Αγωνία για την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης και την υλοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων, έτσι ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, εξέφρασαν οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, εντοπίζοντας το πρόβλημα στην επάρκεια επενδυτικών σχεδίων για την απορρόφηση της άφθονης ρευστότητας που έχουν εξασφαλίσει οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί.
Μιλώντας στο πλαίσιο του Banking Summit που διοργάνωσε το Money Review, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τεσσάρων συστημικών τραπεζών αναθεώρησαν προς τα κάτω (μεταξύ 2,5%-4%) τις προβλέψεις τους για τον ρυθμό ανάπτυξης φέτος, εκτιμώντας ωστόσο ότι η ελληνική οικονομία θα ανακτήσει από το επόμενο έτος την προηγούμενη δυναμική της. Πηγή αβεβαιότητας αποτελεί η άνοδος του πληθωρισμού, με τον διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα να κρούει τον κώδωνα για τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού στην ευρωπαϊκή οικονομία μετά την πανδημία και την εισβολή στην Ουκρανία, γεγονότα που συνιστούν, όπως είπε, την «τέλεια καταιγίδα». Από την πλευρά της Εθνικής Τράπεζας, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Παύλος Μυλωνάς προσδιόρισε την άνοδο του ΑΕΠ φέτος μεταξύ 2,5%-3%, σημειώνοντας ωστόσο ότι η επιβράδυνση θα είναι προσωρινή, ενώ πιο αισιόδοξες ήταν οι εκτιμήσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστου Μεγάλου, που προσδιόρισε την ανάπτυξη στο 3%-4%, χαμηλότερα πάντως από την αρχική πρόβλεψη για 5%-5,5%. Ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες της τράπεζας ώστε να μη χαθεί, όπως είπε, «η ευκαιρία για την κάλυψη του επενδυτικού κενού ύψους 100 δισ. ευρώ που κληροδότησε η οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας», ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας προειδοποίησε ότι «εάν δεν κινηθούμε σωστά, με προετοιμασία και σχέδιο, τα χρήματα θα χαθούν και δεν θα δοθεί η δυνατότητα απορρόφησης άρον άρον στο τέλος της περιόδου, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν».
Μιλώντας στο Banking Summit του Money Review οι CEO των ελληνικών τραπεζών επισήμαναν το πρόβλημα της επάρκειας των επενδυτικών σχεδίων.
«Οι πάγιες επενδύσεις στην Ελλάδα δεν έχουν αυξηθεί – παραμένουν γύρω στο 10% του ΑΕΠ», σημείωσε ο κ. Μυλωνάς, επισημαίνοντας ότι το βάρος από την πλευρά των τραπεζών θα πρέπει να δοθεί στις μικρομεσαίες και όχι τόσο στις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν προσέλθει ήδη, όπως είπε, «με πάνω από 100 επενδυτικές προτάσεις συνολικού προϋπολογισμού άνω των 600 εκατ. ευρώ». Ανάλογη διάκριση έκανε και ο κ. Καραβίας, σημειώνοντας ότι «η ποιότητα των σχεδίων από μεγάλες και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις με κάνει αισιόδοξο για τις προοπτικές της χώρας, αλλά δεν είναι εξίσου θετική η εικόνα στις μικρότερες και στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες χρειάζονται τη δική μας βοήθεια». Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται και η Alpha Bank, η οποία, όπως εξήγησε ο κ. Ψάλτης, έχει υλοποιήσει ειδικές έρευνες για την καταγραφή των αναγκών των ΜμΕ, ξεχωρίζοντας πάνω από 1.000 περίπου επιχειρήσεις που είναι πελάτες της Alpha Bank στις οποίες θα ταίριαζε η χρήση του Ταμείου Ανάκαμψης για τη χρηματοδότησή τους, ενώ ο σχεδιασμός της Τράπεζας Πειραιώς, όπως είπε ο κ. Μεγάλου, προβλέπει νέες εκταμιεύσεις προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά ύψους 18-20 δισ. ευρώ έως το 2024.
Ειδική αναφορά έκαναν οι διοικήσεις των τραπεζών στον στόχο ανάκτησης επενδυτικής βαθμίδας, που είναι «η λυδία λίθος της επιστροφής στην κανονικότητα», όπως υπογράμμισε ο κ. Καραβίας, προειδοποιώντας παράλληλα ότι η χώρα δεν πρέπει να παρασυρθεί στο πρόβλημα των διπλών ελλειμμάτων. Εντός στόχου για την επενδυτική βαθμίδα αμέσως μετά την υποχώρηση της αβεβαιότητας στο διεθνές περιβάλλον παραμένει η χώρα μας σύμφωνα με τον επικεφαλής της Alpha Bank, ο οποίος πρόσθεσε ότι «οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν και παράπλευρο όφελος, καθώς διαβρώνουν την αξία και άρα το βάρος του δημόσιου χρέους σε πραγματικούς όρους».
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τεσσάρων συστημικών τραπεζών εμφανίστηκαν συγκρατημένοι για την εξέλιξη τυχόν νέων κόκκινων δανείων, καθώς, όπως ανέφερε ο κ. Καραβίας, «η τρέχουσα οικονομική συγκυρία ενέχει κινδύνους για ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων, καθώς οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί και οι εταιρικοί ισολογισμοί πιέζονται από το κόστος της ενέργειας και τον πληθωρισμό». Την ίδια στιγμή «δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι τα παλιά κόκκινα δάνεια έφυγαν μεν από τις τράπεζες αλλά όχι από την οικονομία», επισήμανε ο κ. Μυλωνάς και «η μεγάλη πρόκληση είναι τα δάνεια αυτά να εξυγιανθούν», ευθυγραμμιζόμενος με τις υποδείξεις του διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος χαρακτήρισε «υψίστης σημασίας» το θέμα της «επίλυσης του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας».