Γιατί είναι τόσο ακριβά τα φυτικά γάλατα; Μια «ακτινογραφία» της αγοράς στην Ελλάδα

Γιατί είναι τόσο ακριβά τα φυτικά γάλατα; Μια «ακτινογραφία» της αγοράς στην Ελλάδα

Η «Κ» συνομιλεί με παράγοντες της αγοράς για το κόστος των εναλλακτικών ροφημάτων που γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλή, συμπαρασύροντας προς τα πάνω και τις τιμές του καφέ. Θα δούμε ποτέ σύγκλιση με τα ζωικά;

5' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μόνιμη θέση στα ράφια των σούπερ μάρκετ έχουν πλέον τα φυτικά γάλατα, τα οποία παρά το αισθητά υψηλότερο κόστος σε σχέση με τα ζωικά έχουν «κερδίσει» ένα πιστό καταναλωτικό κοινό στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια. Αντίστοιχα, το δικό τους κοινό έχουν αποκτήσει και οι καφέδες με φυτικό γάλα, οι οποίοι κερδίζουν συνεχώς έδαφος έχοντας την τιμητική τους στις νηστείες, παρότι ανέκαθεν είχαν επιπλέον χρέωση στις καφετέριες.
 
Μάλιστα, οι καταναλωτές έχουν ήδη συμβιβαστεί τόσο με την υψηλότερη τιμή από τους παραγωγούς, ώστε η έξτρα χρέωση στην εστίαση δεν φαίνεται να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για την αγορά τους. «Ο καταναλωτής που θέλει φυτικό γάλα και όχι ζωικό στο ρόφημά του είναι διατεθειμένος να πληρώσει το κάτι παραπάνω», δηλώνει χαρακτηριστικά στην «Κ» εκπρόσωπος της «Γρηγόρης».

Δεδομένου όμως ότι ιδίως μέσα στην τελευταία πενταετία σχεδόν κάθε εταιρεία λάνσαρε τη δική της εκδοχή φυτικού γάλακτος, γιαουρτιού, τυριού, παγωτού ή οποιουδήποτε είδους κρέμας εξαιτίας ακριβώς αυτής της υποστήριξης των καταναλωτών, είναι απορίας άξιο πώς εξακολουθούν να είναι αισθητά ακριβότερα ανά λίτρο σε σχέση με τα αντίστοιχα ζωικά προϊόντα.

Διογκώνεται η ζήτηση

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το 2017, όταν μπήκε στο «παιχνίδι» των φυτικών ροφημάτων μια μεγάλη σειρά ελληνικών εταιρειών, η αγορά είχε αποτίμηση 11,7 εκατ. ευρώ και ο όγκος ανερχόταν στους 4.000 τόνους. Έκτοτε, η αγορά, αν και παραμένει «νεογνή», παρουσιάζει μια σταθερή ανάπτυξη της τάξης του 30% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με στοιχεία που μοιράστηκαν με την «Κ» εκπρόσωποι της Όλυμπος και της ΔΕΛΤΑ.

Εξαίρεση στον κανόνα αποτέλεσε μόνον το 2022, οπότε η αξία και ο όγκος σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη χρονιά συρρικνώθηκαν με μεσοσταθμικό ρυθμό 2,9% και 8,1% αντίστοιχα. Τελικά, η αγορά φυτικών ροφημάτων έκλεισε πέρυσι στα 34,7 εκατ. ευρώ και τους 12.800 τόνους, ενώ πλέον μεγάλες εταιρείες προσφέρουν περισσότερους από 10 κωδικούς.

Ωστόσο, παράγοντες της αγοράς φαίνεται να συμφωνούν πως το πισωγύρισμα του 2022 ήταν παροδικό, καθώς ορισμένοι από τους μεγαλύτερους «παίκτες» της βιομηχανίας τροφίμων σκοπεύουν να επενδύσουν στην περαιτέρω επέκταση της κατηγορίας φυτικού ροφήματος. «Βλέποντας τις τάσεις που διαμορφώνονται τόσο την ελληνική όσο και στην παγκόσμια αγορά έχουμε καλούς λόγους να πιστεύουμε ότι η συγκεκριμένη ανάπτυξη αποτελεί μόνο την αρχή», δηλώνει χαρακτηριστικά στην «Κ» εκπρόσωπος της Alpro.

Από την πλευρά του, εκπρόσωπος της ΔΕΛΤΑ δήλωσε ότι «η κατηγορία των φυτικών ροφημάτων στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμα σε αρχικό στάδιο και εκτιμούμε ότι οι προοπτικές της στο μέλλον είναι θετικές, αν λάβουμε υπόψιν τα μερίδια αγοράς που καταγράφουν τα φυτικά ροφήματα στις αγορές της Ιταλίας, της Αγγλίας και της Γερμανίας».
 
Αυτό αποδίδεται στις ταχείες μεταβολές των καταναλωτικών προτιμήσεων, αφού όχι μόνο παρατηρείται μια τάση αναζήτησης πιο υγιεινών επιλογών στη διατροφή, αλλά και μια μεγαλύτερη ευαισθησία προς τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Παράλληλα, οι ανάγκες των καταναλωτών εξελίσσονται και πλέον αναζητούν ενισχυμένες προτάσεις, όπως για παράδειγμα εναλλακτικά προϊόντα για όσους έχουν δυσανεξία στη λακτόζη ή για όσους ψάχνουν ροφήματα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη.

Πάντως, στην τρέχουσα περίοδο πρώτο στην προτίμηση των Ελλήνων είναι το ρόφημα αμυγδάλου και μάλιστα -στο πλαίσιο της στροφής προς τα πιο υγιεινά προϊόντα- η εκδοχή χωρίς ζάχαρη, ενώ ακολουθεί το γάλα καρύδας και σόγιας.

Γιατί είναι τόσο ακριβά τα φυτικά γάλατα; Μια «ακτινογραφία» της αγοράς στην Ελλάδα-1
Σύμφωνα με στοιχεία που μοιράστηκε με την «Κ» εκπρόσωπος της Όλυμπος, από το 2017 οπότε και μπήκε στο «παιχνίδι» των φυτικών ροφημάτων μια μεγάλη σειρά ελληνικών εταιρειών, η αγορά παρουσιάζει σταθερή ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 30%, με εξαίρεση το 2022 που η αξία και ο όγκος των προιόντων συρρικνώθηκαν. Εικονογράφηση: Michael Kirki

Υψηλότερες οι τιμές

Παρά την αυξανόμενη δημοφιλία τους, τα φυτικά προϊόντα εξακολουθούν να είναι premium, εμφανίζοντας υψηλότερες τιμές ανά λίτρο από τα αντίστοιχα ζωικά. Παράγοντες της αγοράς εξηγούν ότι η διαφορά στην τιμή είναι εύλογη, καθώς διαμορφώνεται από το κόστος των πρώτων υλών σε συνδυασμό με το κόστος της εξειδικευμένης παραγωγής που απαιτείται για τη φυτική κατηγορία. Εκπρόσωπος της Όλυμπος μάλιστα υποστηρίζει ότι η παραγωγή των φυτικών προϊόντων βασίζεται αμιγώς σε ελληνικές πρώτες ύλες, οι οποίες συχνά απαιτούν υποστήριξη, όπως για παράδειγμα προγράμματα χρηματοδότησης καλλιεργητών ή συμβολαιακή καλλιέργεια.

Παράλληλα, ένας σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης των τιμών στη φυτική κατηγορία είναι η μεταβολή των καιρικών συνθηκών, καθώς επηρεάζουν την καλλιέργεια καρπών και οδηγούν συχνά σε ελλείψεις.

Τέλος, προς τα επάνω σπρώχνει την τιμή και η «απειρία» της ελληνικής αγοράς. Όπως εξηγεί εκπρόσωπος της ΔΕΛΤΑ στην «Κ», οι εταιρείες οφείλουν ταυτόχρονα να επενδύουν σε έρευνα και ανάπτυξη (R&D), προκειμένου να αναπτύξουν νέες συνταγές, ενόσω αγοράζουν και τον κατάλληλο εξοπλισμό. Από την άλλη βέβαια απαιτείται και επικοινωνιακή στήριξη για τη σωστή εκπαίδευση και την ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού, προσπάθειες που επίσης επιφέρουν πρόσθετα κόστη.

Το αποτέλεσμα είναι ένα ντόμινο επιπλέον κόστους και στις καφετέριες, οι οποίες παραδοσιακά έχουν διαφορετική χρέωση για τα φυτικά προϊόντα. «Τα φυτικά ροφήματα έχουν υψηλότερη τιμή ανά λίτρο από τα ζωικά. Επίσης στις vegan συνταγές -προκειμένου να επιτύχουμε ένα σωστό αφρόγαλα- χρησιμοποιείται μεγαλύτερη ποσότητα σε ml λόγω και της μικρότερης διόγκωσης που έχουν σαν σύσταση από τα ζωικά», σημειώνει στην «Κ» εκπρόσωπος της «Γρηγόρης», όπου βρίσκει κανείς τις φυτικές επιλογές με πρόσθετη χρέωση 0,30 ευρώ.

Θα δούμε ποτέ σύγκλιση τιμών με τα ζωικά;

Συν τοις άλλοις, το τελευταίο έτος η τιμή συμπαρασύρθηκε ανοδικά από την εν γένει αύξηση του κόστους των προϊόντων. Ειδικότερα, βάσει στοιχείων της Nielsen, η μέση τιμή πώλησης στο σύνολο του λευκού γάλακτος ενισχύθηκε κατά 13% το 2022, ενώ η αγορά φυτικών ροφημάτων παρουσίασε αντίστοιχη άνοδο 5,5%, διότι επηρεάστηκε λιγότερο από τις αυξήσεις των πρώτων υλών.

Η σύγκριση με τα αντίστοιχα ζωικά προϊόντα είναι αξιοσημείωτη, αφού η εξομάλυνση της διαφοράς είναι ένας βασικός παράγοντας που θα μπορούσε δυνητικά να «προσγειώσει» την τιμή τους. Από την πλευρά της η ΔΕΛΤΑ παρότι επιβεβαιώνει πως εν μέσω υψηλού πληθωρισμού οι τιμές των φυτικών ροφημάτων αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό από τα ζωικά προϊόντα, δεν αναμένει σύγκλιση, όπως τουλάχιστον καταγράφονται με τα σημερινά δεδομένα οι διεθνείς τάσεις της αγοράς.

Ωστόσο, υπάρχει ένα παράθυρο στο μέλλον, υπό την προϋπόθεση ότι θα αναπτυχθεί η αγορά και οι όγκοι. Όπως συγκεκριμένα εξηγεί εκπρόσωπος της Όλυμπος: «Όσο περισσότερο αναπτύσσεται και γίνεται πιο διαδεδομένο ένα προϊόν, τόσο η αύξηση των όγκων επιφέρει συνέργειες, οι οποίες συμβάλλουν στη μείωση του κόστους παραγωγής και διάθεσης αυτού. Για παράδειγμα, συνέργειες μπορούν να προκύψουν μέσω της αύξησης της παραγωγής καρπών και άλλων φυτικών υλών στο στάδιο της καλλιέργειας, της παραγωγής σε μεγαλύτερες γραμμές παραγωγής που θα λειτουργούν πιο αποδοτικά και με μικρότερες φύρες και της διακίνησης μεγαλύτερων ποσοτήτων που θα μειώσουν το κόστος της διανομής ανά κιλό. Όσο ένα προϊόν είναι καινοτόμο και premium, τόσο το κόστος του εύλογα βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με προϊόντα περισσότερο διαδεδομένα και γνωστά».

Και βέβαια, ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται και στην εστίαση, όπου οι καφετέριες αδυνατούν να απορροφήσουν το κόστος και το μετακυλίουν στον καταναλωτή. Όπως σημειώνει εκπρόσωπος της «Γρηγόρης», όσο παραμένουν υψηλά οι τιμές των φυτικών προϊόντων από τους παραγωγούς και δεδομένου ότι απαιτείται μεγαλύτερη ποσότητα για τις vegan συνταγές, είναι δύσκολο να εξαλειφθεί η επιπλέον χρέωση από τα φυτικά ροφήματα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή