Άρθρο Θ. Τσακίρη στην «Κ»: Η δυναμική του ελληνικού κάθετου διαδρόμου αερίου

Άρθρο Θ. Τσακίρη στην «Κ»: Η δυναμική του ελληνικού κάθετου διαδρόμου αερίου

Οι διασυνδέσεις και αναβαθμίσεις δικτύων Φ.Α. εξυπηρετούν τη στρατηγική στόχευση της κατά το δυνατόν οριστικής και ολικής απεξάρτησης από τις εισαγωγές της Gazprom

4' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η σύνοδος των χωρών του CESEC, που φιλοξενήθηκε στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα, ίσως αποτελέσει ένα σημαντικό ορόσημο για την εξέλιξη της διεθνούς ενεργειακής μας πολιτικής στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η διετής αυτή συνάντηση των κρατών-μελών της Ε.Ε., της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών της Ενεργειακής Κοινότητας (που σχεδόν όλα είναι υποψήφια μέλη της Ε.Ε.) αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να γίνει μια εις βάθος ανασκόπηση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Το CESEC επιδιώκει μέσα από δομημένα σχέδια δράσης να συντονίσει και να προωθήσει τη διασυνδεσιμότητα των περιφερειακών αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, ως προϋπόθεση για την απελευθέρωση και ομογενοποίηση των ενεργειακών αγορών της περιοχής με την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας.

Για πρώτη φορά στη σύνοδο των Αθηνών αποφασίστηκε η διεύρυνση του ενεργειακού αντικειμένου αυτής της διασυνδεσιμότητας ώστε να συμπεριλαμβάνει τη μελλοντική παραγωγή υδρογόνου και άλλων ανανεώσιμων αερίων, δίνοντας παράλληλα έμφαση στην ανάγκη να ολοκληρωθούν οι διασυνδέσεις ή/και αναβαθμίσεις των δικτύων Φ.Α. που εξυπηρετούν τη στρατηγική στόχευση της κατά το δυνατόν οριστικής και ολικής απεξάρτησης από τις εισαγωγές της Gazprom, όπως αυτή περιγράφεται στο σχέδιο REPowerEU. Αν και αυτή η φιλοδοξία δεν γίνεται ενθουσιωδώς αποδεκτή από όλες τις χώρες της περιοχής, με προφανείς –όσο και αναπόφευκτες– τις εξαιρέσεις της Ουγγαρίας, της Σερβίας και δευτερευόντως της Βόρειας Μακεδονίας, και οι τρεις αυτές χώρες αναζητούν τρόπους (έστω) μερικής απαγκίστρωσης από το ρωσικό Φ.Α.

Τον Απρίλιο του 2023 το Αζερμπαϊτζάν, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία υπέγραψαν στη Σόφια ένα σχέδιο αγωγών που ονομάτισαν Solidarity Ring και το οποίο επιδίωκε μέσω Τουρκίας να παρακάμψει τις ελληνικές υποδομές Φ.Α. στη Βόρεια Ελλάδα. Η συμφωνία αυτή συνοδεύθηκε από μια σειρά εμπορικών συμφωνιών εξαγωγής Φ.Α. από την τουρκική κρατική εταιρεία BOTAS προς τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και –ήδη από τον Ιανουάριο του 2023– τη Βουλγαρία, κάτι που υποδήλωνε τη λήψη πρακτικών βημάτων προς την υλοποίηση ενός σχεδίου που ουσιαστικά επιχειρούσε να αναβιώσει τη φιλοσοφία και έως ένα βαθμό την όδευση του σχεδίου Nabucco West.

Το σχέδιο αυτό διεκδικούσε εις βάρος του ΤΑΡ και της Ελλάδας τη δυνατότητα να καταστεί ο βασικός εξαγωγικός αγωγός των αζερικών εξαγωγών από την Κασπία Θάλασσα. Οι εμπνευστές του σχεδίου Nabucco απέτυχαν σε αυτόν τον στόχο το 2013, όταν και επικράτησε η επιλογή του ΤΑΡ μέσω Ελλάδας, επιλογή που η χώρα μας υλοποίησε το 2020 και την οποία συνεχίζει να στηρίζει ως προς την προοπτική διπλασιασμού της δυναμικότητάς του έως τα τέλη της τρέχουσας δεκαετίας, εφόσον συντρέχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις διαθεσιμότητας αερίου και ζήτησής του.

Η Ελλάδα, ωστόσο, πήγε πολύ πέραν από τον ΤΑΡ στην προσπάθειά της να αναδειχθεί σε κόμβο μεταφοράς Φ.Α. όχι μόνο στην κατεύθυνση Ανατολής – Δύσης, κάτι που επετεύχθη μέσω ΤΑΡ, αλλά και στην κατεύθυνση Νότου – Βορρά, μια στρατηγική επιδίωξη που κωδικοποιήθηκε μέσα από το σχέδιο του λεγόμενου «κάθετου άξονα». Η στρατηγική αυτή που ανάγεται στο 2016 πέραν από την ολοκλήρωση του IGB (2022) και του Πλωτού Σταθμού Αποθήκευσης και Επαναεριοποίησης (ΠΣΑΕ) Φ.Α. της Αλεξανδρούπολης προέβλεπε την υπό τη διαχείριση του ΔΕΣΦΑ ενίσχυση του ΕΣΦΑ (Εθνικού Συστήματος Φ.Α.) που ξεκίνησε πολύ πριν αρχίσει η κατασκευή των δύο προαναφερθεισών υποδομών.

Ως αποτέλεσμα αυτών των επενδύσεων που επισπεύσθηκαν από το 2019, όπως η ολοκλήρωση της τρίτης δεξαμενής στη Ρεβυθούσα, η αύξηση της επαναεριοποιητικής της δυνατότητας και η συνεχής αύξηση της δυναμικότητας του δικτύου μέσω νέων συμπιεστών προς εξαγωγική κατεύθυνση Νότου – Βορρά, η χώρα μας ήταν σε θέση να σώσει κυριολεκτικώς τη Βουλγαρία από τον κίνδυνο του ενεργειακού της στραγγαλισμού όταν διακόπηκαν εν μια νυκτί οι ρωσικές εξαγωγές το 2022. Μέσα στο 2022 οι συνολικές ροές του ΕΣΦΑ σε ποσοστό πάνω από το 1/3 κινήθηκαν εξαγωγικά προς Βορρά, με όρους χρήσης δικτύου πολύ πιο ανταγωνιστικούς από οποιαδήποτε εναλλακτική όδευση.

Η ανταγωνιστικότητα αυτών των υποδομών φαίνεται να διέφυγε την προσοχή της τότε υπηρεσιακής κυβέρνησης της Βουλγαρίας, η οποία το 2023 δεσμεύθηκε με αδιαφανείς και ετεροβαρείς όρους στο μακροπρόθεσμο συμβόλαιο της BOTAS συμβολαιοποιώντας 1,5 ΔΚΜ/Ε (δισ. κυβικά μέτρα / έτος) για 10 έτη. Είναι αξιοσημείωτο ότι η παρούσα κυβέρνηση του Nikolay Denkov κρίνει επιζήμια τη συμφωνία αυτή απαιτώντας την αναθεώρησή της.

Η ανταγωνιστικότητα των υποδομών του ΔΕΣΦΑ πολλαπλασιάζεται καταλυτικά από τη λειτουργία του IGB και του ΠΣΑΕ Αλεξανδρούπολης, συστήματα που αμφότερα θα λειτουργήσουν στο μέγιστο της δυναμικότητάς τους μετά την ολοκλήρωση της αναβάθμισης των συμπιεστών του ΕΣΦΑ στην περιοχή της Κομοτηνής, ένα έργο αξίας 110 εκατ. ευρώ που ήδη υλοποιείται. Με την ολοκλήρωσή του ο IGB μπορεί να λειτουργήσει στο μέγιστο της τεχνικής του δυνατότητας των 5 ΔΚΜ/Ε.

Αυτό, ωστόσο, αποτελεί μόνο την αρχή της αλυσίδας. Η σημαντικότερη εξέλιξη που αφορά την ελληνική στρατηγική του «κάθετου διαδρόμου» δεν ήταν απλώς η επιβεβαίωση του πρωταγωνιστικού ρόλου των ελληνικών υποδομών Φ.Α. της Βόρειας Ελλάδας για την περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια, αλλά η διεύρυνση του συνασπισμού στήριξης του ρόλου αυτού που βασίζεται στην περαιτέρω εμβάθυνση της ελληνοβουλγαρικής ενεργειακής συνεργασίας και το άνοιγμα ενός διαδρόμου που θα συμβάλει –μέσα από την ανάστροφη ροή του σοβιετικής κατασκευής «Διαβαλκανικού Αγωγού»– στην πλήρη απεξάρτηση της Ουκρανίας και της Μολδαβίας από το ρωσικό Φ.Α.

Η συστηματική και επίπονη «διπλωματία» των διαχειριστών που ακολουθήθηκε από τον ΔΕΣΦΑ και το ΥΠΕΝ εδώ και πολλούς μήνες φαίνεται ότι απέφερε καρπούς, καθώς ουδείς πλέον δεν μπορεί να αγνοήσει τον «κάθετο διάδρομο» που εκκινεί από την Ελλάδα, o κομβικός ρόλος της οποίας δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Το κόστος αυτών των υποδομών που υπολογίζεται στα 450 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 300 εκατ. αφορούν την κατεύθυνση του δικτύου προς την Ουκρανία και τη Μολδαβία, επιβαρύνονται σχεδόν εξ ολοκλήρου μεταξύ Βουλγαρίας, Ρουμανίας και –σε μικρότερο βαθμό– Μολδαβίας.

Είναι εξαιρετικά δυσνόητο το γιατί η Ε.Ε. εξακολουθεί να αρνείται την ουσιαστική χρηματοδοτική υποστήριξη των εν λόγω υποδομών που εξυπηρετούν τον βασικότερο στόχο της στρατηγικής του REPowerEU και θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ευεργετικά πρωτίστως για την Ουκρανία και δευτερευόντως για την Ουγγαρία και τη Σλοβακία…

*Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή