Γαστρονόμος: Η 14η απονομή των «Βραβείων Ποιότητας»

Γαστρονόμος: Η 14η απονομή των «Βραβείων Ποιότητας»

Ο «Γαστρονόμος», έπειτα από χιλιάδες χιλιόμετρα ταξιδιού ανά την Ελλάδα, δοκιμές, αξιολογήσεις και ζυμώσεις, ξεχώρισε εννέα μαγαζιά που σέβονται το περιβάλλον, είναι βιώσιμα και χρησιμοποιούν τοπικά προϊόντα

3' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Λάμπρος Φισφής και ο Δημήτρης Μακαλιάς μας καλωσόρισαν στη 14η απονομή των «Βραβείων Ποιότητας» του περιοδικού «Γαστρονόμος» και της «Καθημερινής».

Φέτος, για πρώτη φορά οι προβολείς πέφτουν σε ελληνικά εστιατόρια, ταβέρνες, ουζερί και καφενέδες.

Ο «Γαστρονόμος», έπειτα από χιλιάδες χιλιόμετρα ταξιδιού ανά την Ελλάδα, δοκιμές, αξιολογήσεις και ζυμώσεις, ξεχώρισε εννέα μαγαζιά που σέβονται το περιβάλλον, είναι βιώσιμα και βάζουν τα τοπικά προϊόντα στις κατσαρόλες τους.

Η ιστορία των βραβείων

Τα τελευταία δεκατρία χρόνια, το περιοδικό «Γαστρονόμος» δίνει τα δικά του Όσκαρ στους ανθρώπους που φέρνουν στο τραπέζι μας νόστιμα και ποιοτικά προϊόντα – παραγωγούς, μεταποιητές, εμπόρους και επιχειρηματίες που ξεχωρίζουν για το ήθος τους και είναι ταγμένοι σε ένα πράγμα: να παράγουν τρόφιμα που δεν θα δίσταζαν να δώσουν και στα παιδιά τους. Αν τους δει κανείς μεμονωμένα, μοιάζουν με μικρές μονάδες, όλοι μαζί όμως γίνονται σαρωτικό κύμα που ωθεί σε μια αναγκαία και ουσιαστική αλλαγή. 

Από τα πρώτα βραβεία του «Γαστρονόμου» φαίνεται να ωριμάζει ο καρπός αυτής της αλλαγής. Στην αρχή, κάποιοι από τους βραβευμένους έμοιαζαν με ρομαντικούς τρελούς, όπως τείνουμε να θεωρούμε όλους εκείνους που πηγαίνουν ενάντια στο ρεύμα της εποχής τους και ξεφεύγουν από τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή.

«Τρελοί» που προτιμούσαν να σκάψουν το χωράφι τους παρά να ζουν από τις επιδοτήσεις· που επέλεξαν να αναβιώσουν παλιές καλλιέργειες και αυτόχθονες ράτσες ζώων· που έκαναν το επόμενο βήμα και τυποποίησαν τα προϊόντα τους, δίνοντάς τους υπεραξία, και δεν αρκέστηκαν να τα διαθέτουν χύμα, «μαύρα» και ανώνυμα· που επένδυσαν σε εξοπλισμό και μηχανήματα, σε συσκευασίες και σωστές ετικέτες, σε ISO και άλλα πρωτόκολλα, για να μπορέσουν να διεκδικήσουν μια θέση στα ράφια της Αμερικής, του Καναδά και της Γερμανίας· που στράφηκαν στη βιολογική παραγωγή, σε μια εποχή που όλοι γελούσαν με τη «νέα μόδα» και τους θεωρούσαν γραφικούς. 

Για τον «Γαστρονόμο», δεν ήταν ούτε ρομαντικοί ούτε τρελοί και οπωσδήποτε δεν ήταν γραφικοί. Θεσμοθετώντας τα Βραβεία Ποιότητας, το περιοδικό και η «Καθημερινή» θέλησαν να δώσουν βήμα σε αυτούς τους ανθρώπους και να ανοίξουν τον δρόμο για να ακολουθήσουν κι άλλοι. 

Παράλληλα, συνέβαλαν στο να μπουν στον πυρήνα της συζήτησης έννοιες όπως η τοπική κουζίνα, η βιωσιμότητα, ο σεβασμός στο περιβάλλον, η εντοπιότητα, η αλυσίδα «από το χωράφι στο πιάτο» κ.ά. Και όχι ως εννοιολογικά αντιδάνεια από το εξωτερικό, αλλά ως παλαιόθεν αξίες της ελληνικής κουζίνας. Αν δούμε όλες αυτές τις περιπτώσεις που έχουν διακριθεί στα Βραβεία Ποιότητας του «Γαστρονόμου» όλα αυτά τα χρόνια, αν τις συγκεντρώσουμε όλες μαζί, θα έχουμε έναν πολύτιμο οδηγό για την ελληνική παραγωγή τροφίμων ο οποίος θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία και να μοιράζεται στους υπουργούς και υφυπουργούς αρμόδιους για θέματα αγροτικής παραγωγής, τουρισμού και εξαγωγών.

Κι ερχόμαστε στο σήμερα

Αξίζει να σημειωθεί ότι φέτος, για πρώτη φορά, τα Βραβεία Ποιότητας δεν απονέμονται σε παραγωγούς ποιοτικών ελληνικών τροφίμων, αλλά σε εστιατόρια που σέβονται αυτούς τους παραγωγούς και τους τιμούν στις κουζίνες τους.

Συνειδητοποιώντας ότι η διασύνδεση της παραγωγής και της τοπικής αγροτικής οικονομίας με τη γαστρονομία και την εστίαση είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε, αν θέλουμε να αποκτήσει η ελληνική κουζίνα μια συμπαγή και αδιαίρετη ταυτότητα, ο «Γαστρονόμος» πέρασε από την άλλη πλευρά του μαγικού καθρέφτη και έψαξε και εκεί να φωτίσει και να αναδείξει τα ευτυχή παραδείγματα: στην εστίαση.

«Τα κριτήριά μας δεν ήταν αμιγώς γευστικά. Δεν επιλέξαμε αυτά τα εστιατόρια μόνο και μόνο γιατί μαγειρεύουν νόστιμα. Αυτό –αν θέλετε– ήταν το προαπαιτούμενο» τονίζει ο αρχισυντάκτης του «Γ», Άγγελος Ρέντουλας.

Και συνεχίζει: «Τα επιλέξαμε γιατί λειτουργούν ως φάροι τοπικότητας, γιατί χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά τοπικά προϊόντα που παράγονται σε μικρή ακτίνα από την κουζίνα τους, γιατί είναι σε διαρκή ζύμωση με τον τόπο και την εποχή, γιατί κάνουν συνέργειες με ντόπιους παραγωγούς, πείθοντάς τους να στραφούν σε παραδοσιακές καλλιέργειες, γιατί πολλοί από αυτούς έχουν βιολογικές φάρμες και καλλιέργειες οι ίδιοι, παράγουν ελαιόλαδο και μέλι, εκτρέφουν ζώα και φυτεύουν λαχανικά και βότανα που καλύπτουν τις ανάγκες του εστιατορίου τους σε μεγάλο βαθμό, γιατί έχουν την αγωνία να ανακαλύψουν τα σπάνια προϊόντα της περιοχής τους και να τα αναδείξουν, γιατί αναζητούν παλιές συνταγές και παραδοσιακούς τρόπους μαγειρέματος ή, το αντίθετο, επιδιώκουν να συστήσουν την παράδοση με σύγχρονο και δημιουργικό τρόπο σε ένα δυναμικό και ψαγμένο κοινό που του αρέσει να τρώει από παϊδάκια μέχρι σούσι. Το ζητούμενό μας δεν ήταν να μαγειρεύουν παραδοσιακά, αλλά να μαγειρεύουν –όσο γίνεται– βιώσιμα βάζοντας στις κατσαρόλες τους τον τόπο τους». 

Εγγραφείτε εδώ στο κανάλι του «Γαστρονόμου» στο YouTube

Ειδήσεις σήμερα

Το πόντκαστ του Γαστρονόμου: Backstage madness από τα φετινά Βραβεία

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή