Οταν ξέρεις για τι γράφεις και για τι μιλάς

Οταν ξέρεις για τι γράφεις και για τι μιλάς

Χάρηκα που πήρα στα χέρια μου το τελευταίο βιβλίο του Φώτη Απέργη «Γίνεται παρεξήγηση και δίνουν την εξήγηση» (εκδόσεις Αγκυρα)

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χάρηκα που πήρα στα χέρια μου το τελευταίο βιβλίο του Φώτη Απέργη «Γίνεται παρεξήγηση και δίνουν την εξήγηση» (εκδόσεις Αγκυρα). Οπως επίσης και το προηγούμενό του «Η Κάλλας, ο Μινωτής, ο Κουν και τα μαγειρευτά της Κάκιας» (από τα εκπαιδευτήρια Ελληνογερμανική Αγωγή). Χάρηκα όχι μόνο γιατί είναι μεστά βιβλία, αλλά και γιατί ο Φώτης Απέργης μου θύμισε μια γενιά δημοσιογράφων, με την οποία έχω συνδέσει τα φοιτητικά μου χρόνια, όπως και τα επαγγελματικά. Με τη Μαρία Κατσουνάκη, τη Βένα Γεωργακοπούλου, την Κατερίνα Σχινά, τον Βασίλη Καλαμαρά, τη Μαρία Μαραγκού. Στα ρεπορτάζ, στις συνεντεύξεις και στα άρθρα γνώμης τους διέκρινα βαθιά γνώση, αλλά και πάθος για το αντικείμενο και συνάμα τεκμηρίωση και ψυχραιμία στην παρουσίαση.

Στο κείμενο της Μαρίας Κατσουνάκη την περασμένη Κυριακή στην «Κ», με αφορμή το βιβλίο του Φώτη Απέργη, έμεινα στο σχόλιό του ότι «υπάρχουν συνάδελφοι πλέον που αντιλαμβάνονται τη συνέντευξη σαν μια αποστολή γραπτών ερωτήσεων. Και δεν νιώθουν ενοχή γι’ αυτό. Σε εμάς ήταν αδιανόητο να στείλουμε γραπτές ερωτήσεις». Φυσικά, δεν είναι μόνο η μη αποστολή γραπτών ερωτήσεων το ζητούμενο, είναι η στάση των ανθρώπων αυτών απέναντι στο καθημερινό ρεπορτάζ-θέμα τους, τη δουλειά τους, το λειτούργημά τους. Ο Φώτης Απέργης στο ίδιο κείμενο της «Κ» λέει, χρησιμοποιώντας μία ρήση του Αργεντινού Ερνέστο Σάμπατο, πως οι σημαντικοί καλλιτέχνες που γνώρισε στη δημοσιογραφική του πορεία τού έδωσαν την ευκαιρία να γνωρίσει τις τέχνες χωρίς το τυφλό βλέμμα του τουρίστα.

Οι νεότερες γενιές δημοσιογράφων –ανεξάρτητα από την επαγγελματική τους εξειδίκευση– έχουν εθιστεί στην ευκολία του Διαδικτύου και της αντιγραφής από το, ουσιαστικά κατευθυνόμενο, υλικό των δελτίων Τύπου. Συλλέγουν πληροφορίες και τις παρουσιάζουν αχώνευτες. Επίσης, όλο και εντονότερη είναι η τάση να εμφανίζονται δημοσιογραφικά κείμενα επηρεασμένα από τη γραφή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία περισσεύει η άποψη και όχι η γνώση. Λείπει το γνωσιακό βάθος, που βοηθά στην πληρότητα του κειμένου, στην αξιολόγηση, την ορθή κρίση και την οξυδέρκεια. Απουσιάζουν το πάθος, το μεράκι και, εντέλει, οι δημοσιογράφοι αρκούνται στην ακατέργαστη γνώση του τουρίστα. Και άλλο πράγμα ο κόπος για ένα κείμενο (κάτι που φαίνεται) και άλλο η κούραση από τον όγκο της δουλειάς και την πολυδιάσπαση, που είναι σημεία των καιρών.

Δεν είναι μόνο δική τους ευθύνη. Είναι και θέμα καθοδήγησης. Είναι, φυσικά, και ζήτημα για ποιο λόγο θέλει να γίνει κάποιος δημοσιογράφος, πώς εκπαιδεύεται γι’ αυτό, αλλά και με ποιες «αποσκευές» προσέρχεται σε αυτό. Κάθε γενιά έχει τις δικές της προσλαμβάνουσες, διαμορφωμένες από την οικογένεια, τον κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο, το σχολείο, το πολιτισμικό περιβάλλον. Δεν είναι ορθό να γενικεύουμε, αλλά δεν μπορεί η εξαίρεση, απενοχοποιητικά, να καλύπτει τους πολλούς και ο κανόνας να αφορά τους λίγους. Το αντίθετο συμβαίνει.

Συναντώ τον Φώτη Απέργη τα τελευταία χρόνια σε θεατρικές παραστάσεις, κυρίως στην Επίδαυρο. Εχουμε συστηθεί. Την τελευταία φορά με χαιρέτησε στον ενικό και τον αγκάλιασα από χαρά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή