ΤτΕ: Πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων οι υψηλές εισφορές

ΤτΕ: Πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων οι υψηλές εισφορές

Το 2024 προβλέπεται αύξηση των αμοιβών ανά μισθωτό κατά 5,4% (έναντι 5,5% το 2023) και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 4,4%

2' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τη μείωση ή την επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών θέτει ως επιτακτική ανάγκη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, επισημαίνοντας ότι και το 2024 το μισθολογικό κόστος θα αυξηθεί κατά 4,4%.

Την ίδια στιγμή, η Κεντρική Τράπεζα διαπιστώνει αύξηση των κενών θέσεων εργασίας κατά 62,6% το 2023, έναντι του 2022, ως απόρροια της συνεχούς αύξησης της απασχόλησης και της μείωσης του ποσοστού ανεργίας, με αποτέλεσμα να περιορίζεται σημαντικά η «δεξαμενή» διαθέσιμου προσωπικού.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, το 2024 προβλέπεται αύξηση των αμοιβών ανά μισθωτό κατά 5,4% (έναντι 5,5% το 2023) και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 4,4% (από 4,5%). Οι τάσεις αυτές αναμένεται να ασκήσουν καθοδικές πιέσεις στα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων και καθιστούν επιτακτική, επισημαίνει η Κεντρική Τράπεζα, την ανάγκη μείωσης ή επιδότησης των ασφαλιστικών εισφορών.

Η ΤτΕ επισημαίνει βέβαια ένα ακόμη πρόβλημα, τη «στενότητα στην αγορά εργασίας» (labour market tightness), η οποία αντανακλά την υπέρβαση των κενών θέσεων εργασίας σε σύγκριση με εκείνους που αναζητούν εργασία. Βασικό δείκτη για τη «στενότητα» αυτή αποτελούν οι κενές θέσεις εργασίας, με το ποσοστό να είναι αυξημένο κατά 10 μονάδες μετά την πανδημία.

Συνολικά, η αγορά εργασίας παρουσιάζει μεγαλύτερη στενότητα σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο, με τις κατασκευές, τη μεταποίηση, το εμπόριο και τον τουρισμό να επηρεάζονται περισσότερο. Ειδικότερα, ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας το 2023 οι κατασκευές (ποσοστό κενών θέσεων 2,6%), η μεταποίηση (1,8%), το εμπόριο (1,7%), τα καταλύματα (4,3%), οι επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (4,0%), καθώς και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας (1,7%) σημείωσαν τα υψηλότερα ποσοστά στενότητας. Αντίθετα, οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες και η εκπαίδευση κατέγραψαν τα χαμηλότερα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας, παρουσιάζοντας, ωστόσο, ήπιες αυξήσεις έναντι του 2022.

Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην έκθεση, η συνεχής αύξηση της απασχόλησης και η μείωση του ποσοστού ανεργίας έχουν περιορίσει σημαντικά τη δεξαμενή του διαθέσιμου προς πρόσληψη προσωπικού από τις επιχειρήσεις, όπως φαίνεται από την αύξηση των δεικτών στενότητας της αγοράς εργασίας, και αυτό αφορά τόσο το ειδικευμένο όσο και το ανειδίκευτο προσωπικό. Για την αντιμετώπιση της στενότητας στην αγορά εργασίας είναι απαραίτητη η περαιτέρω ενίσχυση της τεχνικής εκπαίδευσης των εργαζομένων, καθώς και της κατάρτισης των μακροχρόνια ανέργων σε νέες δεξιότητες.

Σημαντική θεωρείται και η ενσωμάτωση μεταναστών, αλλά και η θέσπιση κινήτρων για την προσέλκυση εξειδικευμένων μεταναστών. Χρειάζεται επίσης να δημιουργηθούν μηχανισμοί για την αντιστοίχιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή