«Σήμερα δεν περιμένουμε κανέναν»

«Σήμερα δεν περιμένουμε κανέναν»

Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος μιλάει στην «Κ» με αφορμή το έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό», που θα παρουσιάσει στη Στέγη

5' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Συναντώ τον Θεόδωρο Τερζόπουλο σαράντα ημέρες μετά την πρεμιέρα της παράστασης «Περιμένοντας τον Γκοντό», του Σάμιουελ Μπέκετ, στο Teatro Piccolo στο Μιλάνο, η οποία θα παρουσιαστεί τώρα από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Χάρη στην μετάκληση της Στέγης, το αθηναϊκό κοινό θα έχει τη σπάνια ευκαιρία να δει μια από τις πιο σημαντικές παραστάσεις που έδωσε ο κορυφαίος Ελληνας σκηνοθέτης στο εξωτερικό.

Σκέφτομαι τη συγκεκριμένη παράσταση: ένας σταυρός τέμνει ένα μεγάλο τετράγωνο στο κέντρο της σκηνής. Φέρνει στον νου πέτρινη επιτύμβια στήλη από αυτές που συναντάς σε ερημωμένα ευρωπαϊκά κοιμητήρια, αυστηρό εξώφυλλο δερματόδετης Βίβλου ή ακόμη και βιτρό καθεδρικού ναού.

Μου εξηγεί πως εκείνος την αποκαλεί «ομιλούσα εγκατάσταση», αφού όλα τα στοιχεία της παράστασης –οι μουσικές, τα σκηνικά αντικείμενα, οι φωνές και τα σώματα των ηθοποιών– συνυπάρχουν ισότιμα για να μεταφέρουν τα νοήματα του κειμένου. Επιχειρώ μια εξήγηση, αφού πρώτα έχω ξεκαθαρίσει πως το αντικείμενό μου δεν είναι το θέατρο. «Ούτε και το δικό μου είναι», λέει γελώντας. «Στο εξωτερικό με κατατάσσουν στους ανθρωπολόγους και έτσι είναι, εμένα με ενδιαφέρει ο άνθρωπος».

«Κινούμενη άμμος»

Αναφέρει πως το έργο του Μπέκετ είναι κινούμενη άμμος. «Εσύ είσαι εδώ και το κείμενο έχει πάει πιο κάτω, κι εκεί που πας να πλησιάσεις το νόημα, αυτό έχει μεταφερθεί πάλι αλλού. Οπως και με τις αρχαίες τραγωδίες έτσι και η “ποίηση” του Μπέκετ χαρακτηρίζεται από την αιώρηση των πραγμάτων. Δεν μπορείς να διακινδυνεύσεις σαφείς ερμηνείες, έχεις μόνο ερωτηματικά. Στον «Γκοντό», με δυσκόλευε η έννοια του ερημικού τοπίου, όπως ορίζεται στο έργο, γιατί ερημικό μπορεί να είναι οτιδήποτε. Μόνοι μπορεί να αισθανόμαστε και σε μια πολυσύχναστη σάλα ξενοδοχείου, σε μια αίθουσα αναμονής στο αεροδρόμιο. Υπάρχουν πολλοί τόποι όπου υπάρχει πολυπληθές κοινό και κάτι περιμένει και έτσι αποφάσισα να το δω μέσα από μια σύμβαση αλλιώτικη. Είδα το έργο μέσα από την ερημιά των θρησκειών».

«Σήμερα δεν περιμένουμε κανέναν»-1
«Είδα το έργο μέσα από την ερημιά των θρησκειών», λέει για τον «Γκοντό» ο Θ. Τερζόπουλος. Στη φωτογραφία, τμήμα από το σκηνικό της παράστασης.

Οταν «ανοίγει» ο σταυρός, συμβολίζοντας και τη διάνοιξη του χρόνου που συντελείται στον Μπέκετ, προβάλλουν ξαπλωμένοι οι δύο κλοσάρ, ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν. «Χουζουρεύουν», μου εξηγεί. «Γι’ αυτό είναι ξαπλωμένοι, επειδή αποζητούν στιγμές ανθρώπινης επαφής, ένα κοίταγμα, ένα χάδι. Αυτό το απόλυτο αδιέξοδο το οποίο βιώνουμε έχει τελικά μια διαφυγή: έχει τον Αλλον, τον Απέναντι. Αυτοί, αν και τόσο διαφορετικοί, ταυτίζονται. Είναι σαν ο ένας να εμπεριέχει τον άλλον».

Σχολιάζει πως δύο είναι οι κεντρικοί άξονες στο έργο: το να καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε με τον διπλανό μας, αλλά και με τον Αλλον μέσα μας, να γνωρίσουμε αυτή την ανεξιχνίαστη και σκοτεινή περιοχή των καταπιεσμένων επιθυμιών και των φόβων. Παρατηρώ πως σήμερα δεν υπάρχει ούτε χρόνος ούτε διάθεση στους ανθρώπους για τέτοια «ενδοσκόπηση». «Σήμερα αδιαφορούμε και για εμάς και για τους άλλους, δεν υπάρχει καν η ιδέα της ελπίδας, δεν περιμένουμε κανέναν να μας σώσει. Ο άνθρωπος έχει αποκοπεί από το συναίσθημά του, έχει υποτιμήσει τις αισθήσεις του. Περιφέρεται απόλυτα ηττημένος. Το να γελάσεις, να αγγίξεις, να ακούσεις, να κλάψεις είναι σημαντικό. Το να κλάψεις με πολλά δάκρυα είναι επαναστατική πράξη».

Ωστόσο δηλώνει πως έχει μεγάλη πίστη στους νέους. «Η γενιά που γεννήθηκε μετά το 2000 είναι αλλιώτικη, πολύ δυναμική, με ηθική – αυτή θα φέρει την ανατροπή. Εμείς οι μεγάλοι δεν προετοιμάσαμε τίποτα για εκείνους, δεν εξασφαλίσαμε καμία δημιουργική θέση εργασίας, μόνο θέσεις σκλάβου. Αυτό θα πει μίσος, θα πει ότι δεν βλέπουμε με προοπτική, αδιαφορούμε για το μέλλον. Τους παραδίδουμε ένα κράτος βασισμένο στο ψεύδος, στην αισχροκέρδεια, στην ανηθικότητα, στο εφήμερο και στις πελατειακές σχέσεις. Ομως, αυτό το έχουν βαρεθεί και θα το αλλάξουν, το παιχνίδι θα κερδηθεί. Το διακρίνω και στις κουβέντες που κάνω με τους νέους ηθοποιούς από τα εργαστήρια του “Αττις” στις πρόβες».

«Στο εξωτερικό με κατατάσσουν στους ανθρωπολόγους και έτσι είναι, εμένα με ενδιαφέρει ο άνθρωπος».

Καταλαβαίνω πως η σχέση δασκάλου – μαθητή είναι για εκείνον ιερή, χαίρεται όταν τον προσφωνούν δάσκαλο, η μέθοδός του διδάσκεται σε κάθε γωνιά του κόσμου, μιλάει άλλωστε και εκείνος με μεγάλο θαυμασμό για τον μέντορά του, Χάινερ Μίλερ. «Ολο μου το ταξίδι είναι ένα δρομολόγιο: από την αρχαία τραγωδία στον Μίλερ, ένα aller retour είναι».

Η «Ορέστεια»

Τον ρωτώ για την «Ορέστεια» του Αισχύλου, τη μοναδική σωζόμενη τριλογία αρχαίου δράματος που θα σκηνοθετήσει για το Εθνικό Θέατρο και θα παρουσιάσει στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου. «Εβλεπα την “Ορέστεια” από διάφορους σκηνοθέτες και δεν καταλάβαινα. Οι περισσότεροι εστιάζουν στον Αγαμέμνονα, τους γοητεύουν τα πάθη, τα εγκλήματα, το οικογενειακό δράμα, και μετά το πιο δύσκολο κομμάτι, τις Χοηφόρους και τις Ευμενίδες, το σαβουρντίζουν κάπως. Εγώ ξεκίνησα ανάποδα: με τις Ευμενίδες, το αίνιγμα, την ίδρυση του Αρείου Πάγου και τη λειτουργία της Δημοκρατίας».

«Σήμερα δεν περιμένουμε κανέναν»-2
«Δούλευα εξαντλητικά έτρεχα από παράσταση σε παράσταση με λίγη αδρεναλίνη για καύσιμο», λέει ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, ο οποίος θέλει να μείνει στη χώρα μας το επόμενο διάστημα και να το αφιερώσει στον εαυτό του. (Φωτογραφία: Α. ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ)

Του ζητώ να μου πει ποια δουλειά του θα ξεχώριζε. «Δεν συγκρατώ παρά μόνον στιγμές από αυτά που έχω κάνει, φευγαλέες εικόνες, συχνά δεν θυμάμαι ούτε τους τίτλους. Ωστόσο, αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα νήμα που με πηγαίνει από τη μια παράσταση στην άλλη και αυτό συμβαίνει από ένστικτο. Θα σου απαντήσω με τον τρόπο που μου απαντούσε ο φίλος και συνεργάτης μου, Γιάννης Κουνέλλης, όταν του ζητούσα να μου ονοματίσει το αγαπημένο του έργο. Κανένα, μου έλεγε. Το αγαπημένο μου έργο δεν το έχω κάνει ακόμη. Ηταν 80 χρονών, όταν τα έλεγε αυτά».

Παγκόσμιος Ελληνας

Τελικά, αισθάνεται Ελληνας ή πολίτης του κόσμου; Μόνο τον περασμένο Οκτώβριο παίζονταν παραστάσεις του σε 7 πόλεις του κόσμου: Φιλαδέλφεια, Τορίνο, Βουδαπέστη, Ταϊπέι, Πεκίνο, Μόσχα, Αγία Πετρούπολη, Μόντρεαλ.«Αισθάνομαι Ελληνας που εκπροσωπώ την ελληνική ιδέα και την έχω φτάσει από άκρη σε άκρη. Δύο χιλιάδες τριακόσιες παραστάσεις σε όλο τον κόσμο, αυτό είναι ελληνική επέλαση».

«Η γενιά που γεννήθηκε μετά το 2000 είναι μια γενιά αλλιώτικη, πολύ δυναμική, με ηθική – αυτοί θα φέρουν την ανατροπή».

Παρατηρώ το σαλόνι όπου καθόμαστε, σε μια γωνία βλέπω την οθόνη ενός υπολογιστή. Αναρωτιέμαι αν τελεί και χρέη τηλεόρασης. «Πια δεν ανοίγω ούτε ραδιόφωνο. Ακούς το ίδιο πράγμα, μια σελίδα ανακυκλώνεται συνέχεια. Σχολιάζω πώς και στην παράσταση που θα δούμε στη Στέγη, οι δύο παρίες επαναλαμβάνουν τις ίδιες λέξεις, φράσεις. «Αυτές οι συζητήσεις όμως γίνονται χωρίς να υπάρχουν κοινωνικά γεγονότα, σε έναν άδειο χώρο και είναι διαφορετική η ερμηνεία και η στόχευση. Ο Μπέκετ σε βάζει να σκεφτείς μέσα από ένα απλό λεξιλόγιο, μια καθημερινή γλώσσα. Τα απλά κείμενα έχουν συνήθως ένα επίπεδο, ο Μπέκετ έχει πολλά και αυτό είναι μεγάλο κατόρθωμα της συγγραφής, της ποίησής και της δραματουργίας του. Είναι πολλά games, όχι ένα. Κάνει παιχνίδι με τη φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την οντολογία».

Διάρκεια παράστασης από 15 έως 19/5.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή