Ολυμπιακά ανεπίκαιρα: δέκα χρόνια μετά τον Αύγουστο του 2004

Ολυμπιακά ανεπίκαιρα: δέκα χρόνια μετά τον Αύγουστο του 2004

1' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Π​​ριν από δέκα χρόνια, τέτοια εποχή -«Αύγουστος ήτανε, δεν ήτανε, θαρρώ»- η Ελλάδα, λίγο μετά το «θαύμα της Λισσαβώνας», ετοιμαζόταν να υποδεχτεί για δεύτερη φορά στη σύγχρονη ιστορία της την επιστροφή των Ολυμπιακών Αγώνων στην κοιτίδα τους. Εθνος, λαός και κοινωνία «έβαζαν τα καλά τους», έστω την ύστατη στιγμή, για να φιλοξενήσουν στην πρωτεύουσα και την αττική γη αθλητές και αθλήτριες, υψηλούς προσκεκλημένους και δημοσιογράφους, εθελοντές και επισκέπτες στη μεγαλύτερη γιορτή του παγκοσμιοποιημένου αθλητισμού. Παρά το δυσβάστακτο κόστος της ανάληψης των Αγώνων, που θα επιβάρυναν καταστροφικά λίγο αργότερα τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας, τα έργα υποδομής και οι αθλητικές εγκαταστάσεις θα συνέβαλαν στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των Αθηναίων, μαζί με τα προσδοκώμενα οφέλη από τον «αθλητικό τουρισμό» και την προβολή της χώρας. Αυτό όμως που δεν μπόρεσε να κατανοήσει μια ολόκληρη κοινωνία, είναι η αξία ενός εθνικού σχεδίου για την επόμενη μέρα, αναφορικά με την εκμετάλλευση και την αξιοποίηση ενός πλέγματος υποδομών, υπηρεσιών και, κυρίως, νέων «νοοτροπιών», που άφηναν παρακαταθήκη οι Αγώνες.

Δέκα χρόνια μετά και εν μέσω μιας εθνικής κρίσης, που δεν έχει προηγούμενο στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, καθώς εγκλωβίστηκε μοιραία σ’ ένα διχασμό «μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων», τίποτα δεν θυμίζει εκείνες τις λαμπρές και «ήσυχες μέρες του Αυγούστου». Οι περισσότερες εγκαταστάσεις προβάλλουν σαν «μοντέρνα ερείπια» μιας αθλητικής βιομηχανίας που σάρωσε στο διάβα της μύθους, ονόματα, αθλήματα και επιτεύγματα: «ελληνικό δαιμόνιο», «Κεντέρης», «Θάνου», «αρσιβαρίστες», «ελληνορωμαϊκή πάλη», «στέγη Καλατράβα». Μονάχα το μετρό έμεινε αλώβητο στη μνήμη και την (καθημερινή) χρήση των Αθηναίων, οι οποίοι θαρρείς και έχουν απωθήσει το πρόσφατο παρελθόν τους: κανείς μέσα στη δίνη των εξελίξεων που ακολούθησαν δεν έχει τον χρόνο και τη διάθεση να μιλήσει για το «ολυμπιακό καλοκαίρι του 2004».

Κατά μήκος της πάλαι ποτέ «αθηναϊκής Ριβιέρας» το τραμ πηγαινοέρχεται με τον ίδιο αργόσυρτο ρυθμό, οι παραλίες σφύζουν από «ρακετοφόρους» λουόμενους και το Ελληνικό παραμένει στην εγκατάλειψη, βορά σε αμφίβολους επενδυτές και μαξιμαλιστικές αυτοδιοικητικές απαιτήσεις. Και μόνο το εργοτάξιο της Νέας Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Νέας Λυρικής Σκηνής ορθώνεται αλώβητο από τις παλινωδίες και τις τυχάρπαστες πολιτικές, ελάχιστο δείγμα πως η χώρα, δέκα χρόνια μετά, μπορεί να ανακάμψει. Αρκεί να αποκολληθεί από το νοσηρό παρελθόν και να σχεδιάσει με αυτοπεποίθηση το μέλλον.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή