Γιατί το θέατρο αγαπάει τον Παπαδιαμάντη

Γιατί το θέατρο αγαπάει τον Παπαδιαμάντη

4' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν ξέρω αν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης αγαπούσε το θέατρο, πάντως, το σύγχρονο ελληνικό θέατρο αγαπάει τον Παπαδιαμάντη. Και δεν αναπτύχθηκε το τελευταίο διάστημα αυτή η σχέση· διατηρείται άσβεστη εδώ και κάμποσα χρόνια. Κάθε φορά οι καλλιτέχνες προσεγγίζουν, με τα μέσα που επιλέγουν, τις ιστορίες του Σκιαθίτη συγγραφέα, με το δικό του πάντα γλωσσικό ύφος, το τόσο ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό.

Αυτή τη σεζόν, που τελειώνει την Κυριακή των Βαΐων, τρεις φορές ακούστηκε η γλώσσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη σε αθηναϊκές σκηνές.

Στο Εθνικό Θέατρο πρώτα, όταν ο Σωτήρης Χατζάκης επέλεξε τη μετάφραση του Παπαδιαμάντη για το έργο του Ντοστογιέφσκι «Εγκλημα και τιμωρία», στη συνέχεια, σε δύο εντελώς διαφορετικούς χώρους, νέοι καλλιτέχνες έχουν επιλέξει να ιστορήσουν δύο ακόμα διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη: στο Ιδρυμα Αγγελου και Λητώς Κατακουζηνού (Αμαλίας 4, Σύνταγμα), δύο νέα κορίτσια (η Ηωάννα Σπανού και η Μελίνα Ζαχαροπούλου), με ένα φέσι μόνο ως ενδυματολογικό αξεσουάρ και έχοντας για σκηνικό φόντο τα έργα και την ατμόσφαιρα αυτού του ιστορικού μεγαλοαστικού σπιτιού, ζωντανεύουν το διήγημα «Ο Σημαδιακός», μια φανταστική συνάντηση του Σκιαθιώτη συγγραφέα με τον αγαπημένο του εξάδελφο Σωτήρη Οικονόμου. Και στη διάρκειά του, οι δύο νεαρές καλλιτέχνιδες εμπλέκουν δημοτικά τραγούδια κι ένα ακόμα κείμενο του Αλεξ. Παπαδιαμάντη, «Τα ρόδινα ακρογυάλια».

Λίγο πιο πάνω, στο Παγκράτι, στο Scrow Theater, ο Αρης Τρουπάκης σκηνοθετεί και η Δέσποινα Κούρτη εξιστορεί, τι ακριβώς συνέβη όταν δύο αδέλφια ναυάγησαν μακριά από το νησί τους, όπως αποτυπώνεται στο διήγημα «Νεκρός Ταξιδιώτης». Χωρίς φώτα, χωρίς σκηνικά, χωρίς μουσική. Κοιτώντας μόνο προς την οδό Αρχελάου, στην κίνηση των ανθρώπων του σήμερα.

«Σκάφος αυτογνωσίας»

Γιατί επιλέγουν σήμερα Παπαδιαμάντη; Τι λέει στους καλλιτέχνες που τον επιλέγουν; Το κοινό στοιχείο μοιάζει να είναι η αίσθηση οικειότητας, ο τρόπος που βοηθάει ο Παπαδιαμάντης να ανιχνεύσουν οι άνθρωποι του 21ου αιώνα, «τα δύσκολα και τα εύκολα της ζωής». Η Ηωάννα Σπανού είναι σαφής: «Ο λόγος που επέλεξα κατ’ αρχήν αυτό το διήγημα είναι γιατί ο ήρωας φορούσε τις κάλτσες του για γάντια, κάτι που έκανα κι εγώ όταν ήμουν μικρή! Θα ήθελα να χρησιμοποιήσω τον Παπαδιαμάντη σαν σκάφος για την αυτογνωσία. Ξέρετε, σ’ αυτή την παράσταση παίζουμε σ’ ένα σαλόνι, και παίζουμε περισσότερο τον εαυτό μας. Σε αυτά τα 50 λεπτά επιδιώκουμε να είναι λίγο ρεαλιστικό αυτό που κάνουμε, να λέμε τη δική μας ιστορία. Κάθε διήγημα του Παπαδιαμάντη εμπεριέχει ένα γεγονός και στα διηγήματά του διακρίνω τη διαλεκτικότητά του. Και την ίδια στιγμή, δεν βλέπω πικρία. Βλέπω απλώς σύγκρουση, τέτοια που βλέπουμε στη φύση».

Το μότο της παράστασης είναι στίχοι από σονέτο του Σαίξπηρ που είχε μεταφράσει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης για τη νεκρολογία του αγαπημένου του ξαδέλφου:

«Η αλήθεια φαίνεται, αλλά δεν υπάρχει, το κάλλος λάμπει, αλλά δεν είναι αυτό». Και η Ηωάννα Σπανού διαπιστώνει ότι αυτή ακριβώς η επιλογή επιβεβαιώνει τη βαθιά ευρωπαϊκότητα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη…

«Η φύση στην πένα του»

Στο Scrow Theater η παράσταση ξεκινάει από το φουαγιέ (έχουν αναποδογυρίσει τα καθίσματα του θεάτρου για τις ανάγκες αυτής της επιλογής) και καταλήγει στο πεζοδρόμιο της οδού Αρχελάου, πολύ κοντά στο Αλσος Παγκρατίου. Η Δέσποινα Κούρτη, μπαίνει στο φουαγιέ, κουβαλώντας σακούλες super market κι αρχίζει να αφηγείται. Λίγο νωρίτερα, ο Αρης Τρουπάκης και ο μουσικός Αλέξης Κωτσόπουλος μας εισαγάγουν στο σύμπαν του Παπαδιαμάντη και του «Νεκρού ταξιδιώτη» με τους ήχους μια φυσαρμόνικας, με το ανθρώπινο σφύριγμα, με τις ανθρώπινες φωνές…

Τι συναντά στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη η Δέσποινα Κούρτη; «Αισθάνομαι σαν να μου μιλάει ένας άνθρωπος που τον ξέρω· o παππούς μου. Αισθάνομαι μια μυστική συγγένεια, ένα νήμα, μια μυστήρια οικειότητα μ’ αυτές τις ιστορίες του Παπαδιαμάντη. Δεν μπορώ να σταθώ απέναντί του ως κριτικός λογοτεχνίας, αλλά κυρίως ως αναγνώστρια που πρέπει να αφηγηθεί αυτό το διήγημα.

Γενικά στον Παπαδιαμάντη υπάρχει μια στιγμή υπέρβασης, είναι σαν να ανοίγει ο κόσμος, που τον ξέρει πολύ καλά, ξέρει τους ανθρώπους, ξέρει τη ζωή και στα δύσκολα και στα εύκολα, και οι ιστορίες του ανοίγουν προς μία περιοχή υπέρβασης. Προς κάπου αλλού. Και εκεί νομίζω ότι είναι πιο ειλικρινής. Εκεί παίρνει με τον δικό του τρόπο θέση, λέγοντας ένα παραμύθι, περιγράφοντας μια εικόνα μ’ έναν κόσμο μαγικό. Αυτό με συγκινεί πολύ, καθώς και η φοβερή ευγένεια και ηρεμία του προς την τραγικότητα της ύπαρξής μας. Είναι πολύ δύσκολος ο λόγος, όχι επειδή είναι μια γλώσσα που δεν χρησιμοποιούμε, αλλά γιατί ευνοεί να το κάνεις παράσταση, γιατί έχει μια τρομερή προφορικότητα.

Ανακαλύψαμε την τεχνική της αφήγησης. Εχει τεράστιες περιόδους, αλλά το κάνει με τρομερή οικονομία και τέχνη. Σε περνάει απ’ όλα τα στενοσόκακα που θέλει για να σε βγάλει στο φως ή στην άβυσσο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο, τίποτα δεν περισσεύει. Περάσαμε στην απόλυτη αφαίρεση, που σημαίνει ότι την ιστορία τη λέει μια περαστική γυναίκα, που κουβαλάει τα ψώνια της. Και χρησιμοποιεί μόνο τον ψύκτη του θεάτρου… Για μας η πρωταγωνίστρια είναι η ιστορία του Παπαδιαμάντη.

Είμαι τόσο άοπλη. Δεν υπάρχει ούτε φωτισμός, ούτε σκηνικό, ούτε μουσική, ούτε τίποτα που να με βοηθήσει. Και το μόνο που σκέφτομαι είναι “δεν είμαι τελείως άοπλη, έχω τον Παπαδιαμάντη. Αυτό πρέπει να συμβεί ανάμεσα σε μένα και τον θεατή”. Ανακαλύψαμε το στοιχείο της προφορικότητας, προσπαθώντας να κάνουμε την παράσταση. Είναι παρηγοριά στις μέρες μας. Βάλσαμο».

Στη Λυρική

Τις επόμενες μέρες (15, 16, 17, 20 Απριλίου) η Φραγκογιαννού, η πιο γνωστή παπαδιαμαντική ηρωίδα από τη νουβέλα «Φόνισσα», μετά την επιτυχημένη περυσινή διαδρομή της, έρχεται και πάλι στο Μέγαρο Μουσικής, σε μια παραγωγή της Λυρικής Σκηνής, μια όπερα, μ’ ένα ποιητικό κείμενο του Γιάννη Σβώλου, που βασίζεται στην παπαδιαμαντική «Φόνισσα», σε μουσική Γιώργου Κουμεντάκη και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ευκλείδη. Και στη Λυρική έχουν ήδη, από τις περυσινές παραστάσεις, τη θερμή επικοινωνία του κοινού με τον λόγο και τη δύναμη του παπαδιαμαντικού έργου.

​​Η παράσταση στο Ιδρυμα Κατακουζηνού πήρε παράταση και θα συνεχιστεί στις 10, 16 και 23 Απριλίου στις 8 μ.μ. «Ο Νεκρός ταξιδιώτης» παρουσιάζεται κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 9 μ.μ. στο Scrow Theater μέχρι τις 21 Απριλίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή