Oι Arctic Monkeys δεν είναι πια παιδιά

Oι Arctic Monkeys δεν είναι πια παιδιά

Λίγες ημέρες πριν κυκλοφορήσει ο έβδομος δίσκος τους, The Car, ο Άλεξ Τέρνερ, frontman, ψυχή και μυαλό πίσω από τη βρετανική μπάντα, μιλάει αποκλειστικά για το πώς είναι να αλλάζεις παράλληλα με τη μουσική σου.

8' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Έχει έναν τρόπο που μιλάει στις συνεντεύξεις ο Άλεξ Τέρνερ, από τότε που ήταν εκείνο το νεαρό αγόρι με ακμή το 2003, όταν οι Arctic Monkeys έσκασαν σαν βόμβα μέσω του ίντερνετ, έως και σήμερα – κάτι λιγότερο από 20 χρόνια αργότερα. Έχει, φυσικά, περάσει διάφορες φάσεις. Ήταν η πιο ντροπαλή, ασουλούπωτη, αγορίστικη στην αρχή, η πιο επιτηδευμένη, ροκ εν ρολ και μάγκικη αργότερα, και η σημερινή, πιο ώριμη, σοβαρή. Όμως υπάρχει ένα στοιχείο που, αν τον έχεις παρακολουθήσει αρκετά, παραμένει ίδιο. Μιλάει πάντα αργά, χωρίς ένταση. Κάνει παύσεις, σαν να ονειροπολεί παράλληλα, χάνεται ενίοτε στον συλλογισμό του, αλλά παλεύει να ολοκληρώσει, σαν να διαλέγει με μια τσιμπίδα κάθε λέξη ξεχωριστά, ώστε να πέφτει όπως ακριβώς πρέπει δίπλα στην προηγούμενη. Σαν κάθε ερώτηση, όσο χαζή ή τετριμμένη κι αν είναι, να δικαιούται μια έξτρα σκέψη. Δεν έχει έτοιμες απαντήσεις ο Τέρνερ, τίποτα δεν είναι αυτονόητο, σαν κάθε φορά να επανεξετάζει τον κόσμο από την αρχή. Τα χτίζει όλα στην πορεία· τις απαντήσεις, την κατεύθυνση που θα πάρει ο ίδιος, η μπάντα και η μουσική του. Σαν να μην έχει δικαίωμα να σταματήσει ποτέ να σκέφτεται. Και όταν η φράση, το κομμάτι, ο δίσκος ή η καλλιτεχνική στροφή ολοκληρωθεί –παρότι κάποιες φορές μοιάζει σχεδόν αδύνατο–, είναι όλα απολύτως τέλεια. Είτε σου αρέσει είτε όχι. Έχουν βάθος, έχουν χαρακτήρα, είναι τόσο γνήσια και απολύτως δικά του, που δεν μπορείς να μην τον παραδεχτείς.

«Θα είμαι ειλικρινής», λέει στην προωθητική συνέντευξη που φιλοξενεί αποκλειστικά για την Ελλάδα το «Κ». «Κάθε φορά που κάνουμε ένα άλμπουμ, υπάρχει μια περίοδος που νιώθω ότι δεν θα βγάζει νόημα. Το ένιωσα περισσότερο με το AM [σ.σ.: o πέμπτος δίσκος τους, το 2013]. Πριν κυκλοφορήσει, είπα: “Δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει αυτό”». Έγινε όμως. Και ήταν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία τους έως τότε. Στο καινούργιο τους άλμπουμ, το έβδομο πλέον, με τίτλο The Car, που κυκλοφορεί σε λίγες μέρες, η μπάντα συναντιέται ξανά με τον παραγωγό Τζέιμς Φορντ, σταθερό σημείο αναφοράς στην πορεία των Arctic Monkeys. «Δεν ξέρω κανέναν άλλο», λέει ο Τέρνερ, «που θα μπορούσε να με βγάλει από αυτό το χάος αυτή τη στιγμή». Ποιο χάος, όμως; Ας κάνουμε λοιπόν μια μικρή ανασκόπηση. 

Oι Arctic Monkeys δεν είναι πια παιδιά-1
©Zackery Michael

ΣΤΙΣ ΒΡΟΜΙΚΕΣ ΠΙΣΤΕΣ

Οι αρχικά πέντε και τελικά τέσσερις πιτσιρικάδες από το Σέφιλντ έκαναν την εμφάνισή τους τον Ιούνιο του 2003, όταν έπαιξαν για πρώτη φορά στην τοπική παμπ. Σύντομα εμφανίζονταν σε διάφορα μικρά venues παίζοντας μια βρετανική garage rock pop, με δόσεις πανκ, πολλές κιθάρες και μια αίσθηση επείγοντος, μια ενέργεια πρωτόγνωρη, εφηβική, ωμή και αυθεντική. Στα λάιβ τους, που άρχισαν να μαζεύουν πιστούς φαν, μοίραζαν δωρεάν το ντέμο τους με 18 κομμάτια. Σύντομα οι φανατικοί τους ξεκίνησαν να τα ανεβάζουν στο ίντερνετ για να τα μοιραστούν και, χωρίς κανείς να το καταλάβει ή να το προσπαθήσει ιδιαίτερα, οι Arctic Monkeys είχαν δημιουργήσει hype. Μέχρι το 2006 είχαν υπογράψει με την Domino Records συμβόλαιο για τον πρώτο τους δίσκο, Whatever People Say I Am That’s What I’m Not, τίτλος σαφώς επηρεασμένος από το hype με το οποίο δεν ένιωθαν άνετα στην αρχή. «Υπήρχε μια ανησυχία ότι το πάτωμα μπορεί να ανοίξει και να πέσουμε μέσα ανά πάσα στιγμή», έχει πει ο Τέρνερ σε ερώτηση γιατί έδειχναν σκεπτικοί ή και σνομπ απέναντι στο σούσουρο που είχαν δημιουργήσει. 

Το σημείο καμπής ήταν όταν το σινγκλ του δίσκου, το εκρηκτικό I bet you look good on the dancefloor, έγινε Νο 1 στα βρετανικά τσαρτ, με τον Τέρνερ να τραγουδάει: «Δεν υπάρχουν Μοντέγοι και Καπουλέτοι, μόνο εκρηκτικές μελωδίες και DJ set και βρόμικες πίστες και άτακτα όνειρα». Ένας ύμνος για το να είσαι νέος, να βγαίνεις, να πίνεις και να ψάχνεις για σεξ – αλλά με μια ποιητικότητα. Ο Τέρνερ είχε πάντα μια ροπή προς τα εκεί. Ο τρόπος που τόσο εύστοχα παρατηρούσε και τόσο άμεσα και ωμά περιέγραφε τη ζωή έγινε σήμα κατατεθέν και έδωσε φωνή σε μια γενιά που προσπαθούσε να νιώσει καλά σε έναν κόσμο που ήδη είχε αρχίσει να καταρρέει.

Ο Τέρνερ είναι 36 ετών σήμερα και αυτό σημαίνει ότι έχει περάσει τη μισή του ζωή ως μέλος των Arctic Monkeys. «Πώς νιώθω που είμαι σε μια μπάντα ολόκληρη τη ζωή μου; Δεν το σκέφτομαι πολύ συχνά, για να είμαι ειλικρινής», λέει. «Στις πρόβες για τα λάιβ παίζουμε κάποια από τα παλιά τραγούδια και μπαίνω στον πειρασμό περιστασιακά να κοιτάξω πίσω, πόσο νέοι ήμασταν κάποτε – και το κάνω με μια νοσταλγία. Αλλά προσπαθώ να μην παρασυρθώ από αυτό». 

ΜΙΑ ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Το Whatever People Say I Am That’s What I’m Not έγινε το ντεμπούτο με τις ταχύτερες πωλήσεις στη Βρετανία – πούλησε 360.000 αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας. Το 2007 κυκλοφόρησε και το Favorite Worst Nightmare, πιο φιλόδοξο, πιο βαρύ, έξυπνο, με το 505 να γίνεται ένας νέος ύμνος, κάνοντας τους πιτσιρικάδες να εκστασιάζονται με την εισαγωγή, χωρίς να αντιλαμβάνονται την αναφορά στη μουσική του γουέστερν Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος. Το 2009, με το Humbug, πιο αργό σε τέμπο, με τον βαρύτερο έως τότε ήχο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η μπάντα δεν θα ακολουθήσει την προδιαγεγραμμένη πορεία που όλοι θεωρούσαν. Αυτό επιβεβαιώνεται στο Suck it and See του 2011 – ποπ, φαινομενικά ελαφριά, ευχάριστη, με επιρροές από Τζόνι Κας και Πάτσι Κλάιν. 

Ο Άλεξ εξηγεί ότι κάποτε τα πράγματα συμβαίνουν ακόμα και τυχαία. Θυμάται φορές που βρέθηκε με τους υπολοίπους στο στούντιο για μια ιδέα, από την οποία προέκυψε τελικά κάτι άλλο. Κάτι τέτοιο έγινε και πριν από περίπου δέκα χρόνια: «Ήθελα να κάνω κάτι με θόρυβο, προσπαθούσα να γράψω ένα κομμάτι που θα μπορούσε να κλείνει ένα λάιβ ή κάτι τέτοιο», θυμάται. «Σε μια ηχογράφηση γράψαμε το R U MINE και αυτό κατά κάποιον τρόπο μάς έδωσε ρυθμό υποθέτω, και τελικά προέκυψε εκείνος ο δίσκος». Εκείνος ο δίσκος είναι το ΑΜ (2013) και είναι ροκ, έχει στοιχεία soul, r&b, ακόμα και hip hop. O Άλεξ έχει γίνει ξαφνικά ροκαμπιλάς, χτενίζει το τσουλούφι του στα λάιβ με μια χτένα που βγάζει από την κωλότσεπη, στραβώνει το στόμα του σαν τον Έλβις, κυκλοφορεί με λευκά μπλουζάκια και πέτσινα μπουφάν, γίνεται επιτέλους το σύμβολο του σεξ που του αξίζει και το Do I wanna know?, το πρώτο σινγκλ του δίσκου, σπάει ταμεία και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, εκεί που φαίνεται ότι η μπάντα έχει μετακομίσει πια μόνιμα. 

Η φάση AM κρατάει αρκετά ώστε η νέα εικόνα των αγοριών να μείνει καλά στη μνήμη του κοινού. Έτσι, όταν επανέρχονται πέντε χρόνια αργότερα, με το φανταστικά παράξενο Tranquility Base Hotel & Casino, ένα ρετρό, φουτουριστικό άλμπουμ με εντελώς διαφορετικό ήχο (έχει γραφτεί όλο στο πιάνο), που διαδραματίζεται σε μια αποικία στη Σελήνη και οι στίχοι σχολιάζουν τη σύγχρονη κοινωνία, την τεχνολογία, την πολιτική, τη διασημότητα, οι θαυμαστές μπερδεύονται. Ο Τέρνερ λέει πως η κιθάρα φαίνεται πως έχασε την ικανότητά της να του γεννάει ιδέες. «Δεν θυμάμαι να είχα ούτε μία ιδέα πριν μετακομίσει το πιάνο στο ελεύθερο δωμάτιο του σπιτιού», λέει στο BBC για το Tranquility και για πρώτη φορά χρησιμοποιεί ως αναφορά τις μουσικές που άκουγε ο μπαμπάς του, δάσκαλος μουσικής, στο σπίτι, κυρίως τζαζ. Μιλάει ακόμα πιο μεστά, δεν έχει ύφος, είναι πράος, ευγενής, έχει ένα λεπτό χιούμορ. Στη σκηνή εμφανίζεται ντυμένος «σαν καθηγητής γεωγραφίας στα ’70s και απευθύνεται στο πλήθος με κωμική επισημότητα», σχολιάζει ο Guardian. Οι σκεπτικιστές λένε ότι έχασε τη μπάλα, ότι σαμποτάρει τον εαυτό του – κάποιοι άλλοι θεωρούν το νέο στιλ ταξική προδοσία. Στο Σέφιλντ, στην πόρτα του Hunter’s Bar (που περιγράφεται γλαφυρά στο κομμάτι Fake Tales of San Francisco) κάποιος ζωγραφίζει ένα φέρετρο. «Γεια σου, Άλεξ», γράφει η λεζάντα. «Πώς είναι η Καλιφόρνια;» Ο Τέρνερ δεν πτοείται, οι Arctic Monkeys, σε πείσμα όλων, έχουν μεγαλώσει. 

Oι Arctic Monkeys δεν είναι πια παιδιά-2
Ο Άλεξ Τέρνερ και τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ σε συναυλία στο φεστιβάλ του Λιντς τον φετινό Αύγουστο. ©Matthew Baker/Getty Images/ideal image

«ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΟΛΑ ΕΝΑΡΜΟΝΙΖΟΝΤΑΙ»

