Χόλιγουντ καλεί ’50s

5' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ταινία των αδερφών Κοέν μπορεί να χαρακτηριστεί από κωμωδία έως παρωδία, σάτιρα ή φάρσα, ωστόσο με τον τρόπο της καταφέρνει και αποτυπώνει την ατμόσφαιρα των κινηματογραφικών στούντιο της εποχής, την αύρα και το στυλ τους και επιχειρεί έμμεσες ή άμεσες αναφορές σε υπαρκτά πρόσωπα και αληθινά γεγονότα. Με δυο λόγια, αυτό που συμβαίνει στο «Hail, Caesar!» είναι ότι, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων μιας επικής ταινίας για την αρχαία Ρώμη, ο πρωταγωνιστής (Τζορτζ Κλούνεϊ) απάγεται από μια οργάνωση κομμουνιστών σεναριογράφων που υπογράφουν ως «Το Μέλλον»! Την ίδια στιγμή, ένας «φίξερ» (ο Τζος Μπρόλιν υποδύεται τον αληθινό Εντι Μάνιξ) αναλαμβάνει να διορθώσει τα πράγματα. Αφορμής δοθείσης από την ταινία, θυμηθήκαμε ό,τι πραγματικά συνέβαινε στο Χόλιγουντ της δεκαετίας του ’50, τους σταρ του, τις τάσεις του, την εξέλιξή του και τις μεγάλες του αμαρτίες.

Μια υπέροχη βιτρίνα

Με την αμερικανική κοινωνία, λοιπόν, σε τροχιά αλλαγών, με την οικονομία να βελτιώνεται και με καινούργια πρότυπα ζωής να κυριαρχούν στην ισχυροποιημένη μεσαία τάξη, το Χόλιγουντ αναζήτησε νέα πρόσωπα που θα εξελίσσονταν στους νέους του σταρ. Ετσι έκανε την εμφάνισή της στο προσκήνιο μια καινούργια γενιά, τα παιδιά που μεγάλωσαν στην εποχή της ύφεσης και ενηλικιώθηκαν στη μεταπολεμική αφθονία, ενσαρκώνοντας μέσα από τη μεγάλη οθόνη ένα νεοσύστατο αμερικανικό όνειρο. Είναι ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέιμς Ντιν, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και η Μέριλιν Μονρόε. Ο Σινάτρα και ο Ελβις. Μαζί με τις ευρωπαϊκής καταγωγής Οντρεϊ Χέπμπορν και Σοφία Λόρεν και κάποιους ήδη καταξιωμένους ηθοποιούς (Στιούαρτ, Μπόγκαρτ, Κούπερ, Γκραντ κ.ά.) αποτέλεσαν ένα από τα πιο λαμπερά σταρ σίστεμ που γνώρισε ποτέ η Αμερική.

Πολλοί από τους προαναφερθέντες είχαν μεταξύ τους φιλικές ή ερωτικές σχέσεις, ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα, χάρισαν στις εφημερίδες της εποχής πρωτοσέλιδα για τους μεγάλους τους έρωτες και τους επίπονους χωρισμούς τους, φωτογραφήθηκαν στις πολυτελείς και αρχιτεκτονικά μοντέρνες επαύλεις τους, διασκέδασαν στα νυχτερινά κλαμπ του Λος Αντζελες, λάνσαραν καινούργιες μόδες και αποτέλεσαν, τελικά, με τις χαρές και τις λύπες τους (ή τις τραγωδίες τους) μια θρυλική βιτρίνα για ό,τι έχουμε στο μυαλό μας για το Χόλιγουντ της δεκαετίας του ’50. Μέσα από τις έντονες ζωές τους άφησαν κληρονομιά στις επόμενες γενιές την αίσθηση ότι όλα τότε ήταν πιο όμορφα. Ανεξάρτητα από το αν αυτό είναι αλήθεια ή όχι, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η γοητεία των ’50s (και των ’60s) δεν έχει σβήσει μέχρι σήμερα, με την επιρροή της περιόδου να είναι εμφανέστατη ακόμη και στην καθημερινή μας ζωή, από τα ρούχα μας μέχρι τη διακόσμηση του σπιτιού μας. 

Ο Τράμπο πήρε τα Οσκαρ του

Εστιάζοντας, πάντως, στο Χόλιγουντ της εποχής, η κατάσταση δεν ήταν ακριβώς ρόδινη. Οι «κομμουνιστές σεναριογράφοι» που εμφανίζουν οι αδερφοί Κοέν να απάγουν τον Κλούνεϊ λειτουργούν ως ένα χιουμοριστικό σχόλιο για τα όσα καθόλου αστεία συνέβαιναν εκείνη την περίοδο. Συγκεκριμένα, από το 1947, στο πλαίσιο του μακαρθισμού, άρχισαν οι διώξεις εκατοντάδων ανθρώπων που συνδέονταν με οποιονδήποτε τρόπο με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Οσων το όνομα έμπαινε στη διαβόητη «μαύρη λίστα», παραγκωνιζόταν από το χώρο του σινεμά. Ενας από αυτούς ήταν ο σεναριογράφος Ντάλτον Τράμπο (και συγγραφέας γνωστών μυθιστορημάτων όπως το «Ο Τζόνι πήρε το όπλο του»), ο οποίος μάλιστα φυλακίστηκε για την απροθυμία του να συνεργαστεί με την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων και αργότερα αυτοεξορίστηκε στο Μεξικό. Η ειρωνεία είναι ότι όσο βρισκόταν στο Μεξικό έγραψε δύο σενάρια χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο και κερδίζοντας ισάριθμα Οσκαρ («Διακοπές στη Ρώμη» το 1953 και «Ο γενναίος» το 1956). Η αρχή του τέλους των διώξεων έφτασε, άτυπα, το 1960, όταν ο Κερτ Ντάγκλας αποκάλυψε ότι πίσω από το σενάριο του «Σπάρτακου» βρισκόταν και πάλι ο Τράμπο – η ζωή του παρουσιάζεται σε μια άλλη ταινία, που προβάλλεται αυτές τις μέρες στη χώρα μας, το «Trumbo» του Τζέι Ρόατς με τον Μπράιαν Κράνστον στον κεντρικό ρόλο.

Το θλιβερό κυνήγι μαγισσών στο Χόλιγουντ καθώς και η ευκολία περιθωριοποίησης ανθρώπων λόγω ομοφοβικών και ρατσιστικών τάσεων έβλαψαν ανεπανόρθωτα την εικόνα του. Πιθανότητα, βέβαια, τίποτε από όλα αυτά δεν έπαιξε ρόλο στην ελεύθερη πτώση του αριθμού των εισιτηρίων στις αίθουσες όλης της χώρας. Από το 1950 μέχρι το 1960 η επισκεψιμότητα στα σινεμά μειώθηκε σε εβδομαδιαίο επίπεδο κατά 20 εκατ. ανθρώπους. Υπάρχουν διάφορες πιθανές αιτίες γι’ αυτό, όπως οι μαζικές μετακομίσεις στα προάστια, που απομάκρυναν τον κόσμο από τα αστικά κέντρα και κατά συνέπεια από τις κινηματογραφικές αίθουσες. Ο βασικός λόγος, όμως, ήταν η έλευση της τηλεόρασης – μέχρι το 1955 ένα στα δύο νοικοκυριά στις ΗΠΑ διέθεταν από μία. Η μεγάλη οθόνη «ηττήθηκε» από τη μικρή και τα εισιτήρια, μέχρι σήμερα, δεν έχουν ξαναφτάσει στα επίπεδα της δεκαετίας του ’40.

Σινεμασκόπ και Χίτσκοκ

Για να φέρουν πίσω τον κόσμο, τα στούντιο αποφάσισαν να προσφέρουν κάτι διαφορετικό. Για παράδειγμα, το 1952 προβλήθηκε η πρώτη ταινία σε 3D, μια ξεχασμένη περιπέτεια ονόματι «Bwana Lion». Ακολούθησαν μερικές ακόμη προσπάθειες, αλλά θα έπρεπε να περάσουν ακόμα μερικές δεκαετίες μέχρι η τεχνική να εξελιχθεί σε σημείο να αποτελεί θέλγητρο για τους θεατές. Πολύ πιο καθοριστική ήταν η καθιέρωση του Σινεμασκόπ (σύστημα ευρείας εικόνας που πιστώνεται στον ελληνικής καταγωγής Σπύρο Σκούρα), που πρωτοεμφανίστηκε στην ταινία «Ο Χιτών» (1953). Αλλωστε, εκείνα τα χρόνια τα στούντιο άρχισαν να επενδύουν σε μεγάλης διάρκειας ταινίες για τις ιστορίες της Βίβλου, τα χρόνια του Χριστού και τη ρωμαϊκή περίοδο, και έτσι προέκυψαν τα πρώτα μπλοκμπάστερ: από το «Κβο Βάντις» και τις «Δέκα Εντολές» μέχρι, φυσικά, το «Μπεν Χουρ». Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι Κοέν επιλέγουν ένα τέτοιου είδους φιλμ στο σενάριο της δικής τους ταινίας.

Στο σινεμά των ’50s, πάντως, κυριάρχησε, πίσω από τις κάμερες, μια άλλη πολύ μεγάλη φιγούρα: ο Αλφρεντ Χίτσκοκ. Ο «μετρ της αγωνίας» ήταν σε εξαιρετική φόρμα στην τέταρτη δεκαετία της καριέρας του, παρουσιάζοντας συνολικά έντεκα ταινίες. Ξεχωρίζουν τα «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως», «Σιωπηλός μάρτυρας», «Δεσμώτης του ιλίγγου», «Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά», «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων», ταινίες που, εκτός από κορυφαίες στιγμές για τον ίδιο, είναι ίσως και οι πιο σημαντικές στιγμές ολόκληρης της δεκαετίας. Και στην αυγή της επόμενης, το 1960, έκανε το «Ψυχώ», περνώντας σε μια νέα εποχή δημιουργίας, όπως έκανε και το ίδιο το Χόλιγουντ – στο «New Hollywood», όπως ονομάζεται η περίοδος που ξεκινά από τα μέσα περίπου των ’60s, άλλαξαν εντελώς τα δεδομένα, με την εισαγωγή νέων μέσων και καινούργιων τρόπων κινηματογραφικής αφήγησης, με σεναριακούς πειραματισμούς, ετερόκλητες επιρροές, πρωτοπόρους σκηνοθέτες και νέους σταρ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή