ΤτΕ: Η μείωση των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες πρέπει να επιταχυνθεί

ΤτΕ: Η μείωση των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες πρέπει να επιταχυνθεί

3' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε εξαπλάσιο επίπεδο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα βρίσκεται το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη χώρα μας στα τέλη του 2021, παρά τους νέους υψηλότερους στόχους που δεσμεύθηκαν ότι θα επιτύχουν οι τράπεζες με βάση τα επικαιροποιημένα πλάνα που υπέβαλαν στον SSM.

Αυτό επισημαίνει ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας στην έκθεση για το 2018, υπογραμμίζοντας ότι η μείωση πρέπει να επιταχυνθεί, προκειμένου να στηριχθεί η ανάπτυξη και οι τράπεζες να ανταποκριθούν στον ρόλο τους, που είναι η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2018 στα 81,8 δισ. ευρώ (45,4% του συνόλου των δανείων) και τα νέα πλάνα των τραπεζών στοχεύουν σε μείωση του δείκτη των NPL κάτω από το 20% στο τέλος του 2021, έναντι 21,2% που προέβλεπαν τα σχέδια που υπέβαλαν οι τράπεζες τον περασμένο Οκτώβριο.

Ο διοικητής της ΤτΕ σημειώνει ότι «η νέα νομοθετική ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας αποτελεί το πρώτο βήμα προς την πλήρη αναμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου για τη συνολική αντιμετώπιση της αφερεγγυότητας φυσικών προσώπων», καθώς περιέχει συγκεκριμένες προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και δικλίδες ασφαλείας, που αποσκοπούν στην προστασία των πλέον ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, στην αποφυγή δημιουργίας ηθικού κινδύνου έναντι των συνεπών οφειλετών και στην ελεγχόμενη επίπτωση στα κεφάλαια των τραπεζών». Οπως υπογραμμίζει ωστόσο, «οι ελληνικές αρχές πρέπει σύντομα να καταλήξουν σε νέα, πιο συστημικά εργαλεία, τα οποία θα λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι τράπεζες». Η πρόταση της ΤτΕ που προβλέπει τη μεταβίβαση σε εταιρείες ειδικού σκοπού σημαντικού μέρους των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιτυγχάνει συνδυαστικά και την αντιμετώπιση του προβλήματος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, αλλά, όπως σημειώνεται στην έκθεση, το ιδεώδες θα ήταν να αξιολογηθούν τόσο η πρόταση της ΤτΕ όσο και η πρόταση του ΤΧΣ. Στόχος, «να διαμορφωθεί μια ενιαία στρατηγική, συμβατή με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και τις εποπτικές κατευθυντήριες γραμμές» και για αυτό συνιστάται «προσεκτικός σχεδιασμός στην εφαρμογή των όποιων προτάσεων».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν στο τέλος του 2018 κατά 12,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Η υποχώρηση οφείλεται κυρίως σε διαγραφές ύψους 5,9 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 3,6 δισ. ευρώ αφορούν καταγγελμένες απαιτήσεις, κυρίως επιχειρηματικών δανείων) και πωλήσεις ύψους 5,8 δισ. ευρώ. Σχετική βελτίωση εμφανίζουν το 2018 οι εισπράξεις από ρευστοποιήσεις, καθώς οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί παράγουν τα πρώτα αποτελέσματα, αλλά, όπως παρατηρεί η ΤτΕ, το συνολικό ποσό που ανακτήθηκε από τις τράπεζες μέσω πλειστηριασμών παραμένει χαμηλό. Ανησυχητικό, σύμφωνα με την εποπτική αρχή, είναι το γεγονός ότι, παρά τις βελτιώσεις στο οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον, οι εισπράξεις των τραπεζών μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, αναδιαρθρώσεων δανείων, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.) παραμένουν περιορισμένες. Ενδειξη βελτίωσης πάντως του οικονομικού κλίματος αποτελεί το γεγονός ότι τελευταίο τρίμηνο του 2018 οι πιστώσεις που είχαν παρουσιάσει καθυστέρηση στο παρελθόν αλλά άρχισαν και πάλι να εξυπηρετούνται δεν υπερέβαιναν πλέον τις νέες ροές μη εξυπηρετούμενων δανείων που δημιουργήθηκαν κατά την ίδια περίοδο. Στα τέλη του 2018, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παρέμεινε υψηλός και συγκεκριμένα στο 45,4%, με το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο να είναι κόκκινο κατά 44,5%, το καταναλωτικό κατά 53% και το επιχειρηματικό κατά 44,6%. Σε ό,τι αφορά το τελευταίο, την πρωτιά στα κόκκινα δάνεια έχουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, με δείκτη NPEs 67,4%, και ακολουθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με 57,5%. Καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (25,8%), καθώς και στο χαρτοφυλάκιο ναυτιλιακών δανείων (22,6%).

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας, οι προοπτικές για το 2019 στον τομέα της δανειοδότησης της οικονομίας είναι θετικές, καθώς η εισροή νέων καταθέσεων, η βελτίωση της πρόσβασης στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων, η ανάκαμψη της οικονομίας και η δραστικότερη μείωση των κόκκινων δανείων θα συμβάλλουν στην ενίσχυση των νέων χορηγήσεων. Οπως άλλωστε σημειώνεται στην έκθεση, το 2018 υπήρξαν σημάδια ανάκαμψης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και κυρίως στους κλάδους του τουρισμού, της ενέργειας, της ναυτιλίας και της γεωργίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή