Φώτης Απέργης στην «Κ»: Γίνεται παρεξήγηση και δίνω την εξήγηση!

Φώτης Απέργης στην «Κ»: Γίνεται παρεξήγηση και δίνω την εξήγηση!

Ενα βιβλίο που «βάφτισε» ο Χατζιδάκις

5' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτή τη φορά, θα ρωτούσα όχι τόσο για να πάρω απαντήσεις αλλά για να «ξαναβρώ» μαζί με τον Φώτη Απέργη μια δημοσιογραφική γενιά, που έκανε τα πρώτα της βήματα στη δεκαετία του ’80. Τη γενιά μας. Ο 60χρονος Φώτης είναι εξέχον μέλος της. Οχι μόνο λόγω τίτλων (τα τελευταία 3 χρόνια είναι διευθυντής των μουσικών σταθμών της ΕΡΤ, υπήρξε υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» και αρχισυντάκτης του πολιτιστικού περιοδικού «7» της ίδιας εφημερίδας) αλλά και λόγω «περιεχομένου». Το 40χρονο μουσικό αρχείο του, από εφημερίδες και ραδιοσταθμούς, αριθμεί δεκάδες συνεντεύξεις του με Ελληνες και ξένους μυθικούς δημιουργούς. Αποφάσισε να επιλέξει και να καταγράψει σε ένα βιβλίο ορισμένες από αυτές όχι μεταφέροντας απλώς τις συνομιλίες αλλά συνθέτοντας πορτρέτα εποχών και προσώπων. Πηγαίνοντας, λοιπόν, να τον συναντήσω, στο γραφείο του στην ΕΡΤ, η προσμονή για το συναδελφικό μοίρασμα ισορροπούσε με την περιέργεια, που παραμένει ο κινητήριος μοχλός γι’ αυτό το επάγγελμα. Πώς συγκρότησε αυτό το απολαυστικό ανάγνωσμα των 400 σελίδων, γεμάτο από θαυμαστές συναντήσεις (από τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη ώς τον Πολ Μακάρτνεϊ, τους Ρόλινγκ Στόουνς και τη Μαντόνα), τόσο μεθοδικά αλλά και αβίαστα, ανάλαφρα, όπως αρμόζει σε μια χορογραφία ζωής που δεν χάνει τον βηματισμό της ούτε ξεμένει από ιδέες ή αντοχές.

Ζήσαμε όταν αποχωρούσε από τη ζωή ο Χατζιδάκις και συγχρόνως ένας κόσμος ολόκληρος συναγωνίζονταν για τα πρωτεία της δευτεράντζας.

Το «Γίνεται παρεξήγηση και δίνουν την εξήγηση» (εκδόσεις Αγκυρα, προλογίζει η Χάρις Αλεξίου, επιμελείται η Κατερίνα Σχινά) δεν είναι μόνο μια βιωματική ιστορία· είναι πολλές ιστορίες που συνθέτουν ένα μοναδικό –«αποκλειστικό»– βίωμα. Από τον τίτλο του κιόλας, που προκύπτει από μια συνέντευξή του με τον Μάνο Χατζιδάκι το 1991, στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Του είχε πει τότε, ολοκληρώνοντας τη συζήτησή τους, ο Χατζιδάκις: «Υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο εμπόρευμα και στο καλλιτέχνημα. Το πρώτο παρασκευάζεται για να καταναλωθεί. Το δεύτερο μπορεί να είναι πολύ, λιγότερο ή καθόλου επιτυχές για εμπορία, όμως, η ειλικρίνεια των προθέσεών του του προσδίδει σοβαρότητα και αυθεντικότητα. Δυστυχώς, η λέξη “τραγούδι” χρησιμοποιείται και στις δύο περιπτώσεις. Γι’ αυτό αναγκαζόμαστε κάθε τόσο να κάνουμε διευκρινίσεις». Τον ρώτησε ο Φ. Απέργης αν είχε καμιά ιδέα για τον τίτλο. Απάντησε χαμογελώντας: «Γίνεται παρεξήγηση και δίνω την εξήγηση!»

Ρωτώ τον Φώτη πώς ένιωθε όταν «συναντούσε» τους παλιούς εαυτούς του, ανασκαλεύοντας το αρχείο: «Κυρίως ένιωθα τυχερός, όπως νιώθω πάντα. Προλάβαμε αρκετούς από τους σημαντικούς καλλιτέχνες και δημιουργούς, εν ενεργεία. Ζήσαμε στην 30ετία που ήταν στο αποκορύφωμά τους από τις σημαντικότερες προσωπικότητες αυτών των μεταβατικών εποχών. Ζήσαμε όταν αποχωρούσε από τη ζωή ο Χατζιδάκις και συγχρόνως ένας κόσμος ολόκληρος συναγωνίζονταν για τα πρωτεία της δευτεράντζας. Εμείς ζήσαμε και τα δύο. Aρχισα να γράφω γιατί πολλές φορές σε παρέες όλα αυτά τα χρόνια έλεγα ιστορίες και με κοιτούσαν έκπληκτοι: μα με τον Γκιλέσπι, με τον Τζέιμς Μπράουν, πρέπει να τα γράψεις αυτά… Μόνιμη επωδός. Ηταν θεραπευτική η διαδικασία ήδη από την αφήγηση. Αισθανόμουν επίσης και μια ευθύνη γι’ αυτό το υλικό».

Θρηνούμε τόσο ελαφρά που ελπίζουμε τόσο λίγο

Με απασχολεί πολύ και το μοιράζομαι μαζί του πόσο έχει αλλάξει –και αν– η διαδικασία της συνέντευξης.

«Υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι πλέον που αντιλαμβάνονται τη συνέντευξη σαν μια αποστολή γραπτών ερωτήσεων», σχολιάζει ο Φώτης. «Και δεν νιώθουν ενοχή γι’ αυτό. Σε εμάς ήταν αδιανόητο να στείλουμε γραπτές ερωτήσεις. Χρειάστηκε να το κάνω με τον Παβαρότι επειδή δεν είχα άλλη επιλογή. Είμαστε περιστοιχισμένοι από πλάνες. Συνηθίσαμε, για παράδειγμα, να μιλάμε για “μουσικές ακαδημίες” εννοώντας τα τηλεοπτικά ριάλιτι, αγνοώντας ότι υπάρχουν σοβαρά πανεπιστημιακά τμήματα μουσικών σπουδών από την Αθήνα έως το Ρέθυμνο. Αρκούμαστε σε μια ρηχότητα στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα αλλά και στον τρόπο που θρηνούμε τόσο ελαφρά που ελπίζουμε τόσο λίγο. Κάποτε η διαταραχή προσοχής ήταν πάθηση. Σήμερα είναι ένας τρόπος κατανάλωσης τον οποίο αξιοποιούν οι αλγόριθμοι. Γι’ αυτό, όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες, και οπωσδήποτε παραγωγοί, δημιουργούν τραγούδια με προδιαγραφές ringtone. Μέσ’ από τη μικρή οθόνη παγιώνεται η μεγάλη μετριότητα. Πάντα υπήρχαν μουσικοί με κάποιο ταλέντο διαφημιστή. Σήμερα ευδοκιμούν οι διαφημιστές με κάποιο ταλέντο μουσικού».

Φώτης Απέργης στην «Κ»: Γίνεται παρεξήγηση και δίνω την εξήγηση!-1Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που συνάντησε στη συγγραφή του βιβλίου; «Δεν είχε νόημα να είναι ένα βιβλίο με αποσπάσματα από συνεντεύξεις αλλά κάτι περισσότερο. Να δείχνει πώς αλλάζει ο δημόσιος λόγος, η δημοσιογραφία, η μουσική κι αυτά να πορεύονται παράλληλα. Κάτι άλλο που ήθελα να δείξω είναι αυτό που με ενδιέφερε προσωπικά: να δημοσιογραφώ ανεξαρτήτως του πεδίου, είτε μιλάω με τον Ακη Πάνου στη φυλακή είτε με τον Νάιτζελ Κένεντι, μου άρεσε πολύ η αντίθεση αυτή. Οταν ο Φυντανίδης και ο Βλαστάρης μου ζήτησαν να αναλάβω το κυριακάτικο, την πρώτη Κυριακή είχα εξώφυλλο τον Πολ Μακάρτνεϊ και τη δεύτερη τον Ακη Πάνου στη φυλακή της Κομοτηνής. Αυτό απολάμβανα».

Μέσ’ από τη μικρή οθόνη παγιώνεται η μεγάλη μετριότητα. Πάντα υπήρχαν μουσικοί με κάποιο ταλέντο διαφημιστή. Σήμερα ευδοκιμούν οι διαφημιστές με κάποιο ταλέντο μουσικού.

«Θα υπάρξουν άλλες μεγάλες προσωπικότητες;», αναρωτιέται και θυμάται την απάντηση δύο καλλιτεχνών από διαφορετικές γενιές: «Ο διάσημος μαέστρος Κουρτ Μαζούρ, που πέθανε το 2015, και ένας από τους πιο καταξιωμένους μας τραγουδοποιούς, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, μου είχαν πει το ίδιο πράγμα: “Δεν αρκούν τα αριστουργήματα, πρέπει και να τα έχουμε ανάγκη”. Και: “Πρέπει να ξαναγίνουμε μεγάλοι ακροατές. Να λειτουργήσουμε ξανά σαν κοινωνία”. Ως μουσικοί σταθμοί της ΕΡΤ προσπαθούμε να ανταποκριθούμε σ’ αυτή την πρόκληση. Το πρώτο που κάναμε τα τελευταία τρία χρόνια, έχοντας μια διοίκηση υποστηρικτική σε προτάσεις και αλλαγές αλλά και εξαιρετικούς συναδέλφους/συνεργάτες, ήταν η παραγωγή 80 νέων θεατρικών παραστάσεων με δεκάδες άξιους σκηνοθέτες και ηθοποιούς που μεταδόθηκαν από το Δεύτερο και το Τρίτο Πρόγραμμα. Πέρυσι δημιουργήσαμε το ertecho.gr, μια νέα πλατφόρμα με όλους τους σταθμούς της ραδιοφωνίας, με on demand μεταδόσεις, αρχειακά ντοκουμέντα, συναυλίες των μουσικών συνόλων και αποκλειστικά podcast».

Τι αποτύπωμα άφησαν πάνω του όλοι οι σημαντικοί καλλιτέχνες που γνώρισε στη δημοσιογραφία; «Οπως θα έλεγε ο Ερνέστο Σάμπατο, μου έδωσαν την ευκαιρία να γνωρίσω τις τέχνες “χωρίς το τυφλό βλέμμα του τουρίστα”. Να περιηγηθώ στο παρασκήνιο που συχνά είναι πιο γοητευτικό από τη σκηνή. Και να ασκηθώ ώστε να κατανοώ και τις μικρότητες των μεγάλων δίχως να υποτιμώ τη σημασία του έργου τους».

«Φώτη, τι οφείλεις σε αυτό το επάγγελμα;», είναι η τελευταία από πολλές ερωτήσεις που έχουν μεσολαβήσει. «Εναν από τους πολύτιμους λόγους μιας ευτυχισμένης ζωής», μου απαντά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή