Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»

Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»

Ο βραβευμένος με Όσκαρ συνθέτης έγραψε τη μουσική για την ελληνική ταινία Broadway, που παίζεται στις αίθουσες αυτές τις μέρες, και μας μίλησε γι’ αυτή την απρόσμενη συνεργασία αλλά και για τα μυστικά ενός σωστού soundtrack.

7' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο βραβευμένος με Όσκαρ συνθέτης έγραψε τη μουσική για την ελληνική ταινία Broadway, που παίζεται στις αίθουσες αυτές τις μέρες, και μας μίλησε γι’ αυτή την απρόσμενη συνεργασία αλλά και για τα μυστικά ενός σωστού soundtrack.

Ξεκίνησε την καριέρα του δίπλα στον Γκοντάρ, έγραψε μουσική για τις ταινίες του Άντονι Μινγκέλα, κέρδισε Όσκαρ – πώς βρέθηκε ο Γκάμπριελ Γιάρεντ να συμμετέχει σε ένα σχετικά άσημο ελληνικό πρότζεκτ; Ήταν παράξενο. Μπορεί το Broadway, η νέα ταινία του Χρήστου Μασσαλά –η πρώτη μεγάλου μήκους του– να έκανε τελικώς μια εξαιρετική πορεία στα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ και μια πολλά υποσχόμενη πρεμιέρα στην Ελλάδα πριν από λίγες μέρες, όμως πριν από μερικά χρόνια, όταν ακόμη βρισκόταν στο μυαλό του σκηνοθέτη της, δεν φανταζόταν κανείς ότι θα εξασφάλιζε έναν συνθέτη τέτοιου βεληνεκούς για τη μουσική της.

Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»-1

Όταν τελικά μίλησα με τον Γαλλολιβανέζο συνθέτη γι’ αυτή τη συνέντευξη, γνώρισα έναν καλλιτέχνη καθόλου σνομπ και έναν άνθρωπο ευγενή, παθιασμένο με τη δουλειά του, που τον νοιάζει η ουσία ανεξαρτήτως του ονόματος ή του background του συνεργάτη ή και του συνεντευξιαστή του. Κανένα «μέσο», καμία πρότερη γνωριμία δεν είχε ο Μασσαλάς όταν προσέγγισε τον Γιάρεντ – όπως παραδέχομαι ότι υπέθεσα αρχικά. Ο τελευταίος μάλιστα, όπως λέει στο «Κ», δεν είχε ιδέα από ελληνικό κινηματογράφο και ούτε γνώριζε τη δουλειά Ελλήνων σκηνοθετών, εκτός του Κώστα Γαβρά, με τον οποίο έχει συνεργαστεί στην ταινία Hanna K. Όπως παραδέχεται, δεν είναι σινεφίλ, όχι γιατί δεν αγαπά τις ταινίες, αλλά γιατί τον απορροφά πλήρως η μουσική, την οποία μελετά καθημερινά τα τελευταία παραπάνω από πενήντα χρόνια. Τον Μασσαλά, όπως καταλαβαίνετε, δεν τον είχε ξανακούσει.

Όταν όμως εκείνος τον προσέγγισε στέλνοντάς του μια παλιότερη μικρού μήκους ταινία του (Copa Loca) καθώς και υλικό από το Broadway (φωτογραφίες του καστ, σκίτσα, ιδέες) που δεν είχε ξεκινήσει καν να γυρίζεται, κάτι τον συνεπήρε. «Με κέρδισε αμέσως ο κόσμος του Χρήστου. Όταν συναντηθήκαμε στο Παρίσι, συζητήσαμε την ταινία με μεγάλη λεπτομέρεια, την ατμόσφαιρα, τα χρώματα, το στιλ της. Αποφάσισα να το κάνω για όλα αυτά, αλλά κυρίως γιατί για μένα τα πάντα είναι η ανθρώπινη επαφή. Η σχέση σκηνοθέτη-συνθέτη είναι το άλφα και το ωμέγα για μια επιτυχημένη δουλειά. Το κύριο κριτήριο για να δουλέψω σε μια ταινία είναι να υπάρχει αμοιβαία κατανόηση και συμβατότητα μεταξύ εμού και του σκηνοθέτη ως ανθρώπου. Ένιωσα να συνδέομαι με τον Χρήστο. Πραγματικά νοιάζεται για την τέχνη του – είναι λεπτολόγος και έξυπνος. Η ιστορία μού φάνηκε συναρπαστική. Το Broadway με εντυπωσίασε από το πρώτο ντραφτ. Διαθέτει μοναδικές αρετές και αμέσως σε παρασύρει στον μικρόκοσμό του, με το σκοτάδι, το μυστήριο και το ρομάντζο του. Είμαι κι εγώ τελειομανής και το εκτίμησα αυτό στον Χρήστο. Είναι ένας πολλά υποσχόμενος σκηνοθέτης και η δουλειά του έχει μουσικότητα».  

Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»-2
© Gareth Cattermole/ Getty Images/ Ideal Image

ΑΠΟ ΤΟ ΡΙΟ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

«Η ιστορία μου είναι πολύ απλή», λέει στο «Κ» ο 73χρονος συνθέτης. «Γεννήθηκα με μεγάλη όρεξη για μουσική και καλό αυτί, αν και το περιβάλλον μου δεν είχε σχέση με την τέχνη». Όσο πήγαινε στο οικοτροφείο των Ιησουιτών στη Βηρυτό, έκανε 30 λεπτά μάθημα πιάνου κάθε εβδομάδα. Τότε αποφάσισε να μάθει να διαβάζει μουσική μόνος του. Εξελίχθηκε διαβάζοντας και μεταγράφοντας τζαζ, ποπ και άλλες μουσικές με το αυτί (Beatles, Marvin Gaye, John Coltrane, Charlie Mingus). Όταν ο δάσκαλός του στο πιάνο πέθανε, του ζήτησαν να τον αντικαταστήσει παίζοντας όργανο στον καθεδρικό ναό των Ιησουιτών. Μέσα από τη μουσική βιβλιοθήκη της εκκλησίας ανακάλυψε τον Bach, τον Franck, τον Couperin. Εκείνα τα χρόνια έπαιζε και πιάνο τα βράδια σε μπαρ και σε ξενοδοχεία της Βηρυτού.

Στα 17 του γνώρισε τυχαία τον διευθυντή του Διεθνούς Φεστιβάλ Τραγουδιού στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Του άρεσε η μουσική του και του πρότεινε να εκπροσωπήσει τον Λίβανο στο επόμενο φεστιβάλ. Τον κάλεσαν στη Βραζιλία για δύο εβδομάδες, αλλά κατέληξε να μείνει σχεδόν δύο χρόνια. Στο Ρίο δημιούργησε ένα συγκρότημα και άρχισε να συνθέτει και να ερμηνεύει τις συνθέσεις του. Η μοίρα θα τον πήγαινε αργότερα στο Παρίσι, όπου θα άλλαζε η ζωή του. Εκεί γνώρισε δύο αδέρφια, τον Τζορτζ και τον Μισέλ. Έγραφαν μουσική και τραγουδούσαν και στα αγγλικά. Σύντομα κατάλαβαν ότι κάποιος έπρεπε να ενορχηστρώσει τα τραγούδια τους. Εκείνη την εποχή ήξερε λίγα για την ενορχήστρωση, αλλά προσφέρθηκε να το κάνει. Όταν ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις, το Παρίσι άρχισε να μιλά για έναν σπουδαίο ενορχηστρωτή… Έτσι, άρχισε να του ζητείται να ενορχηστρώσει τη μουσική πολλών ποπ τραγουδιστών, όπως ο Τζόνι Χάλιντεϊ και ο Σαρλ Αζναβούρ. «Αλήθεια», λέει, «μέχρι και σήμερα τώρα δεν ξέρω πραγματικά πώς το κατάφερα». Μέσω του Ζακ Ντιτρόν, ηθοποιού/τραγουδιστή και συζύγου της Φρανσουάζ Αρντί, με την οποία ο Γιάρεντ συνεργαζόταν, βρήκε κάποτε την ευκαιρία να γνωρίσει τον Ζαν Λικ Γκοντάρ. Τον κάλεσε για να συζητήσουν την ταινία του Sauve qui peut la vie (Ο σώζων εαυτόν σωθήτω). Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»-3
Με το Όσκαρ που κέρδισε για τη μουσική του Άγγλου Ασθενή στην τελετή απονομής των βραβείων το 1997.  

ΕΝΑ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟ ΔΩΡΟ

Η συνεργασία που έμελλε να τον καθορίσει ήταν αυτή με τον σκηνοθέτη Άντονι Μινγκέλα (Άγγλος Ασθενής, Ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ, Eπιστροφή στο Cold Mountain). Ξεκίνησαν να δουλεύουν μαζί στον Άγγλο Ασθενή, μια συνεργασία που κατέληξε σε Όσκαρ Πρωτότυπης Μουσικής, και έκαναν άλλες τρεις ταινίες μαζί – όλες τις υπόλοιπες του Μινγκέλα. Για τις δύο η μουσική ήταν πάλι υποψήφια για Όσκαρ. «Συνάντησα τον Άντονι πρώτη φορά στο Λονδίνο στις αρχές της δεκαετίας του ’90, κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής διαφήμισης για την οποία συνέθεσα τη μουσική. Συνδεθήκαμε αμέσως. Ο Άντονι μου έδωσε πολλά. Με έκανε να αγαπήσω τις εικόνες και με έμαθε πώς να εκτιμώ και να αγκαλιάζω τις ταινίες και τον κινηματογράφο. Μαζί του κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι όχι μόνο να παντρέψεις την εικόνα με τη μουσική, αλλά και να δώσεις στην εικόνα το καλύτερο μέρος της έμπνευσής σου. Πόσο υπέροχο ήταν να δουλεύεις δίπλα σε έναν καλλιτέχνη τόσο ταλαντούχο όσο εκείνος.

Ο Άντονι μου έμαθε να είμαι ευέλικτος, να εξερευνώ διαφορετικά στιλ. Δείτε πόσο μεγάλη στιλιστική διαφορά υπάρχει ανάμεσα στον Άγγλο Ασθενή και τον Ρίπλεϊ. Μου έδωσε τη δυνατότητα να ανακαλύψω πώς η μουσική μου προσωπικότητα θα μπορούσε να εκφραστεί πολύ διαφορετικά κάθε φορά. Έτσι, απέφυγα την παγίδα να επαναλαμβάνομαι. Αυτό είναι ανεκτίμητο δώρο, που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Δεν υπάρχει μυστικό για την επιτυχία μας. Ήμασταν απλώς δύο δημιουργικοί άνθρωποι που καταλάβαιναν και μπόρεσαν να μάθουν ο ένας από τον άλλο. Νιώθω ότι η μοίρα μάς έφερε κοντά. Επειδή μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε τόσο καλά μεταξύ μας, αυτό μας επέτρεψε να επικοινωνήσουμε την τέχνη μας στον κόσμο».

Ποια είναι όμως η δημιουργική διαδικασία που ακολουθεί για να γράψει μουσική για μια ταινία; «Μου αρέσει να μπαίνω από την αρχή στα πρότζεκτ, από τα πρώιμα στάδια. Η διαδικασία είναι απλή: διαβάζω το σενάριο ή ακούω την ιστορία και βλέπω αμέσως εικόνες στο κεφάλι μου. Αυτές οι εικόνες με τρέφουν και με εμπνέουν να ξεκινήσω τη σύνθεση. Στη συνέχεια, η δουλειά μου γίνεται χαοτική: γράφω βασικά θέματα, τα αναπτύσσω, τα εναρμονίζω διαφορετικά, βρίσκω νέα κομμάτια που στο τέλος μπορεί να γίνουν το κεντρικό θέμα. Μόλις μονταριστεί η ταινία, τη βλέπω πολλές φορές, μέχρι να τη μάθω απέξω. Έτσι, στη συνέχεια, μπορώ να συνθέσω με τη μνήμη της εικόνας, αλλά όχι πάντα με την εικόνα σε μια οθόνη. Αυτή η προσέγγιση μου δίνει τη δυνατότητα να ασχοληθώ με τη σύνθεση συνολικά και να γράψω μερικά μουσικά κομμάτια που στέκονται μόνα τους. Θεωρώ ότι είναι καλύτερο να προσπαθείς να ενστερνιστείς το πνεύμα των εικόνων παρά να είσαι εμμονικός με κάθε λεπτομέρεια στην οθόνη. Παρ’ όλα αυτά, αφού γίνει αυτή η διαδικασία, φυσικά ταιριάζω τη μουσική με προσοχή σε συγκεκριμένες σκηνές».

Συνεχίζει να μου μιλάει με πάθος για τη δουλειά του και αναφέρει ότι ένας συνθέτης πρέπει να αφιερώνεται σε αυτό που κάνει, να δίνει όλη του την ενέργεια στη μουσική, ακόμα και αν γράφει για μια διαφήμιση τριάντα δευτερολέπτων. «Οποιοσδήποτε τύπος σύνθεσης πρέπει να είναι προσωπικός, 
ό,τι κι αν είναι: ένα μπαλέτο, ένα τραγούδι και, φυσικά, ένα soundtrack… Αυτό το τελευταίο είναι ιδιαίτερα συναρπαστικό, επειδή το κοινό του κινηματογράφου είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό στις αίθουσες συναυλιών, και είναι μια ευκαιρία για τους συνθέτες σήμερα να ακουστούν. Έχουμε καθήκον να γράψουμε όμορφα κομμάτια, προσεκτικά σμιλεμένα, ανθεκτικά, που θα υπηρετήσουν τον κινηματογράφο στο σύνολό του».

ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

Υπάρχει μυστικό για το τέλειο soundtrack; «Για μένα πρέπει να συνδυάζει πέντε στοιχεία. Κατ’ αρχάς ένα δυνατό και αξέχαστο κεντρικό θέμα, γιατί είναι αυτό που οι άνθρωποι θα κρατήσουν. Τι κάνει ένα θέμα να ξεχωρίζει; Πολύ δύσκολο να το πούμε. Συνήθως είναι αυτό που νιώθεις ότι ρέει φυσικά, δίνοντάς σου την εντύπωση ότι το ξέρεις ήδη. Δεύτερον, έναν μοναδικό ήχο, όπως π.χ. η μπαλαλάικα στον Δόκτορα Ζιβάγκο ή η κιθάρα στον Τρίτο Άνθρωπο. Μια συναρπαστική ενορχήστρωση. Ένα ραφινάτο πάντρεμα με τις εικόνες και την ιστορία. Και, τέλος, έναν σκηνοθέτη που κατανοεί τη σημασία της μουσικής και της δίνει τον κατάλληλο χώρο για να αναπνεύσει και να εκφραστεί». Από τα αγαπημένα του; Τα soundtrack του Τσάρλι Τσάπλιν για τα Φώτα της Ράμπας, του Μαξ Στάινερ για το Όσα παίρνει ο άνεμος, του Μορίς Ζαρ για τον Δόκτορα Ζιβάγκο και τον Λόρενς της Αραβίας, του Μισέλ Λεγκράν για το Μαζί σου γνώρισα τον έρωτα και την Υπόθεση Τόμας Κράουν, του Μπέρναρντ Χέρμαν για το Vertigo. Υπάρχει χώρος για τίποτε άλλο εκτός από μουσική στη ζωή του; «Υπάρχει, αλλά λίγος. Ακούω κυρίως κλασική μουσική και τη μελετάω καθημερινά, ειδικά τις καντάτες του Μπαχ. Ανοίγω την παρτιτούρα, τη διαβάζω, την παίζω, την ακούω. Έτσι ξεκινάω τη μέρα μου, κάθε μέρα». Και όνειρα; Υπάρχει κάτι που ακόμη ονειρεύεται; «Ναι. Περισσότερες διακοπές…»

Gabriel Yared: «Εχουμε καθήκον να γράφουμε όμορφα κομμάτια που θα υπηρετήσουν το σινεμά»-4

ΙΝFO →  
Το Broadway προβάλλεται στις αίθουσες από τη Filmtrade. Σενάριο-σκηνοθεσία: Χρήστος Μασσαλάς. Πρωταγωνιστούν: Έλσα Λεκάκου, Φοίβος Παπαδόπουλος, Στάθης Αποστόλου, Ραφάελ Παπάντ, Σαλίμ Ταλμπί, Χρήστος Πολίτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή