Το Χόλιγουντ «ξαναδιαβάζει» την ερωτική επιθυμία στoν απόηχο του #MeToo
το-χόλιγουντ-ξαναδιαβάζει-την-ερωτ-562811749

Το Χόλιγουντ «ξαναδιαβάζει» την ερωτική επιθυμία στoν απόηχο του #MeToo

Το 2023 η αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία έδειξε να αναθεωρεί την προσέγγισή της στην απεικόνιση της ερωτικής επιθυμίας. Είναι, όμως, το κοινό έτοιμο για κάτι τέτοιο;

Θοδωρής Λέννας
Ακούστε το άρθρο

Το 2021 ο μετρ της ερωτικής υπερβολής και αιώνιος προβοκάτορας, Πολ Βερχόφεν, δήλωνε ότι «το Χόλιγουντ βαδίζει προς μια κατεύθυνση πουριτανισμού». Είτε κανείς συμφωνεί είτε διαφωνεί με τον Βερχόφεν, είναι γεγονός ότι με τα πολιτιστικά «απόνερα» του #MeToo να παραμένουν ιδιαιτέρως επιδραστικά στη βιομηχανία του σινεμά, το Χόλιγουντ τα τελευταία χρόνια έμοιαζε να βρίσκεται σε αμηχανία όσον αφορά την απεικόνιση του ερωτικού στοιχείου στη μεγάλη οθόνη.

Αυτή η κατάσταση έδειξε να αλλάζει το 2023, όπως παρατηρεί η Αλεξάντρα Κλίμαν, σε άρθρο της στους New York Times με τίτλο «Το προκλητικό σεξ επέστρεψε στις ταινίες, είμαστε όμως έτοιμοι για αυτό;» Ποιες, όμως, ήταν οι ταινίες που σηματοδότησαν αυτή τη μετάβαση και με τι τρόπο επέλεξαν να «διαβάσουν» εκ νέου το περίπλοκο για το σινεμά ζήτημα του σεξ στη μεγάλη οθόνη; 

Μια υποσχόμενη νέα σκηνοθέτις στο «καυτό» σύμπαν του «Saltburn»

Το 2020, εν μέσω πανδημίας, κυκλοφορούσε το «Promising Young Woman» της Εμεραλντ Φένελ, ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα φεμινιστικού σινεμά υπό τη σκοπιά του μέινστριμ Χόλιγουντ. Αντιστρέφοντας το πατριαρχικό κλισέ της «υποσχόμενης νέας γυναίκας», η Φένελ παρέδιδε μια ανατρεπτική ιστορία γυναικείας εκδίκησης, λυτρωτική στη ζυγαριά του κοινού περί δικαίου αισθήματος, αλλά, μάλλον, μονοδιάστατη όσον αφορά τη σπουδή της πάνω στο σεξ.

Στην ταινία όλοι οι άνδρες είναι δυνάμει «αρπακτικά», θύτες και κακοποιητές. Η ίδια η πράξη του φλερτ για την ηρωίδα περιορίζεται στον στόχο ζωής της που είναι η –δικαιολογημένη κατά τα άλλα– ανάγκη να αποδοθεί δικαιοσύνη. Επομένως, σύμφωνα με την οπτική της ηρωίδας (Κάρεϊ Μάλιγκαν), η ερωτική πράξη δεν υπερβαίνει σε πολυπλοκότητα νοημάτων και ενδεχόμενων αυτόν τον στόχο. Για την Κέισι της ταινίας το σεξ είναι μόνο ένας μηχανισμός νομής (ή και ανατροπής) σχέσεων εξουσίας.

Τρία χρόνια μετά, η ίδια δημιουργός επιστρέφει με το «Saltburn», επαναπροσεγγίζοντας πολυπρισματικά το θέμα της σεξουαλικής επιθυμίας. Στο φιλμ ο Μπάρι Κίγκαν υποδύεται τον Ολιβερ Κουίκ, έναν μοναχικό, προερχόμενο από φτωχή οικογένεια φοιτητή στην Οξφόρδη, που ξεκινά μια ιδιόρρυθμη φιλία με τον δημοφιλή αριστοκράτη συμφοιτητή του, Φέλιξ. Η φιλοξενία του Ολιβερ στο Saltburn, τη μεγαλοπρεπή έπαυλη της οικογένειας του Φέλιξ, θα αποτελέσει το γεγονός που θα πυροδοτήσει ένα γαϊτανάκι ανατροπών στις σχέσεις των δύο νέων ανδρών, αλλά και στον ρόλο του «φτωχού» Ολιβερ εντός των τειχών της αριστοκρατικής οικογένειας του Φέλιξ.