Από τα πρώτα τρία κομμάτια του The Car, αυτά που έχουμε ήδη ακούσει δηλαδή, δεν φαίνεται να «διορθώνεται» η πορεία της μπάντας, για να ευχαριστηθούν οι δυσαρεστημένοι σκληροπυρηνικοί φαν του πρώτου καιρού. Το πρώτο κομμάτι, There’d better be a mirrorball, είναι πιο ατμοσφαιρικό και κινηματογραφικό από ποτέ, θα μπορούσε να είναι ένα υψηλού επιπέδου κομμάτι για ταινία του Τζέιμς Μποντ, ρέει σαν μέλι, ενώ η φωνή του Τέρνερ, πάνω που θεωρούσες ότι δεν μπορεί να γίνει καλύτερη, γίνεται. Δεν είναι φυσικά μόνο η φωνή. Η προφορά του ήταν πάντα ο πέμπτος Arctic Monkey. Όχι μόνο γιατί είναι βόρεια, αλλά και γιατί, με την ίδια προσοχή και φροντίδα που διαλέγει τις λέξεις, τις εκφέρει κιόλας. Το στόμα του όταν τραγουδάει παίρνει σχήματα που θυμίζουν δάσκαλο λογοθεραπείας, προκειμένου το κάθε γράμμα να ακουστεί ακριβώς όπως το θέλει. Βιολιά κάνουν την εμφάνισή τους, κλασικά έγχορδα θα πρέπει στο εξής να συνυπάρχουν στα λάιβ με τις πρώτες τους επιτυχίες. «Έχω συνειδητοποιήσει ότι στη σκηνή, με έναν μαγικό τρόπο, όλα εναρμονίζονται», μας λέει. «Όταν ένα κομμάτι περνάει χρόνο “στον δρόμο”, εξελίσσεται σε κάτι άλλο. Είτε είναι το πρώτο είτε το πιο πρόσφατο, παίζοντάς τα ξανά και ξανά ανάμεσα στα υπόλοιπα, όλα αρχίζουν και μεταμορφώνονται και έχουν αρμονία. Τα κομμάτια που επιλέγονται πλέον για ένα λάιβ εξελίσσονται, μεγαλώνουν και ωριμάζουν μαζί μας. Νομίζω ότι και με αυτόν τον δίσκο θα γίνει το ίδιο, εκτός κι αν καταφέραμε να ακούγεται τόσο πολύ διαφορετικός από ό,τι έχουμε κάνει έως τώρα». 

Οι στίχοι παραμένουν χαρακτηριστικά δικοί του, αλλά είναι πιο αινιγματικοί. «Επειδή υπάρχουν χαρακτήρες και καταστάσεις που δεν βασίζονται άμεσα στην πραγματική μου ζωή, δεν σημαίνει ότι οι στίχοι είναι λιγότερο προσωπικοί», συνεχίζει. «Όταν ξεκίνησα να γράφω τραγούδια, έγραφα πολύ άμεσα για αληθινές καταστάσεις, αλλά δεν νομίζω ότι το έκανα για πολύ καιρό. Δεν σημαίνει ότι τώρα δεν βάζω κάτι από αυτό που νιώθω. Στην πραγματικότητα συμβαίνει μάλλον το αντίθετο». Και οι επιρροές αυτή τη φορά ποιες είναι; Τι κρύβεται πίσω από τον καινούργιο δίσκο; Τι άκουγε κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων; Τι ταινίες έβλεπε; Τι διάβαζε; «Δεν ξέρω, νιώθω ότι όλα αυτά δεν συνδέονται πολύ αυτή τη φορά με το υλικό που προέκυψε», λέει ο Άλεξ. «Δηλαδή θυμάμαι ότι διάβαζα βιβλία του Ρέιμοντ Τσάντλερ όταν άρχισα να γράφω τα τραγούδια, αλλά δεν ξέρω αν αυτό φαίνεται απαραίτητα στη μουσική». Και καταλήγει: «Αυτός ο δίσκος έχει τις λιγότερες επιρροές από όλους. Ο προηγούμενος ήταν πιο πειραματικός, το The Car μάς ήρθε φυσικά και βγήκε αβίαστα». 

Όπως η ωριμότητα. Μια βόλτα στα σχόλια κάτω από τα νέα κομμάτια στο You Tube δείχνει ότι και οι θαυμαστές τους έχουν αρχίσει να ωριμάζουν: «Οι Arctic Monkeys έρχονται πάντα όταν τους χρειαζόμαστε, με αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε. Μεγάλωσαν και έγιναν υπέροχοι άνθρωποι που φτιάχνουν υπέροχη μουσική που αγαπούν, χωρίς να προσπαθούν να ευχαριστήσουν τους άλλους. Κι αυτό είναι όμορφο. Μας έμαθαν ότι μπορείς να αλλάξεις τον εαυτό σου, να τον επανεφεύρεις ως κάτι εντελώς νέο, εντελώς διαφορετικό. Κάτι καλύτερο».

Oι Arctic Monkeys δεν είναι πια παιδιά-3ΙΝFO → Ο νέος δίσκος του συγκροτήματος, με τίτλο The Car (αριστερά, το εξώφυλλο), κυκλοφορεί την Παρασκευή 21/10.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή