Θυμάμαι το σπίτι του Παναγιώτη Τέτση στο Κολωνάκι. Συστάδες με φρέσκα λουλούδια και πρασινάδες σε βάζα, πιατέλες με λεμόνια που μόλις κόπηκαν από την Υδρα, μια αόριστη ησυχία παρά το ότι ήμασταν στην καρδιά του Κολωνακίου. Η ατμόσφαιρα μοσχοβολούσε ελληνικό καφέ, γλυκό του κουταλιού και ζωγραφική παρότι το ατελιέ του ήταν αλλού. Οταν αντίκρισα τα έργα της Λήδας Κοντογιαννοπούλου, μεταφέρθηκα αμέσως πίσω στον χρόνο λες και μπορούσα όχι μόνον να δω το σαλόνι αυτό ξανά, αλλά να μυρίσω και να αγγίξω. Τρυφερή και ευαίσθητη η ζωγράφος αφιέρωσε τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής της για να αποτυπώσει με τον χρωστήρα της τις κατοικίες του Σεφέρη χάρις στη βοήθεια της Αννας Λόντου, του Τέτση και της Νάτας Μελά (όσο αυτοί οι δύο ήταν εν ζωή) και το αποτέλεσμα είναι άκρως συγκινητικό.
Η γενιά του ’30
Η έκθεση με τα έργα αυτά και τίτλο «Το Σπίτι της Μνήμης» εγκαινιάστηκε τη Δευτέρα το βράδυ στην Πινακοθήκη Γκίκα όπου φυλάσσονται προσωπικά αντικείμενα του Σεφέρη αλλά και το Νομπέλ του. Η επιλογή του χώρου μόνο τυχαία δεν ήταν. «Αυτό το μουσείο το έχω φτιάξει με τα χέρια μου», έλεγε ο Αγγελος Δεληβορριάς, «για να είναι περισσότερο ένα σπίτι. Το σπίτι της γενιάς του ‘30». Μέσα σε όλα αυτά τα πολύτιμα αντικείμενα και τη μοναδική αύρα του παλιού ατελιέ του Γκίκα, τα έργα της Κοντογιαννοπούλου εγκιβώτιζαν μια αφήγηση μέσα σε μια άλλη. Σαν να μπορούσαμε να κρυφοκοιτάξουμε από το παράθυρο και τα μπαλκόνια για να δούμε στο εσωτερικό αυτών των δωματίων όπου κάποτε τριγύριζαν αυτοί οι τρεις σπουδαίοι.
Η καλλιτέχνις μπήκε σε αυτήν τη διαδικασία ύστερα από παρότρυνση του ιατρού Νίκου Παΐσιου που είχε δει έργα της από το σπίτι της Νίκης Ελευθεριάδη και την προέτρεψε να ζωγραφίσει και το σπίτι του Παναγιώτη Τέτση. Ο λοιμωξιολόγος και γνώστης της τέχνης έχει κάνει και την επιμέλεια του αφιερώματος, ενώ ο Διονύσης Φωτόπουλος ανέλαβε τον σχεδιασμό της.
Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας και εντάσσεται στις επετειακές εκδηλώσεις με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τον θάνατο του μεγάλου μας ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου στην ομιλία της στα εγκαίνια υπογράμμισε ότι βλέπει τα έργα της ζωγράφου σαν μια σειρά από προσωπογραφίες: «Πορτρέτα δωματίων, μεν, αλλά με τόσο έκτυπη την προσωπικότητα των ανθρώπων που τα κατοίκησαν, που έζησαν, ονειρεύτηκαν, δημιούργησαν μέσα σ’ αυτά, ώστε κοιτάζοντάς τα, διακρίνεις τα πρόσωπα πίσω από τα αντικείμενα, την ψυχική τους διάθεση πίσω από τη διάταξη των επίπλων, τα συναισθήματά τους στον τρόπο με τον οποίο ένα παράθυρο ανοίγει στο φως, μια λάμπα σκιάζει μια γωνιά, μια φωτογραφία στηρίζεται σ’ ένα τραπεζάκι, ένα κατοικίδιο αναπαύεται σ’ ένα μαξιλάρι».