Σε αντίθεση με το «Promising Young Woman», η Φένελ επιλέγει να «διαβάσει» το ερωτικό τέμπο του φιλμ πολύ πιο ελεύθερα, αναρχικά και προβοκατόρικα. Ο Ολιβερ ποθεί τον Φέλιξ; Τον αγαπά –όπως ομολογεί σε πολλά voice over του– ή ελκύεται απλώς από τον εντυπωσιακό του φίλο; Το σαρκικό του παιχνίδι έχει όρια ή αφορά όλα τα μέλη της ζάπλουτης οικογένειας που τον φιλοξενεί; Μήπως και στην προκειμένη περίπτωση όλα αποτελούν ένα παιχνίδι εξουσίας – μια «μαύρη» κωμωδία ταξικής εκδίκησης; Η Φένελ δείχνει ανοιχτή σε διαφορετικές ερμηνείες και προσεγγίσεις.

Συστήνει άλλωστε έναν ήρωα που προσεγγίζει τα αλληλοσυγκρουόμενα χαρακτηριστικά ενός Τόμας Ρίπλεϊ. Ο Ολιβερ εξαπατά τους αστούς του Saltburn, αλλά ταυτόχρονα τους ερεθίζει και ερεθίζεται σεξουαλικά από αυτούς. Αλλοτε λειτουργεί μεθοδικά σαν ένας κυνικός εκτελεστής και άλλοτε παρασύρει το σώμα και τις αισθήσεις του στην ηδονή. Και αν η Φένελ τελικώς χάνει το κέντρο της ιστορίας της, το θάρρος της να σκανδαλίσει στις ερωτικές σκηνές νοηματοδοτείται απόλυτα. Τόσο η σκηνή που ο Ολιβερ γεύεται τα νερά της μπανιέρας του Φέλιξ, όσο και ο στοματικός έρωτας στην αδερφή του Φέλιξ ενώ εκείνη έχει περίοδο ενισχύουν, άλλωστε, τη σαγηνευτική αμφισημία των κινήτρων που διεγείρουν ερωτικά τους ήρωες.

Η ξεχωριστή περίπτωση του «May December»

Ακριβώς πάνω σε αυτή την αμφισημία βασίζει τη νέα του ταινία «May December», ο Τοντ Χέινς, ο οποίος ταυτόχρονα καταπιάνεται με μια αληθινή ιστορία αποπλάνησης ενός 13χρονου αγοριού από τη μητέρα ενός συμμαθητή του. Στον ενεστώτα της ταινίας, χρόνια αφότου ξέσπασε το σκάνδαλο, η «αποπλανήτρια» Γκρέισι (Τζούλιαν Μουρ) και ο 36χρονος πλέον Τζο (Τσαρλς Μέλτον) ζουν κανονικά σαν ζευγάρι, μεγαλώνοντας τα παιδιά τους σε μια ειδυλλιακή έπαυλη, ως οργανικά μέλη της τοπικής κοινότητας. Η άφιξη της Ελίζαμπεθ (Νάταλι Πόρτμαν), μιας ηθοποιού που θα υποδυθεί την Γκρέισι στην κινηματογραφική μεταφορά της «αληθινής ιστορίας» του ζευγαριού, θα λειτουργήσει ως δίκη μας κλειδαρότρυπα στην ιστορία, αλλά και ως αφορμή να ξετυλιχθεί υποδόρια, σαρκαστικά και με καμπ διάθεση, το πραγματικό δράμα του πρωταγωνιστή. Ενα δράμα που υπερβαίνει τους υποκριτικούς χολιγουντιανούς όρους μιας «συγκλονιστικής αληθινής ιστορίας».

Στην πιο έντονη ερωτική σκηνή της ταινίας ο Τζο έρχεται σε σεξουαλική επαφή με την Ελίζαμπεθ. Οπως αναφέρει η Alexandra Kleeman στο άρθρο της στους ΝΥΤ, η σκηνή αυτή χωράει μέσα της ετερόκλητες συναισθηματικές καταστάσεις. Υπάρχει πάθος, σεξουαλική επιθυμία, αλλά και ένας τόνος πόνου, θλίψης και στεναχώριας. Ο –κάποτε αποπλανημένος από μια ενήλική γυναίκα– Τζο, στην ερωτική πράξη με την Ελίζαμπεθ, ως ενήλικος και ο ίδιος πλέον, προσπαθεί να ανακτήσει τη δύναμη και την εξουσία που του στερήθηκε. Ταυτόχρονα, λειτουργεί σωματικά, έντονα, με τρόπο σχεδόν ζωώδη, σε αντίθεση με την Ελίζαμπεθ που βιώνει ψυχρά, διερευνητικά και «ενήλικα» την επαφή τους. «Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει συχνά μεταξύ μεγάλων ανθρώπων» λέει στον Τζο στη συνέχεια, διαψεύδοντας την προσμονή ότι το σμίξιμό τους σημαίνει αυτόματα και τη δική του λύτρωση.

Στο «May December» ο Χέινς μεταφέρει τους κώδικες του ερωτικού μυστηρίου σε μια νοσηρή ιστορία παιδικής αποπλάνησης, ακριβώς για να αποδομήσει αυτούς τους κώδικες και ταυτόχρονα να καυτηριάσει την υποκρισία με την οποία η ποπ κουλτούρα προσεγγίζει και ερμηνεύει τέτοιου είδους ιστορίες. Και ενώ το κάνει αυτό, δεν παύει να αντιμετωπίζει το σεξ ως μια πράξη που μπορεί να συνδυάζει μέσα της παραμέτρους άβολες, απρόβλεπτες και αχαρτογράφητες. Το αινιγματικό τέλος του φιλμ επισφραγίζει αυτή την πιθανότητα, μακριά από τη δραματουργική «αγωνία» μιας πολιτικά ορθής κατάληξης ή ενός εύκολου και διδακτικού συμπεράσματος.

Ενα όχι και τόσο «δίκαιο παιχνίδι»

Στο άρθρο της η Κλίμαν επιλέγει ακόμη μια ταινία, το «Fair Play» της Κλόι Ντομόν, ένα φιλμ το οποίο ξαναπιάνει τις προβληματικές που ανέδειξε το κίνημα MeToo, διευρύνοντας τις εναλλακτικές οπτικές της πραγματικότητας τόσο υπό το γυναικείο, όσο και υπό το ανδρικό πρίσμα. Στην ταινία η Εμιλι και ο Λουκ δουλεύουν στην ίδια χρηματιστηριακή εταιρεία και εξαιτίας της συναδελφικής τους σχέσης διατηρούν την ερωτική τους σχέση κρυφή. Οταν η Εμιλι προάγεται επαγγελματικά σε μια στελεχιακή θέση που προοριζόταν για τον Λουκ, η δυναμική της σχέσης τους ανατρέπεται ραγδαία. 

Η Ντομόν υφαίνει τη δραματουργική κλιμάκωση του «Fair Play» συνδέοντας την έμφυλη διάσταση της ιστορίας με τους μηχανισμούς και τις δομές εξουσίας στον κοινωνικό και εργασιακό χώρο. Η Εμιλι προάγεται και ο Λουκ χάνει τον ρόλο του «κραταιού αρσενικού», με συνέπεια όλη του η ζωή να βραχυκυκλωθεί, παρά τις μάλλον υποκριτικές προσπάθειες του να αποδείξει στην Εμιλι ότι είναι χαρούμενος για την προαγωγή της. Η αναδιάταξη των ισορροπιών στην ερωτική σχέση επιφέρει σε πρώτο στάδιο την ψυχολογική κατάρρευση του Λουκ και σε δεύτερο την βύθιση του ήρωα στην επιλογή της σεξουαλικής βίας, η οποία κορυφώνεται στη σκληρή σκηνή του βιασμού της Εμιλι. Η πορεία αυτή καθιστά πιο κρυστάλλινο το συμπέρασμα της ταινίας: πόσο δύσκολο είναι για έναν άνδρα ακόμα και σήμερα να αποδεχθεί την ανωτερότητα της γυναίκας

Στο «Fair Play» οι δύο κομβικές σκηνές σεξ λαμβάνουν χώρα στην αρχή και στο τέλος της ταινίας, σε δύο εντελώς αντιφατικές συναισθηματικές καταστάσεις. Αμφότερες λειτουργούν ως αντανάκλαση των σχέσεων ισχύος των δύο πρωταγωνιστών στην εκάστοτε χρονική συνθήκη. Στην πρώτη ο Λουκ απολαμβάνει τη «δύναμή» του, ενώ στη δεύτερη εξαναγκάζει την Εμιλι στο σεξ, επειδή έχει χάσει αυτή τη «δύναμη». Ταυτόχρονα, η Ντομόν δεν διστάζει να βάλει στο κάδρο και τον ρόλο της γυναίκας στη μετα-MeToo εποχή. Χαρακτηριστική είναι η μετατροπή της αρχικής ενοχής της Εμιλι για την προαγωγή της, σε έναν σχεδόν κυνικό πραγματισμό όταν απαρνείται τη σχέση της με τον Λουκ ώστε να μη χάσει τη θέση της στην εταιρεία

Καταλήγοντας το κείμενό της στους NYT, η Κλίμαν επιστρέφει στο «May December». Για την Κλίμαν η καλλιτεχνική οπτική της ταινίας του Χέινς στις ερωτικές σκηνές συμπυκνώνει ιδανικά την αμφισημία και την πολυπλοκότητα της ερωτικής επιθυμίας. Το σεξ δεν είναι μόνο μια πράξη επιβολής ή ένα μέσο νομής της εξουσίας μεταξύ των φύλων. Το σεξ είναι χαρά, ηδονή, πόνος ή λύτρωση, είναι μια αφορμή ενδοσκόπησης και διερεύνησης των διαφορετικών εσωτερικών μας ταυτοτήτων. Το ερώτημα, όμως, παραμένει: Είναι έτοιμο το κοινό να ακολουθήσει το νήμα αυτής της πολυπλοκότητας;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή