Οι παραμυθάδες των Χριστουγέννων

Οι παραμυθάδες των Χριστουγέννων

Ντίκενς και Αντερσεν επηρέασαν τη μυθολογία των εορτών όσο λίγοι συγγραφείς – δεν άντεξαν όμως ο ένας τον άλλον

6' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Του Σάκη Ιωαννίδη

Δεν έχουν σταματήσει να κυκλοφορούν για πάνω από έναν αιώνα. Μεταφράστηκαν σε περισσότερες από 100 γλώσσες. Επανεκδόθηκαν χιλιάδες φορές στο πρωτότυπο και σε δεκάδες εκδοχές. Πάντα όμως με την ίδια κατάληξη, όσο χαρούμενη ή σπαρακτική μπορεί να είναι. Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Καρόλου Ντίκενς με πρωταγωνιστή τον τσιφούτη Εμπενίζερ Σκρουτζ και το «Κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, με το μικρό κορίτσι χωρίς όνομα που πεθαίνει από το κρύο πουλώντας σπίρτα ένα βράδυ πριν αλλάξει ο χρόνος, γράφτηκαν σχεδόν μαζί, στα μέσα του 19ου αιώνα, και από τότε κατέκτησαν τη χριστουγεννιάτικη μυθολογία του δυτικού κόσμου.

Οι δύο ιστορίες έχουν κοινή αφετηρία τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους, που αποδεικνύονται διαχρονικά: αλαζονεία του πλούτου και παιδική κακοποίηση.

Οπως θα διαβάσετε παρακάτω, οι δύο συγγραφείς ήρθαν κοντά στην τέχνη τους και στη ζωή. Οι δύο ιστορίες δεν είναι ίδιες, αλλά έχουν κοινή αφετηρία και αφορμή για να μιλήσουν εντέλει για τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους, που αποδεικνύονται διαχρονικά. Η αλαζονεία του πλούτου και η παιδική κακοποίηση –τότε με τη μορφή της αναγκαστικής εργασίας– είναι δύο ζητήματα που δεν έχουν σταματήσει να μας απασχολούν. Παρά τη γεωγραφική απόσταση που χώριζε τους δύο συγγραφείς ο Ντίκενς και ο Αντερσεν συναντήθηκαν από κοντά όταν ο πρώτος ήταν στα 65 του χρόνια και ο δεύτερος στα 52 του και μάλιστα έμειναν κάτω από την ίδια στέγη, σε μια συγκατοίκηση που εξελίχθηκε σε καταστροφή. Η επιρροή που είχαν στη λογοτεχνία της Ευρώπης και του κόσμου ήταν αντιστρόφως ανάλογη με την επίδραση που ασκούσε ο ένας στον άλλο. Σαν δύο λαμπερούς αστέρες σε τροχιά σύγκρουσης.

Μια καταστροφική συγκατοίκηση

Της Μάρως Βασιλειάδου

Τον Ιούνιο του 1847 ο Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, ο οποίος είχε πλέον ξεπεράσει το εμπόδιο της δανικής γλώσσας και χάρη στις μεταφράσεις των παραμυθιών του κέρδιζε την αναγνώριση Ευρώπης και Αμερικής, επισκέφθηκε τη Μεγάλη Βρετανία για πρώτη φορά. Ο μεγάλος Δανός συγγραφέας εισήλθε θριαμβευτικά στην αγγλική καλή κοινωνία ως καλεσμένος της κόμησσας Μπλέσινγκτον, η οποία προσείλκυε στα σουαρέ της την αφρόκρεμα της ευρωπαϊκής διανόησης.

Σε μια τέτοια συγκέντρωση ο Αντερσεν παρουσιάστηκε στον Τσαρλς Ντίκενς, τον οποίο θαύμαζε και αποκαλούσε «μεγαλύτερο συγγραφέα της εποχής μας». Είχαν μια φιλική συνομιλία και στη συνέχεια ο Αντερσεν έγραψε ένα γράμμα στους φίλους του στη Δανία, χαρούμενος από τη συνάντηση. Ο Αντερσεν επίσης έκανε καλή εντύπωση στον ήδη διάσημο Ντίκενς, γιατί λίγες εβδομάδες αργότερα του έστειλε ένα πακέτο με μερικά από τα βιβλία του και μια προσωπική σημείωση.

Αυτή η πρώτη συνάντηση των δύο ανδρών έφερε επίσης κοντά δύο διαφορετικές κουλτούρες: Ο Αντερσεν ήταν παιδί της «χρυσής εποχής» της Δανίας που επικεντρώθηκε στη ρομαντική σκέψη και ο Ντίκενς υπήρξε τέκνο της βικτωριανής εποχής και του κοινωνικού μυθιστορήματος. Κατά τη διάρκεια εννέα χρόνων μετά την επιστροφή του Αντερσεν στη Δανία αναπτύχθηκε μεταξύ τους φιλική αλληλογραφία, η οποία κορυφώθηκε με μια πρόταση φιλοξενίας του Ντίκενς προς τον Δανό συγγραφέα. Τον Μάρτιο του 1857 εκείνος έγραψε στον Ντίκενς λέγοντας ότι θα έφθανε στην Αγγλία τον Ιούνιο για να μείνει 15 ημέρες.

Ο Αντερσεν ήταν παιδί της «χρυσής εποχής» της Δανίας και ο Ντίκενς υπήρξε τέκνο της βικτωριανής εποχής και του κοινωνικού μυθιστορήματος.

Ομως η δεύτερη επίσκεψη και η συγκατοίκηση υπήρξε απολύτως αποτυχημένη. Ο Αντερσεν ήταν κοινωνικά απαίδευτος για τους βρετανικούς κύκλους και δεν κατάφερνε να κρατάει οποιοδήποτε είδος τυπικής συμπεριφοράς, απαιτώντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να γίνεται το επίκεντρο της προσοχής. Το πρώτο πρωινό της επίσκεψής του ανακοίνωσε πως ήταν συνηθισμένο στη Δανία ένας από τους γιους της οικογένειας του οικοδεσπότη να ξυρίζει τον φιλοξενούμενο. Σε απάντηση ο Ντίκενς τού κανόνισε καθημερινό ραντεβού με έναν τοπικό κουρέα. Ο Αντερσεν προκάλεσε επίσης βαθιά σύγχυση στην οικογένεια όταν, λαμβάνοντας μια κακή κριτική για ένα από τα βιβλία του, έπεσε μπρούμυτα στο γρασίδι και άρχισε να κλαίει απαρηγόρητος. Επιπλέον, έμεινε τρεις εβδομάδες περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά αναφέρει.

Αν και προσπάθησε να είναι ένας ευγενικός οικοδεσπότης, ο Ντίκενς άρχισε να κάνει νύξεις στον Αντερσεν να τερματίσει τη διαμονή του. Επίσης, η υπομονή των παιδιών του είχε αρχίσει να εξαντλείται και η κόρη του, Κέιτ, έγραψε αργότερα ότι ο Aντερσεν «ήταν κουραστικός και δεν έλεγε να φύγει».

Εντέλει ο Δανός συγγραφέας αντιλήφθηκε την τεταμένη ατμόσφαιρα στο σπίτι και αποχώρησε. Ο Ντίκενς υπήρξε σχετικά ευγενικός κατά τον αποχαιρετισμό, αν και όταν ο Δανός συγγραφέας επέστρεψε στην πατρίδα του έλαβε μόνο ένα τελευταίο γράμμα σε παγερό τόνο συγκατάβασης και τίποτε άλλο.

Στην πραγματικότητα οι δύο συγγραφείς έμοιαζαν αρκετά στον χαρακτήρα – ευερέθιστοι αλλά με διαφορετικό τρόπο αντίδρασης. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Ντίκενς, του οποίου οι περιστάσεις στην παιδική του ηλικία διαμόρφωσαν τη μυθοπλασία του, και ο Αντερσεν, του οποίου η παιδική ηλικία επηρέασε το γράψιμό του, όταν βρέθηκαν κοντά για μεγάλο διάστημα κόντεψαν να τρελάνουν ο ένας τον άλλο. Ειδικά για τον Ντίκενς, ό,τι έζησε ήταν εφιάλτης. Ετσι, όταν ο Αντερσεν αναχώρησε, ο Ντίκενς έγραψε σε ένα σημείωμα που καρφίτσωσε στο δωμάτιό του: «Ο Χανς [Κρίστιαν] Αντερσεν κοιμήθηκε σε αυτό το δωμάτιο για πέντε εβδομάδες – κάτι που φάνηκε στην οικογένεια αιώνας!».

Ιστορίες με τεράστια δύναμη

Της Μαρίας Τοπάλη

Προσέξατε ποτέ τα μικροσκοπικά ελατάκια που μεγαλώνουν προστατευμένα κάτω από τους μεγάλους συγγενείς, γερά στηριγμένα στο βουνό που τα φιλοξενεί; Oταν μεγαλώσουν θα υποστηρίξουν με τη σειρά τους το βουνό, να μην ξεπλυθεί από τις βροχές το χώμα του, θα φωλιάσουν πλάσματα στα κλαδιά και στις ρίζες τους, θα κάνουν καρπό, θα εμπλουτίσουν τον κόσμο μέσα στον οποίο αναπτύσσονται. Κάπως έτσι συμβαίνει με τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Οι μέρες αυτές έγιναν στον δυτικό πολιτισμό φυτώριο παραγωγής παραμυθιών, που παίρνουν αφορμή όχι πια τόσο από το θρησκευτικό περιεχόμενο της γιορτής, δηλαδή τη γέννηση του Ιησού στη φάτνη της Βηθλεέμ, αλλά από την εορταστική ατμόσφαιρα στον σύγχρονο κόσμο.

Δύο (τουλάχιστον) τέτοια παραμύθια είχαν τόσο μεγάλη δύναμη, που επιβλήθηκαν μέσα στα χρόνια, έγιναν ταινίες, κόμικς, χορευτικά δρώμενα, θεατρικές παραστάσεις και συνεχίζουν ακάθεκτα να εμπνέουν και να συγκινούν μεγάλους και μικρούς. Ο «Σκρουτζ» («Χριστουγεννιάτικη ιστορία») του Καρόλου Ντίκενς (1812-1870) και το «Κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Χανς Κρίστιαν Aντερσεν (1805-1875) δημοσιεύτηκαν με μικρή χρονική απόσταση, το 1843 και το 1845 αντιστοίχως. Και τα δύο εκμεταλλεύονται τη χριστουγεννιάτικη λάμψη για να σκηνοθετήσουν αντιθετικά προς αυτήν τις παραμυθένιες αφηγήσεις τους με φόντο τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους: την αναλγησία του πλούτου, τη φτώχεια και την εκμετάλλευση των παιδιών και των εργαζομένων στις απάνθρωπες πόλεις κατά την επικράτηση της βιομηχανικής επανάστασης.

Ο «Σκρουτζ» και το «Κοριτσάκι με τα σπίρτα» δημοσιεύθηκαν με μικρή χρονική απόσταση, το 1843 και το 1845 αντιστοίχως.

Στη μία ιστορία πρωταγωνιστούν τρία φαντάσματα: δεν υπάρχει στον δυτικό κόσμο κουλτούρα πιο συμφιλιωμένη με τα φαντάσματα από την αγγλοσαξονική που, κυριολεκτικά, τα λατρεύει. Και σήμερα ακόμη ξεφυτρώνουν κάθε τόσο παραμυθάδες από την Αγγλία ή την Ιρλανδία που βάζουν φαντάσματα να πρωταγωνιστήσουν στα έργα τους, σαν να είναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο. Στον Ντίκενς, τα φαντάσματα κάνουν τη δουλειά που στην ορθόδοξη παράδοση θα αναλάμβανε ίσως ένας άγγελος: φέρνουν τον κακό, τσιγγούνη Σκρουτζ στον ίσιο δρόμο – του χαρίζουν όμως ταυτόχρονα και την ικανότητα να χαίρεται και να απολαμβάνει τη ζωή. Τον σώζουν από τη μιζέρια και τη δυστυχία.

Στον Αντερσεν, τα πράγματα είναι σπαρακτικά – σχεδόν κάθε παραμύθι του μεγάλου Δανού καλλιτέχνη έχει έναν πυρήνα σπαραγμού (αρκεί να θυμηθούμε, αντί άλλων, τη Μικρή Γοργόνα και το Ασχημόπαπο). Και εδώ υπάρχει ένα καλό φάντασμα: είναι η γιαγιά που έρχεται να συνοδεύσει την ξεπαγιασμένη μικρή στο τελευταίο της ταξίδι. Ανάμεσα στις πάμπολλες εκδόσεις που κυκλοφορούν στα ελληνικά, ιδιαίτερα ελκυστικός είναι ο «Σκρουτζ» σε κόμικ (Ροντόλφ και Εστέλ Μεϋράν, εκδόσεις Πατάκη) και το πρωτοποριακά εικονογραφημένο «Κοριτσάκι με τα σπίρτα» της Κβέτα Πατσόβσκα (εκδόσεις Καλειδοσκόπιο).

Για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον πλανήτη ο Σκρουτζ και το Κοριτσάκι συνυπάρχουν στη μυθική συστάδα των Χριστουγέννων. Χιλιάδες παιδιά που μεγαλώνουν μακριά από την επιρροή της χριστιανικής θρησκείας δεν πολυξεχωρίζουν ίσως τους ήρωες του Ντίκενς και του Αντερσεν από τα πρόσωπα της Καινής Διαθήκης. Ολοι μαζί συγκροτούν μιαν ατμόσφαιρα που διατηρεί μέσα στους αιώνες συγκίνηση για τον πόνο και ελπίδα για το φως. Διαπλάθονται ξανά και ξανά σε αναδιηγήσεις, αναπαραστάσεις, διασκευές. Στη φάτνη των ποιμένων υπάρχει μόνιμα κρατημένη θέση για τον Εμπενίζερ και για την ανώνυμη μικρή με τις ξανθές μπούκλες και τα γυμνά, μελανιασμένα πόδια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή