Την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στη διερεύνηση αξιοποίησης των πιθανολογούμενων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Κρήτη και στο Ιόνιο έκανε σαφή χθες στη Βουλή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Θα επανέλθει η προσοχή μας στα δυνητικά κοιτάσματα φυσικού αερίου σε Κρήτη και Ιόνιο. Πρέπει να γνωρίζουμε αν είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα. Αυτά σε συνδυασμό με τις ΑΠΕ και τις διασυνδέσεις αποτελούν τον κορμό του εθνικού μας ενεργειακού μείγματος», τόνισε.
Κάνοντας σαφή την επαναξιολόγηση της οπτικής της κυβέρνησης σε σχέση με τις έρευνες υδρογονανθράκων υπό το φως της στρατηγικής της Ε.Ε. για βραχεία απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, προανήγγειλε μάλιστα ότι μέσα στην επόμενη εβδομάδα θα υπάρξουν και ανακοινώσεις για το θέμα.
Οπως αποκάλυψε η «Κ» σε δημοσίευμα στις 18 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός έχει δώσει το «πράσινο φως» στην Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) για μια στοχευμένη επανεκκίνηση του προγράμματος στις περιοχές νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης και στο Ιόνιο, που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και οι οποίες έχουν ήδη παραχωρηθεί σε πετρελαϊκές εταιρείες (Τotal-ExonMobil – EΛΠΕ στην Κρήτη και ΕΛΠΕ στο Ιόνιο).
Ζητούμενο σε πρώτη φάση είναι η διερεύνηση των κοιτασμάτων ώστε να διαπιστωθεί αν είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα.
Ζητούμενο σε πρώτη φάση είναι η διερεύνηση των τριών περιοχών ώστε να διαπιστωθεί τι υπάρχει και στη συνέχεια στον βαθμό που αξιολογηθεί ότι η δυναμικότητα των κοιτασμάτων είναι τέτοια που μπορεί να μετασχηματίσει την ελληνική οικονομία, να προχωρήσει και η εκμετάλλευσή τους. Αυτό πρακτικά σημαίνει σεισμικές έρευνες και ερευνητικές γεωτρήσεις, ένα πρόγραμμα διάρκειας περίπου 2,5 ετών στην περίπτωση που η ελληνική πραγματικότητα καταφέρει να συναντήσει τους αντικειμενικούς χρόνους αυτών των διαδικασιών. Από απόψεως επενδύσεων θα απαιτηθούν περί τα 3 εκατ. δολάρια ανά περιοχή για τις γεωφυσικές έρευνες και περί τα 80-120 εκατ. δολάρια για κάθε ερευνητική γεώτρηση, που για κάποιες δύσκολες τεχνικά περιπτώσεις –που επιβάλλουν λόγοι περιβαλλοντικής προστασίας– μπορεί να φθάσουν και τα 150 εκατ. δολάρια.
Μια πλήρης διερεύνηση των τριών περιοχών προϋποθέτει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, πέντε με έξι ερευνητικές γεωτρήσεις. Για να προχωρήσει αυτός ο προγραμματισμός, η κυβέρνηση θα δώσει το επόμενο διάστημα ένα δυνατό σήμα αποφασιστικότητας προς τις ανάδοχες εταιρείες, που δεν το είχαν λάβει το προηγούμενο διάστημα, ως απόρροια του γενικότερου αρνητικού περιβάλλοντος που διαμόρφωσε η κατρακύλα των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου τη διετία 2019 και 2020 και η στρατηγική αποεπένδυσης των πετρελαϊκών. Τα ελληνικά κοιτάσματα, πέραν της ενίσχυσης της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια νέα πηγή τροφοδοσίας στην Ευρώπη. Το στοίχημα θα κριθεί και από το πώς θα ανταποκριθούν οι εταιρείες – παραχωρησιούχοι των περιοχών νότια, νοτιοδυτικά της Κρήτης και στο Ιόνιο. Η κυβέρνηση, πάντως, φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει σε αντικατάστασή τους σε περίπτωση που δεν κινητοποιηθούν άμεσα και συζητάει ήδη με τέσσερις μεγάλες πολυεθνικές που φέρονται να έχουν δείξει ενδιαφέρον για τις τρεις περιοχές.