Άρθρο Α. Κοντολέοντος στην «Κ»: Απανθρακοποίηση με αποβιομηχάνιση της χώρας;

Άρθρο Α. Κοντολέοντος στην «Κ»: Απανθρακοποίηση με αποβιομηχάνιση της χώρας;

Η ενεργειακή πολιτική για τις βιομηχανίες έντασης της χώρας μας δεν μπορεί να περιορίζεται στο «κάντε ΡΡΑ»

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πληθαίνουν οι φωνές που ομιλούν ότι είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος αποβιομηχάνισης της Ευρώπης. Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση είχε σαν αποτέλεσμα το κλείσιμο του 50% των βιομηχανιών παραγωγής πρωτόχυτου αλουμινίου, χαλκού και ψευδαργύρου και τη συρρίκνωση της λειτουργίας των βιομηχανιών παραγωγής χάλυβα, λιπασμάτων και πολλών χημικών βιομηχανιών.

Οι πολύ φιλόδοξοι στόχοι που θέτει η γραφειοκρατία των Βρυξελλών για την πράσινη μετάβαση και το υπερβολικά υψηλό κόστος που αυτοί συνεπάγονται για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, ακυρώνουν την επανεκκίνησή τους και τις αναγκάζουν να εξετάσουν σενάρια μετακίνησής τους εκτός Ευρώπης.

Ενα κυρίαρχο ερώτημα που πλανιόταν στη συνάντηση 70 και πλέον εκπροσώπων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στην Αμβέρσα ήταν: «Θα φθάσουμε στην απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας μέσω της αποβιομηχάνισης ή ήρθε η ώρα να ληφθούν ριζικά μέτρα, που να στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας»;

Είναι σαφές ότι η ανεξέλεγκτη αύξηση στην παραγωγή των ΑΠΕ θα πρέπει να συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας (φορτίο), γεγονός το οποίο σήμερα δεν συμβαίνει. Αντίθετα παρατηρούμε μείωση της ζήτησης σε φυσικό αέριο όσο και μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη.

Μέχρι σήμερα η ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα μας στηρίζεται στις 20ετείς συμβάσεις μέσω των οποίων το ελληνικό Δημόσιο εγγυάται στους παραγωγούς σταθερή τιμή αποζημίωσης της παραγωγής τους ανεξάρτητα από την τιμή του χρηματιστηρίου ενέργειας, ώστε να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση των έργων αυτών.

Η ανεξέλεγκτη αύξηση των ΑΠΕ, κυρίως των ΦΒ (φωτοβολταϊκά), χωρίς αύξηση του φορτίου ή των εξαγωγών της υπερβάλλουσας πράσινης ενέργειας που γίνονται με οικονομική ζημιά, έχει ως αποτέλεσμα τη συχνή εμφάνιση χαμηλών τιμών στη χονδρεμπορική αγορά στις ώρες ηλιοφάνειας, ακόμη και μηδενικών, με επακόλουθο τη δημιουργία ελλείμματος στον λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) και την αποθάρρυνση των ιδιωτών για πιθανή σύναψη μακροχρόνιων συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με παραγωγούς ΑΠΕ (ΡΡΑ).

Αξίζει να επισημάνουμε ότι πλέον είναι σύνηθες να υπάρχουν ημέρες κατά τις οποίες ο διαχειριστής υποχρεώνεται, λόγω των αναγκών ευστάθειας του συστήματος, να καλεί πλέον της μιας κομβικές θερμικές μονάδες, που απέφυγαν εντέχνως να ενταχθούν στην ημερήσια αγορά, να λειτουργήσουν, με αποτέλεσμα αυτές να μην αμείβονται με τις τιμές του χρηματιστηρίου αλλά με τιμές διπλάσιες ή και τριπλάσιες από τις τιμές της αγοράς (pay as bid). Αποτέλεσμα, το κόστος της αγοράς εξισορρόπησης να ξεπερνάει τα 14 ευρώ/MWh.

Αντίστοιχα οι αρμόδιοι αναζητώντας εναλλακτική λύση χρηματοδότησης των έργων ΑΠΕ προτείνουν ότι η πιο πρόσφορη λύση για να διασφαλίσουν οι βιομηχανίες ανταγωνιστικό κόστος τα επόμενα έτη είναι τα ΡΡΑ με σταθερή τιμή για τις ώρες που παράγεται πράσινη ενέργεια (pay as produced, όχι base load).

Πλην όμως, τα ΡΡΑ στις τιμές που προσφέρονται σήμερα, και δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέρριψε το αίτημα της χώρας μας για έγκριση μηχανισμού επιδότησης της βιομηχανίας για μέρος του κόστους, που προκύπτει από την προσαρμογή της καμπύλης παραγωγής ενός ΦΒ στην καμπύλη λειτουργίας μιας βιομηχανίας (Green Pool), εμπεριέχουν τεράστιο επιχειρηματικό ρίσκο.

Το πλάνο της Επιτροπής για την πράσινη μετάβαση θέτει ως πρωταρχικό άμεσο στόχο την ενίσχυση των διεθνών διασυνδέσεων και της αποθήκευσης. Μεταξύ άλλων προβλέπει την αντικατάσταση του φυσικού αερίου για την ικανοποίηση των θερμικών αναγκών των βιομηχανιών με ηλεκτρική ενέργεια (electrification), (όπως π.χ. με electrolysers για παραγωγή υδρογόνου μακροπρόθεσμα), καθώς και με εγκαταστάσεις δέσμευσης και αποθήκευσης του εκπεμπόμενου CO2 (CCS) από τις καμινάδες όπως π.χ. των εργοστασίων τσιμέντου.

Επίσης, προβλέπει την ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης και στις μεταφορές, τη χρήση των αντλιών θερμότητας στη θέρμανση των κατοικιών μαζί με την αναβάθμιση της θερμομόνωσης των κατοικιών, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ολα όμως τα ανωτέρω για να συμβούν στους χρόνους που ζητούνται, απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις και επιδοτήσεις.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην προσπάθειά της να βρει οικονομικούς πόρους για να στηρίξει την πράσινη μετάβαση έχει σχεδιάσει ένα μηχανισμό, που θα τεθεί σε ισχύ από το 2026 (Carbon Border Adjustment Mechanism, CBAM), με τον οποίο καταργεί σταδιακά από το 2026 τα δωρεάν δικαιώματα CO2, που δίδονται στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες για να διατηρήσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητά τους και επιβάλλει φόρο άνθρακα στα εισαγόμενα προϊόντα και πρώτες ύλες από τρίτες χώρες με υψηλό αποτύπωμα άνθρακα, όπως αλουμίνιο, χάλυβα και τσιμέντο σε πρώτη φάση.

Είναι προφανές ότι αυτή η ρύθμιση από μόνη της θα αυξήσεις σταδιακά τις τιμές αυτών των βασικών προϊόντων.

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει εκφράσει τις επιφυλάξεις της για την ορθότητα του εν λόγω μηχανισμού, καθώς εκτός των άλλων αφενός θα ακριβύνουν οι πρώτες ύλες από τρίτες χώρες, αφετέρου στα εισαγόμενα προϊόντα δεν θα είναι τελικά δυνατόν να επιβληθεί φόρος, διότι θα είναι εύκολο για τις τρίτες χώρες να βρεθεί λύση τα εισαγόμενα προϊόντα τους να συνοδεύονται από πιστοποιητικά ότι παράχθηκαν με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα ή ότι έχουν επιβαρυνθεί με αντίστοιχο φόρο στη χώρα τους.

Εν κατακλείδι, θεωρούμε ότι το μέτρο αυτό θα πλήξει θανάσιμα την ευρωπαϊκή βιομηχανία.

Είναι προφανές ότι οι ελληνικές βιομηχανίες έντασης ενέργειας μπροστά σε αυτή την αβεβαιότητα για το μέλλον, αλλά όντας ήδη αντιμέτωπες με σκληρό διεθνή ανταγωνισμό λόγω της ύφεσης και αντιλαμβανόμενες ότι η εγχώρια ενεργειακή βιομηχανική πολιτική έχει ως κεντρικό σημείο της το «κάντε διμερείς συμβάσεις με παραγωγούς ΑΠΕ» φρενάρουν οποιοδήποτε επενδυτικό πλάνο τους, γεγονός που οδηγεί στη συρρίκνωσή τους.

Αυτό συμβαίνει, όταν η εμπειρία της πανδημίας έδειξε περίτρανα την ανάγκη για διεύρυνση και ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας στο πλαίσιο μιας πιο ισορροπημένης παραγωγικής ανάπτυξης της οικονομίας.

Η ελληνική βιομηχανία πρέπει και μπορεί να προσφέρει πολύ περισσότερα στην ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας, αρκεί τουλάχιστον να στηριχθεί από την πολιτεία υιοθετώντας τις πρακτικές που ακολουθούν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να υιοθετηθούν κατ’ αρχήν και στη χώρα μας στο σύνολό τους οι μηχανισμοί επιδότησης, οι οποίοι προβλέπονται από το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο (Κατευθυντήριες Γραμμές) ή εφαρμόζονται στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Και προφανώς η λήψη των μέτρων πρέπει να συνοδεύεται από την έγκαιρη εξασφάλιση της χρηματοδότησης των ανωτέρω μηχανισμών. Είναι χαρακτηριστικό το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με τον μηχανισμό της αντιστάθμισης του κόστους CO2, όπου για την περίοδο του 2024 το ποσό που έχει προβλεφθεί υπολείπεται κατά 100 εκατ. ευρώ σε σύνολο 300 εκατ. ευρώ.

Ως εκ τούτου, βάσει των ανωτέρω, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα που να εξασφαλίζουν ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας για τις βιομηχανίες της χώρας, πολλές από αυτές, ατενίζοντας με αβεβαιότητα το άμεσο μέλλον να εξετάζουν το ενδεχόμενο περαιτέρω μείωσης της παραγωγής τους.

*Ο κ. Αντώνης Κοντολέων είναι πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή