορροπημένους σχηματισμούς, αξιοποιώντας συνδυαστικά τη χρήση της μάσκας, ένα προσωπείο που μαζί με το σώμα των ηθοποιών γίνεται ζωτικό κύτταρο της παράστασης. Η Μάρθα Φωκά φιλοτέχνησε τις μάσκες των γερόντων – ικετών ως έργα τέχνης και ο Φώτης Σιώτος πλαισίωσε επί σκηνής, με ένα συνδυασμό σύγχρονης και παραδοσιακής μουσικής, όλες τις σκοτεινές πτυχές αυτής της τραγικής ιστορίας. Ο Κακάλας δεν χρησιμοποίησε οπτικοακουστικές επεξηγήσεις, δεν κατέφυγε σε βιντεοσκοπημένες σκηνές της θεατρικής δράσης, δεν συμβολοποίησε πρόχειρα και επιφανειακά τα βασικά νοήματα του έργου, ούτε χρησιμοποίησε εξεζητημένα οπτικά σκηνογραφικά ή ενδυματολογικά εφέ για να τονίσει τους ανεκτίμητους θησαυρούς της τραγωδίας.

Αμεσα και χωρίς υπαινιγμούς, με λιτή και αφαιρετική σκηνική μέθοδο, ανέδειξε τις λεκτικές μονομαχίες του Οιδίποδα με τον Κρέοντα και τον Τειρεσία, διατηρώντας τον χορό των Θηβαίων πολιτών παρόντα σε όλη τη διάρκεια των αλλεπάλληλων δραματικών συγκρούσεων.

Ο Γιάννης Στάνκογλου στον ρόλο του Οιδίποδα αναμετρήθηκε με έναν από τους πιο δύσκολους θεατρικούς ρόλους και έζησε μια σύνθετη θεατρική εμπειρία. Πληθωρικός κι ευαίσθητος, καταριέται τον εαυτό του ως «μίασμα» της πόλης. Γεμάτος ένταση και αγωνία, προσπαθούσε διαρκώς να συγκρατήσει τον πανικό των Θηβαίων, να λύσει τους θεϊκούς χρησμούς σχετικά με την ταυτότητά του, να απαντήσει στο πιο τρομακτικό για κάθε άνθρωπο ερώτημα: «Ποιος είμαι;».

Η Ιοκάστη της Μαριλίτας Λαμπροπούλου δεν ήταν η κυρίαρχη βασίλισσα, ούτε φωνητικά ούτε κινησιολογικά. Η ηθοποιός ως «τραγική μητέρα των παιδιών του παιδιού της» δεν απέδωσε ούτε στο ελάχιστο μια αυθεντική αίσθηση οδύνης, απόγνωσης και ψυχικής εξάντλησης, ακόμη και στις στιγμές που ο σκηνοθέτης προσπάθησε να τη διασώσει, υποδεικνύοντάς της ένα «κόντρα» παίξιμο στον στόμφο της τραγωδίας. Η Ιοκάστη της Λαμπροπούλου «απαγχονίζεται» κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Ο Χρήστος Μαλάκης ως μάντης Τειρεσίας και ο Γιάννης Νταλιάνης στον ρόλο του Κρέοντα κυριάρχησαν με το σωστό υποκριτικό τους μέγεθος και μέτρο, καθώς ανέλαβαν να καλύψουν με το ταλέντο και την εμπειρία τους όλη την κλίμακα των δραματικών αποχρώσεων αυτής της ιεροτελεστίας. Επαρκής, αν και σχηματική σε πολλά σημεία, η ερμηνεία του Γιώργου Αμούτζα στον ρόλο του Αγγελιοφόρου.

Το πεπρωμένο

Η αμφισβήτηση των χρησμών, η τραγικότητα της ανθρώπινης φύσης, η εξουσία της θεϊκής βούλησης, το πεπρωμένο που «πρέπει να γίνει» ώστε να συντελεστεί με μαθηματική ακρίβεια το απόλυτο της καταστροφής. Ο Οιδίποδας σαν ζώο αγριεμένο, ουρλιάζει για τη δύσμοιρη τύχη του: «Κατάρα είμαι για τους θεούς. Θάνατος για τους ανθρώπους. Ολα τα λάθη μου τα έκανα σωστά». Και ο χορός τραγουδά: «Ο,τι ζει, πεθαίνει. Ο,τι φωνάζει, σωπαίνει».

​​​​​​H κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο Τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT