Οποιο κι αν είναι το ερώτημα, η «Γαλάζια Ραψωδία» είναι η απάντηση

Οποιο κι αν είναι το ερώτημα, η «Γαλάζια Ραψωδία» είναι η απάντηση

Στις 12 Φεβρουαρίου του 1924, στο Aeolian Hall της Νέας Υόρκης, τότε ακούστηκε για πρώτη φορά

2' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σαν αύριο. Αλλά πριν από εκατό χρόνια ακριβώς. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1924. Αυτός ήταν ο χρόνος. Και ο τόπος: η Αιολική Αίθουσα μουσικής (Aeolian Hall) στη Νέα Υόρκη. Ο Μεσοπόλεμος στο αποκορύφωμά του. Κατ’ άλλους, τα «βροντώδη τουέντις» (Roaring Twenties). Στο κοινό βρίσκονταν ο βιολονίστας Τζάχα Χάιφετζ και ο συνθέτης Σεργκέι Ραχμάνινοφ. Επί σκηνής, η ορχήστρα του Palais Royal με τον αρχηγό της στο πόντιουμ, τον Πολ Ουάιτμαν, από τις πιο διάσημες μορφές που διηύθυναν μεγάλες χορευτικές μπάντες (ο «πατέρας» των Big Bands) και εμπνευστής της συναυλίας, που είχε θεωρηθεί «Πείραμα στη Μοντέρνα Μουσική». Το βασικό ερώτημα ήταν: «Τι είναι η Αμερικανική Μουσική;». Την απάντηση εκείνη τη νύχτα την έδωσε η ίδια η μουσική που ερμήνευσε ο Ουάιτμαν με την ορχήστρα του: η «Γαλάζια Ραψωδία» του Τζορτζ Γκέρσουιν (1898-1937). Για την ακρίβεια, δεν ακούστηκε μόνον αυτό το αριστούργημα εκείνη τη βραδιά, αλλά η «Ραψωδία» ήταν οπωσδήποτε το οργασμικό της μέρος. Οχι όμως και το τελευταίο: για το κλείσιμο επιλέχθηκε –άκουσον άκουσον– το πομπώδες –πιο αγγλικό πεθαίνεις– «Pomp and Circumstance» τού –σπουδαίου βέβαια– Αγγλου συνθέτη Εντγκαρ Ελγκαρ. Ομως εκείνη ήταν η νύχτα της «Γαλάζιας Ραψωδίας». Ο θρύλος λέει ότι ο Ουάιτμαν ναι μεν ανέθεσε στον 25χρονο τότε Γκέρσουιν τη σύνθεση για εκείνη ειδικά τη συναυλία, πλην όμως ο νεαρός Τζορτζ το ξέχασε. Το θυμήθηκε μονάχα όταν διάβασε στην εφημερίδα ότι στο κοινό θα ήταν και ο μεγάλος Ραχμάνινοφ. «Θρύλος ή όχι», σχολιάζει ο κύριος Γκρι, «είναι ωραία ιστοριούλα». 

Ο Γκέρσουιν έγραψε το έργο για δύο πιάνα. Για την μπάντα του Ουάιτμαν το ενορχήστρωσε ο έμπιστος συνεργάτης του συνθέτη, ο Φερντ Γκροφ, ο οποίος αργότερα το μετέγραψε για συμφωνική ορχήστρα (και πιάνο φυσικά). Η τελευταία –πληθωρική– εκδοχή κυκλοφόρησε σε παρτιτούρα πολύ αργότερα, το 1942. Σε αυτή την εκδοχή έγινε αυτό που αγαπήθηκε και αποτέλεσε μέρος του ρεπερτορίου των περισσότερων μεγάλων συμφωνικών συνόλων ανά τον πλανήτη. Ηδη από τις πρώτες εισαγωγικές φράσεις του κλαρινέτου ο ακροατής υποψιάζεται τι πρόκειται να συμβεί. Οι περισσότεροι σήμερα έχουν ταυτισμένη τη συγκεκριμένη μουσική, το κλαρινέτο και τις πρώτες συγχορδίες της ορχήστρας και τις αντίστοιχες του πιάνου που ακολουθεί, με τις εισαγωγικές σεκάνς του «Μανχάταν» του Γούντι Αλεν.

Ο κύριος Γκρι μού θυμίζει κι άλλες στιγμές του Γκέρσουιν: τραγούδια του που αποτέλεσαν τον βασικό κορμό του περίφημου American Songbook: «Someone to Watch Over Me», «Love Is Here to Stay», «The Man I Love». «Και μη λησμονήσουμε το άλλο του αριστούργημα, το “Πόργκι και Μπες”», προσθέτει και βάζει να ακούσουμε τη «Γαλάζια Ραψωδία» με την εξαίσια Κάτια Μπουνιατισβίλι στο πιάνο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή