Εξάγουμε ελαιόλαδο, αλλά και τεχνολογία

Εξάγουμε ελαιόλαδο, αλλά και τεχνολογία

Τα ελληνικά τεχνολογικά προϊόντα κερδίζουν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο έναντι των ανταγωνιστών τους στις ξένες αγορές

7' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οχι μόνο έκλεισαν με ιστορικό υψηλό οι ελληνικές εξαγωγές το 2022, αλλά υπάρχουν προϊόντα τα οποία συνεχώς κερδίζουν μερίδιο έναντι των ανταγωνιστών τους στις διεθνείς αγορές. Και εάν το ένα από αυτά είναι το ελαιόλαδο που ευνοήθηκε από τη συγκυρία της εξαιρετικά μειωμένης παραγωγής στην Ισπανία, δεν ισχύει το ίδιο για τους λαμπτήρες LED και άλλα προϊόντα – μηχανήματα «πράσινης» τεχνολογίας όπως ηλεκτρικοί μετρητές αλλά και ηλιακοί θερμοσίφωνες, που αυξάνουν σταθερά τη διείσδυσή τους στις ξένες αγορές, δημιουργώντας μια ισχυρή βάση για εξαγωγές υψηλής προστιθέμενης αξίας. Το γεγονός μάλιστα ότι και το 2023 έχει ξεκινήσει θετικά, με την υψηλή τεχνολογία να παραμένει βασικός μοχλός ανάπτυξης και τις επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη να ενισχύονται, αυξάνει την πιθανότητα μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης των εξαγωγών κατά 8% ετησίως (σε πραγματικούς όρους), έναντι 5% που αποτελεί το βασικό σενάριο, εκτιμά η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.

Αν μη τι άλλο οι εξαγωγές αγαθών, οι οποίες αποτέλεσαν τη μοναδική επί της ουσίας «σανίδα σωτηρίας» της ελληνικής οικονομίας στα χρόνια της κρίσης, πριν ακόμη αρχίσει και η μεγάλη ανάπτυξη του τουρισμού, επιβεβαίωσαν τις αντοχές τους και στον καιρό της πανδημίας και στην πρόσφατη πληθωριστική κρίση. Κατά την περίοδο 2010-2016, όταν οι ελληνικές επιχειρήσεις αντιμετώπισαν τις πιο σοβαρές αντιξοότητες που συνδέονταν με την κρίση, οι εξαγωγές αγαθών σημείωσαν μέσο ετήσιο πραγματικό ρυθμό αύξησης 5,3%.

Η ανοδική πορεία συνεχίστηκε και την περίοδο 2017-2019 και μάλιστα το 2018 η συμβολή των εξαγωγών αγαθών στον πραγματικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της Ελλάδας έφτασε τη 1,5 ποσοστιαία μονάδα, επίδοση υψηλότερη σχεδόν όλης της προηγούμενης εικοσαετίας. Ετσι, ενώ οι εξαγωγές αγαθών ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν μόλις 8,5% το 2009 έφτασε το 18% το 2019. Στη διάρκεια της πανδημίας οι ελληνικές εξαγωγές, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, άντεξαν και έκλεισαν το 2020 με θετικό πρόσημο.

Αυξάνεται η πιθανότητα μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης των εξαγωγών κατά 8% ετησίως.

Ο δρόμος, ωστόσο, που έχουμε να διανύσουμε ακόμη είναι μεγάλος, καθώς η χώρα παραμένει εξαρτημένη από τις εισαγωγές. Τούτο φάνηκε ειδικά το 2022 που λόγω και της πληθωριστικής κρίσης, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 50,7% σε σύγκριση με το 2021, φτάνοντας τα 38,37 δισ. ευρώ. Η δυσκολία εξόδου στις διεθνείς αγορές πολλών μικρών επιχειρήσεων, ο χαμηλός βαθμός τυποποίησης κυρίως σε αγροτικά προϊόντα, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του ελαιολάδου, ή η εξαγωγή ΠΟΠ προϊόντων επίσης σε χαμηλές τιμές, όπως η φέτα, για να βρουν θέσεις στα ράφια των εκπτωτικών αλυσίδων της Ευρώπης, είναι μερικά ακόμη από τα δομικά προβλήματα των ελληνικών εξαγωγών.

Εξάγουμε ελαιόλαδο, αλλά και τεχνολογία-1

Λαμπτήρες LED και ηλεκτρικοί μετρητές 

Μπορεί τα ελληνικά προϊόντα με τα υψηλότερα μερίδια στην Ευρώπη να είναι το βαμβάκι, η κομπόστα και οι ελιές, μερίδια που φθάνουν ακόμη και το 80%, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πλέον η Ελλάδα είναι μια χώρα που εξάγει μόνο προϊόντα της πρωτογενούς παραγωγής. Εκτός από βιομηχανίες με ισχυρή παράδοση και μεγάλη ιστορία στην Ελλάδα, όπως αυτή των ηλιακών θερμοσιφώνων, υπάρχουν και άλλες που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια, κατακτώντας ήδη σημαντική θέση στις ξένες αγορές και διεκδικώντας –γιατί όχι;– ακόμη και την κορυφή στην κατηγορία τους.  

Αν και είχαν αναπτυχθεί προ της ενεργειακής – πληθωριστικής κρίσης, αυτή στην ουσία αποτέλεσε ευκαιρία για την αύξηση των πωλήσεών τους. Ο λόγος για τους λαμπτήρες LED, τους ηλεκτρικούς μετρητές και τους ηλιακούς θερμοσίφωνες, τρία προϊόντα πράσινης τεχνολογίας που ξεχώρισαν για τις επιδόσεις τους το 2022 και από μια άποψη δείχνουν τον δρόμο για την αλλαγή μείγματος των ελληνικών εξαγωγών.     

Τα στοιχεία της μελέτης της ΕΤΕ ειδικά για τους λαμπτήρες LED, τους ηλιακούς θερμοσίφωνες και τους ηλεκτρικούς μετρητές έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον:  

• Τα προϊόντα τεχνολογίας LED (με ετήσιες εξαγωγές 400 εκατ. ευρώ κυρίως προς Δυτική Ευρώπη και Βαλκάνια) αυξάνουν συνεχώς τη διείσδυσή τους στις διεθνείς αγορές για πέντε συνεχόμενα τρίμηνα, ενώ παράλληλα βελτιώνουν τις σχετικές τιμές τους.   

• Οι ηλιακοί θερμοσίφωνες (με ετήσιες εξαγωγές 100 εκατ. 
ευρώ, κυρίως προς Δυτική Ευρώπη και Μέση Ανατολή) βελτιώνουν σταθερά κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο τις σχετικές τιμές τους και πλέον δείχνουν να το καταφέρνουν αυξάνοντας παράλληλα τη διείσδυσή τους στις διεθνείς αγορές.  

• Οι ηλεκτρικοί μετρητές (με ετήσιες εξαγωγές 200 εκατ. ευρώ, κυρίως προς Δυτική Ευρώπη και Βόρεια Αμερική) εντείνουν συνεχώς το τελευταίο δωδεκάμηνο τη διείσδυσή τους στις διεθνείς αγορές και σταδιακά το καταφέρνουν χωρίς την ανάγκη διατήρησης επιθετικής πολιτικής τιμών. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι οι πρόδρομοι δείκτες δείχνουν ανοδική πορεία για τις εξαγωγές των εν λόγω προϊόντων και εν γένει των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και το 2023. «Παρά την αβεβαιότητα του οικονομικού περιβάλλοντος, οι εκτιμήσεις για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας (ως σημαντικότερης εξαγωγικής μας αγοράς) αναθεωρούνται προς το θετικότερο, ενώ παράλληλα οι ελληνικές επιχειρήσεις παραμένουν αισιόδοξες.

Κομβικό στοιχείο παραμένει η υπεροχή της δυναμικής των ελληνικών εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας, καθώς οι παραγγελίες τους παρουσιάζουν τάση φανερώς ισχυρότερη έναντι τόσο των λοιπών ελληνικών εξαγωγών όσο και των ευρωπαϊκών εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας», τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.  

Από την ανάλυση που γίνεται στη μελέτη της ΕΤΕ 129 επιμέρους προϊόντων (τα οποία καλύπτουν το 80% των ελληνικών εξαγωγών), διαπιστώνονται σημαντικές αποκλίσεις επιδόσεων:  

• Περίπου το 25% των προϊόντων κατάφερε να κερδίσει κατά το τελευταίο τρίμηνο μερίδιο στις διεθνείς αγορές (κέρδος σε όγκους και τιμές). 

Ωστόσο, μόλις 3 εκ των 30 προϊόντων αυτής της κατηγορίας (LED, αλλαντικά και χαρτοσυσκευασίες) διατηρούνται για τέσσερα συνεχή τρίμηνα σε αυτή την κατηγορία, επιτρέποντας να συναγάγουμε ότι ακολουθούν μια επιτυχημένη στρατηγική και δεν αποκομίζουν απλώς παροδικά κέρδη.   

• Διευρύνοντας την κατηγορία μελέτης στο σύνολο των προϊόντων που πέτυχαν αυξημένη διείσδυση όγκων για τέσσερα συνεχή τρίμηνα (είτε με ανοδικές είτε με πτωτικές τιμές) ξεχωρίζουν ως περισσότερο δυναμικά τα σχετιζόμενα με την εξοικονόμηση ενέργειας προϊόντα (LED και ηλεκτρικοί μετρητές), επιτυγχάνοντας το τελευταίο τρίμηνο άνοδο μεριδίου κατά 3-4 ποσοστιαίες μονάδες.  

Οι ετήσιες εξαγωγές των προϊόντων LED φθάνουν τα 400 εκατ. ευρώ και κατευθύνονται κυρίως προς Δυτική Ευρώπη και Βαλκάνια. 

Σημαντικό μέρος αυτών των μηχανημάτων παράγονται στην Ελλάδα, ενώ το υπόλοιπο προωθείται στις γειτονικές μας χώρες από ελληνικές εταιρείες που λειτουργούν ως αποκλειστικοί αντιπρόσωποι πολυεθνικών – ανάγοντας έτσι την Ελλάδα σε ρόλο περιφερειακού κέντρου, προωθώντας παράλληλα τη μεταφορά τεχνογνωσίας και ισχυροποιώντας τα εμπορικά δίκτυα στην περιοχή.  

Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, η κυριότερη αγορά για τα τρία βασικά προϊόντα πράσινης τεχνολογίας που εξάγει η Ελλάδα (LED, ηλεκτρικοί μετρητές και ηλιακοί θερμοσίφωνες) είναι η περιοχή της Δυτικής Ευρώπης, κάτι που προσδίδει σημαντικό βαθμό σταθερότητας και σημαίνει συνήθως υψηλές τιμές πώλησης των προϊόντων. Συγκεκριμένα, στη Δυτική Ευρώπη εξάγεται το 58% των ηλιακών θερμοσιφώνων, το 54% των ηλεκτρικών μετρητών και το 45% των λαμπτήρων LED. Βασική αγορά για τους λαμπτήρες είναι τα Βαλκάνια, αφού εκεί κατευθύνεται το 48% των εξαγωγών. Από την άλλη, σημαντική αγορά για τους ελληνικούς ηλιακούς θερμοσίφωνες είναι εκτός από τη Δυτική Ευρώπη η Μέση Ανατολή και η Αφρική, περιοχές στις οποίες κατευθύνεται το 14% και το 10% των εξαγωγών αντιστοίχως. Οι ελληνικοί ηλεκτρικοί μετρητές με τη σειρά τους έχουν κατακτήσει σημαντική θέση και στη Βόρεια Αμερική, περιοχή στην οποία κατευθύνεται το 25% των εξαγωγών της εν λόγω κατηγορίας.

Ισχυρή ζήτηση για ελαιόλαδο, αλλά το πουλάμε χύμα

Σε 200 εκατ. ευρώ ετησίως ή 1,3 ευρώ/κιλό υπολογίζεται από τη μελέτη της ΕΤΕ η απώλεια εσόδων από το γεγονός ότι πάνω από το 70% του ελληνικού ελαιολάδου που εξάγεται είναι χύμα και όχι τυποποιημένο. Κι αυτό διότι το χύμα ελληνικό ελαιόλαδο εξάγεται με μέση τιμή 3,8 ευρώ/κιλό, ενώ το τυποποιημένο με μέση τιμή 5,1 ευρώ/κιλό. 

Μάλιστα, η τιμή των 3,8 ευρώ/κιλό θεωρείται υψηλή και επικράτησε πέρυσι λόγω της υψηλής ζήτησης που προκάλεσε η μείωση της παραγωγής στην Ισπανία. Συνήθως το ελληνικό ελαιόλαδο πωλείται στην Ιταλία σε τιμές κάτω από τα 3 ευρώ/κιλό.

Εξάγουμε ελαιόλαδο, αλλά και τεχνολογία-2

Το χειρότερο ίσως είναι ότι το ελληνικό ελαιόλαδο που εξάγεται χύμα, κυρίως στην Ιταλία και σε μικρότερο βαθμό και στην Ισπανία, αναμειγνύεται με άλλα ελαιόλαδα, συνήθως χαμηλότερης ποιότητας, τυποποιείται εκεί και εξάγεται ως ιταλικό ή ισπανικό προϊόν σε πολύ υψηλότερη τιμή. Ετσι, ενώ μόλις το 29% του ελαιολάδου που εξάγει η Ελλάδα είναι τυποποιημένο, το αντίστοιχο ποσοστό για την Ισπανία είναι 71%, ενώ η Ιταλία εξάγει σχεδόν αποκλειστικά τυποποιημένο ελαιόλαδο (95%).

Το 2022 η Ελλάδα εξήγαγε στην Ιταλία 127.000 τόνους στην τιμή των 3,9 ευρώ/κιλό και 19.000 τόνους στην Ισπανία στην τιμή των 3,1 ευρώ/κιλό. Οι εξαγωγές, από την άλλη, στη Γερμανία, στη Γαλλία και στις ΗΠΑ, εξαγωγές κατά βάση τυποποιημένου ελαιολάδου, ήταν σε πολύ υψηλότερη τιμή, από 5 έως 5,4 ευρώ/κιλό.

Το 2022, πάντως, το ελληνικό ελαιόλαδο σημείωσε επιδόσεις ρεκόρ λόγω της ευνοϊκής συγκυρίας της αυξημένης παραγωγής στην Ελλάδα και της πολύ μειωμένης παραγωγής στην Ισπανία. Η παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα κατέγραψε το 2022 υψηλό εξαετίας, ενώ στην Ισπανία υπήρξε μείωση της παραγωγής κατά 48%. Ετσι, η Ελλάδα πέτυχε υψηλό 20ετίας σε όγκους εξαγωγών (+157% το τρίμηνο Νοεμβρίου 2022-Ιανουαρίου 2023 σε σύγκριση με το τρίμηνο Νοεμβρίου 2021-Ιανουαρίου 2022), διπλασιάζοντας το μερίδιό της στην παγκόσμια παραγωγή (σε 13% από 7%) και παράλληλα ενισχύοντας τις τιμές της κατά 37%. Υψηλό εξαετίας πέτυχαν επίσης το 2022 οι εξαγωγές φέτας και καπνού. Στον αντίποδα, χαλκός, ελιές, φρέσκα ψάρια και βαμβάκι παρουσίασαν έντονη πτώση έως και 25%.

Εκτός από το ελαιόλαδο, συνολικά ο κλάδος των τροφίμων, κλάδος με μεγάλη εξωστρέφεια, κέρδισε σημαντικά μερίδια αγοράς το 2022. Σύμφωνα με τη μελέτη της ΕΤΕ, τα τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένου του ελαιολάδου, ενίσχυσαν το μερίδιό τους κατά 0,09 ποσοστιαίες μονάδες.

Τα υφάσματα κατέγραψαν τη μεγαλύτερη απώλεια μεριδίου, κατά 0,38 ποσοστιαίες μονάδες (κυρίως λόγω του υψηλού μεριδίου της Ελλάδας στη γενικά πτωτική αγορά του βαμβακιού).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή