Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού

Τέσσερις εικαστικοί που χρησιμοποιούν ως «καμβά» το ίδιο τους το σώμα, με την τρανσουμανική εικονογραφία τους να προκαλεί απανωτά οπτικά σοκ, εξερευνούν τι σημαίνει να είσαι σήμερα άνθρωπος ή κάτι πέρα απ’ αυτό.

17' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το όνομά μου είναι Νιλ Χάρμπισον και ακούω το χρώμα», έλεγε στο BBC News τον Νοέμβριο του 2014 ο γεννημένος στην Ισπανία Βρετανο-Ιρλανδο-Αμερικανός cyborg artist «με την κεραία στο κεφάλι». Όπως και ο Stelarc, η ORLAN, ο Filip Ćustić και άλλοι ριζοσπαστικοί καλλιτέχνες, ο Χάρμπισον επεκτείνει την «ανθρώπινη-με-ερωτηματικό» υπόστασή του πέρα από τα σαρκικά της όρια. 

Και μας γεμίζει ερωτηματικά για το πότε ένα άτομο παύει να είναι άνθρωπος και μετατρέπεται σε τρανσειδές, cyborg ή κάτι άλλο. Ως τρανσειδή αυτοπροσδιορίζονται τα όντα που γεννήθηκαν μεν άνθρωποι, αλλά πέρασαν σε μια «μετα-» υπόσταση, αφού απέκτησαν (μέσω βιοτεχνολογίας, ρομποτικής, χειρουργικής ή τεχνητής νοημοσύνης, ανάμεσα σε άλλες οδούς) ιδιότητες και ικανότητες εξαιρετικά αναπτυγμένες σε σχέση με αυτές που θα διέθεταν στη φυσική τους κατάσταση. Στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, το στάδιο αυτό το βάζουν υπό τον όρο-ομπρέλα του τρανσουμανισμού. Κι ενώ οι εικαστικοί με τους οποίους στη συνέχεια συνομιλούμε δίνουν ο καθένας κι από άλλο όνομα για να περιγράψουν την τέχνη τους, όλοι χρησιμοποιούν κατά βάση το σώμα τους για να σχολιάσουν τη σύγχρονη σχέση του ανθρώπου με την τεχνολογία και να μας φέρουν αντιμέτωπους με εικόνες από το μέλλον της ανθρώπινης (;) κατάστασης.

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού-1
Ο Νιλ Χάρμπισον ζει από το 2004 με μια κεραία οστεοενσωματωμένη στο κεφάλι του.

Και ο Νιλ Χάρμπισον έπλασε το πρώτο cyborg,τον εαυτό του

Ο Χάρμπισον πλασάρεται από τα Μέσα ως «το πρώτο αναγνωρισμένο από το κράτος cyborg», καθώς από το 2004 στο βρετανικό του διαβατήριο απεικονίζεται με μια οστεοενσωματωμένη κεραία στο κρανίο του. Το συγκεκριμένο μαραφέτι λέγεται eyeborg και ο ίδιος το θεωρεί κανονικό όργανο του σώματός του και όχι συσκευή (εξ ου και η απαίτηση για αναγνώριση του ιδίου ως cyborg). Μέσω του αισθητήρα που φέρει στο μπροστινό άκρο του μετράει τη συχνότητα του φωτός, την οποία μετατρέπει σε συχνότητες ήχου που μεταφέρονται, ως δονήσεις, στο τσιπ που έχει στο πίσω άκρο του, σαν «νότες σε πεντάγραμμο». Αυτό είναι σημαντικό για εκείνον, καθώς γεννήθηκε με ένα είδος αχρωματοψίας. Βλέπει τα πάντα στην κλίμακα του γκρι. Το eyeborg, λοιπόν, τον καθιστά ικανό να αντιλαμβάνεται, να διαχωρίζει και τρόπον τινά να «ακούει» τα χρώματα «μέσα στο κρανίο του», καθώς δεν φοράει το eyeborg σαν στέκα – υπάρχει αυτή η δυνατότητα, όπως και της αιώρησης πάνω από το κρανίο, κάτι που εισάγει την ιδέα των ιπτάμενων οργάνων (florgans). Μπορεί, επίσης, να συνδεθεί σε WiFi, να δεχτεί τηλεφωνικές κλήσεις, αρχεία με μουσική, βίντεο ή εικόνες, αλλά και να λάβει δεδομένα από δορυφόρους. 

Το «παιδί με την κεραία» σπούδασε καλές τέχνες και μουσική σύνθεση, ενώ το eyeborg το οραματίστηκε ο ίδιος ως φοιτητής. Δεν κατάφερε, παρά τα αιτήματά του προς διάφορες επιτροπές βιοηθικής, να πάρει έγκριση για την οστεοενσωμάτωση στο κρανίο του και προχώρησε στο χειρουργείο παράτυπα. Στο Document Journal εξήγησε ότι η συγκεκριμένη συσκευή ανιχνεύει, επίσης, την υπέρυθρη και υπεριώδη ακτινοβολία, κάτι που σημαίνει ότι «η αίσθηση της όρασής του» υπερβαίνει αυτήν του ανθρώπινου είδους – παρότι, μην ξεχνιόμαστε, δεν βλέπει τα χρώματα, απλώς μπορεί να τα εντοπίσει και να τα διαχωρίσει. Τη συνέντευξη την έδωσε στο D.J. ενώ ετοίμαζε ένα από τα περίφημα «διαστημικά κονσέρτα» του στο Άρκανσο, συνδέοντας το eyeborg του με έναν δορυφόρο της ΝΑSΑ για να λάβει χρώματα από το «υπερπέραν» και να τα μετατρέψει σε μουσική. Διάσημες είναι και οι «ηχητικές προσωπογραφίες» του: «Ακούει» μέσω της κεραίας του τα χρώματα των ανθρώπων που έχει απέναντί του και έπειτα τους στέλνει ένα mp3 με τη σύνθεση που έφτιαξε. Στην ίδια λογική, δημιουργεί ηχητικά-χρωματικά προφίλ πόλεων (στο πλαίσιο του πρότζεκτ του Κεφαλαία χρώματα ή Τα χρώματα των πρωτευουσών) αλλά και πίνακες ζωγραφικής γεμάτους με έντονα χρώματα. Το 2011, δε, η δουλειά του παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της 54ης Μπιενάλε της Βενετίας.

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού-2
Ο Νιλ Χάρμπισον μετατρέπει σε πίνακες ζωγραφικής τα χρώματα που «ακούει» μέσω του eyeborg. © KATHY ANNE LIM

Το σετάκι των αισθήσεων 

Έργα τέχνης θεωρεί και τις cyborgικές χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες κατά καιρούς υποβάλλεται. Λαμβάνουν χώρα τελετουργικά, πάνω σε ένα πιάνο που έχει στο εργαστήριο-διαμέρισμά του, εκτός συστήματος υγείας, με τη βοήθεια νοσοκόμων, γιατρών και βιοχάκερ. Αυτές τις επεμβάσεις τις περιγράφει ως περφόρμανς, καθώς γίνονται παρουσία κοινού – άλλων μελών της κοινότητας των cyborgs. Δεν είναι, βέβαια, «ελεύθερες κινδύνων» (μολύνσεις κ.λπ.). Επικίνδυνα έγιναν τα πράγματα και όταν το eyeborg του Χάρμπισον το χάκαρε ένας άγνωστος. Αυτό τον έκανε να το ζευγοποιήσει με ένα NFT, που ανήκει στον εικαστικό Πολ Λομπάρ, ο οποίος με τη σειρά του του έχει δώσει το δικαίωμα ελέγχου των σφυγμών του – ο Χάρμπισον, από όπου κι αν βρίσκεται, μπορεί να προκαλεί δονήσεις στο σώμα του Λομπάρ.

Με τη χορογράφο και παιδική του φίλη Μουν Ρίμπας (η οποία επί χρόνια είχε εμφυτευμένο ένα τσιπ που της επέτρεπε να αισθάνεται όλους τους σεισμούς που καταγράφονταν στον πλανήτη), ο Χάρμπισον έχει συστήσει το  Ίδρυμα Cyborg. Μέσω αυτού του οργανισμού υπερασπίζεται τα δικαιώματα των cyborgs, υποστηρίζει άτομα που θέλουν να γίνουν cyborgs και προωθεί τη cyborg art, όπως αυτήν του Μανέλ Ντε Άγκουας. Τα «γουρουνίσια αυτιά-πτερύγια» του Ντε Άγκουας στην πραγματικότητα είναι σένσορες που του επιτρέπουν να προβλέπει τις καιρικές συνθήκες. Άλλοι στόχοι του ιδρύματος είναι η προάσπιση της ελευθερίας στον αυτοσχεδιασμό, η ανάπτυξη νέων αισθήσεων και νέων οργάνων. Τους τελευταίους στόχους, ως καλλιτεχνική πρακτική, ο Χάρμπισον τους συγκρίνει με τη γλυπτική. Τη δική του τέχνη, υποείδος της cyborg art, την ονομάζει «αντιληψισμό», μια και αποσκοπεί στη διαμόρφωση των αισθήσεων με τρόπους που να δημιουργούν νέες αντιλήψεις της πραγματικότητας. 

Σε ερώτηση που του έθεσα μέσω Instagram για το αν διαχωρίζει τη cyborg ύπαρξή του από τη cyborg art του, είπε ότι «το ίδιο το γεγονός ότι η τέχνη που κάνω επικεντρώνεται στην τροποποίηση του εγκεφάλου και του σώματός μου σημαίνει ότι τα έργα τέχνης που φτιάχνω ζουν εντός της ύπαρξής μου. Ως εκ τούτου, είναι αδύνατον να διαχωρίσω την τέχνη που παράγω από τη ζωή μου, καθώς εγώ είμαι τα έργα μου και η αντίληψή μου για την πραγματικότητα έχει μεταμορφωθεί μόνιμα από αυτά». Όσον αφορά το τι κερδίζουν οι άνθρωποι, ως είδος, από την αμφισβήτηση των μέχρι τώρα τρόπων με τους οποίους αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα; Τα λόγια του είναι ξεκάθαρα: «Νομίζω ότι είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι, πλέον, δεν είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε όλη τη ζωή μας με το ίδιο “σετάκι αισθήσεων”. Υπάρχει πολλή πραγματικότητα μπροστά μας, την οποία δεν έχουμε αντιληφθεί, και η αντίληψη νέων πραγμάτων θα μας βοηθήσει, ως είδος, να προσαρμοστούμε καλύτερα στον πλανήτη». 

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού-3
Η Γαλλίδα εικαστικός ORLAN σε πρόσφατο πορτρέτο της. © ali mahdavi

Η σαρκική τέχνη της ORLAN

Η ORLAN φέρει τον τίτλο της Ιππότη του Εθνικού Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής. Διδάσκει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Ντιζόν και στην Ανωτάτη Εθνική Σχολή Τεχνών του Παρισιού-Σερζί, ενώ είναι επίτιμη καθηγήτρια στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Ρώμης. Γεννήθηκε στο Σεντ Ετιέν το 1947 ως Μιρέιγ Σουζάν Φρανσέτ Πορτ. Στον δρόμο την αναγνωρίζουν ως «Κρουέλα ντε Βιλ» λόγω της κόμμωσής της ή από τα συμμετρικά εμφυτεύματα στους κροτάφους της. Τελευταία βρίσκεται στην επικαιρότητα λόγω της κυκλοφορίας του πρώτου της μουσικού CD Le Slow de l’Artiste, στο οποίο έγραψε τους στίχους, τραγούδησε και έκανε βοκαλισμούς πάνω σε κομμάτια που συνέθεσαν indie μουσικοί (το αποτέλεσμα παραπέμπει άλλοτε στη Ζιλιέτ Γκρεκό, άλλοτε στην Γκρέις Τζόουνς και άλλοτε στην Ντιαμάντα Γκαλάς). Με τα σλόου τραγούδια θέλει να διερευνήσει το φαινόμενο της κοινωνικής αποστασιοποίησης, να προκαλέσει τα σώματα του κοινού της να έρθουν πιο κοντά. Δεν είναι αξιοπερίεργο, όμως, που ξαφνικά αποφάσισε να στραφεί στη μουσική; Μάλλον όχι. «Είμαι μια καλλιτέχνις που δεν ασχολείται μόνο με ένα υλικό, με μία καλλιτεχνική πρακτική, που δεν μιλάει με έναν τρόπο, με μία τεχνική ή με μία τεχνολογία, είτε αυτή είναι παλιά είτε καινούργια», θα μου γράψει σε ένα email. Αυτό που θέλει είναι να λέει πράγματα που είναι σημαντικά για την εποχή της, διερευνώντας κοινωνικά φαινόμενα, από κριτική απόσταση. «Τα έργα μου κατασκευάζονται σαν σώματα. Δουλεύω πολύ καιρό πάνω στη διαμόρφωση της ιδέας που θα αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά του έργου και ύστερα αναζητώ την καλύτερη υλική υπόσταση που θα κάνει αυτή την ιδέα “χειροπιαστή”. Είμαι μια εννοιακή καλλιτέχνις που αγαπάει τη σάρκα, τη φόρμα, τα χρώματα…»

Τα διεθνή μίντια ασχολήθηκαν πρώτη φορά μαζί της όταν δημοσίευσε το Μανιφέστο για τη σαρκική τέχνη και έκανε τις χειρουργικές επεμβάσεις-περφόρμανς της με γενικό τίτλο Η μετενσάρκωση της Αγίας ORLAN ή Εικόνες νέες εικόνες, οι οποίες διεξήχθηκαν από το 1990 έως το 1993. Τα χειρουργεία που άλλαξαν την εξωτερική εικόνα της έγιναν με τοπική μόνο αναισθησία, καθώς ήθελε να έχει πλήρη συνείδηση την ώρα των επεμβάσεων. Φορούσε, δε, δημιουργίες υψηλής ραπτικής φτιαγμένες από τον Πάκο Ραμπάν και τον Ισέι Μιγιάκι ειδικά για εκείνη. Στη συλλογική μνήμη καταγράφηκε, λανθασμένα, ως σκοπός της το να μοιάσει με γυναίκες που απεικονίζονται σε έργα με ιδιάζουσα ιστορική σημασία (ότι, π.χ., ζήτησε «τη μύτη της Ευρώπης» από την Αρπαγή της Ευρώπης του Μπουσέ). Οι συγκεκριμένες δράσεις προβλήθηκαν σε ζωντανή μετάδοση, μεταξύ άλλων, στο Κέντρο Ζορζ Πομπιντού στο Παρίσι και στην γκαλερί Σάντρα Γκέρινγκ στη Νέα Υόρκη. Τον Νοέμβριο του 1993 έκανε την περφόρμανς-χειρουργείο Πανταχού παρούσα και στη συνέχεια στράφηκε σε άλλες τεχνοτροπίες. 

Η ίδια λέει ότι δημιούργησε το έργο Η μετενσάρκωση της Αγίας ORLAN ή Εικόνες νέες εικόνες για να εκτροχιάσει τη χειρουργική πρακτική από την πορεία που είχε πάρει, της βελτίωσης της εικόνας των ανθρώπων. Πως αρχικό της μέλημα ήταν η σκηνοθεσία μιας χειρουργικής επέμβασης που δεν θα είχε ως αποτέλεσμα την ομορφιά, αλλά την ασχήμια, την τερατοσύνη, τη μη επιθυμητότητα. Με τα δικά της λόγια: «Δεν είμαι ενάντια στην πλαστική χειρουργική. Είμαι ενάντια στο πώς τη χρησιμοποιούμε. Μου αρέσει το ότι μπορεί να συντελέσει σε μια εφεύρεση του εαυτού μας. Έβαλα εμφυτεύματα σιλικόνης, που συνήθως τοποθετούνται στα ζυγωματικά για να τα ανασηκώσουν, στις δύο πλευρές του μετώπου μου, στους κροτάφους μου. Είναι τελείως ψέμα το ότι ήθελα να μοιάσω στην Αφροδίτη, στην Τζοκόντα κ.λπ. Τα ΜΜΕ διαστρέβλωσαν τα πάντα! Είπαν ότι έκανα 114 χειρουργικές επεμβάσεις και πως ήμουν η μεγαλύτερη μαζοχίστρια όλων των εποχών, ενώ ο πρώτος όρος που έθεσα στη χειρουργό μου ήταν το να μην πονάω. Ειπώθηκαν παράλογα πράγματα. Όταν κάνει κάποιος κάτι καινοτόμο, ο κόσμος όλος θα πει ότι αυτό δεν είναι τέχνη, ότι το άτομο που το κάνει είναι τρελό. Μετά από μερικά χρόνια, όμως, τα πράγματα αλλάζουν. Αυτό είχε γίνει και με τους ιμπρεσιονιστές. Έβλεπαν τους πίνακές τους και έλεγαν ότι πονούν τα μάτια τους, ότι ήταν η μεγαλύτερη απάτη όλων των εποχών, ότι ήταν τόσο άσχημοι που αν τους έβλεπε μια έγκυος, θα γεννούσε αμέσως. Τώρα τυπώνονται πάνω σε κασετίνες με σοκολατάκια και αξίζουν μια περιουσία».

Αργότερα, το 2008, χρησιμοποίησε κύτταρά της που ελήφθησαν μέσω βιοψίας προς χάριν της εγκατάστασης Bio-Art (καλλιτεχνικό ρεύμα που αξιοποιεί την επιστήμη της βιοτεχνολογίας) Το πανωφόρι του αρλεκίνου. Τα διατήρησε ζωντανά με τη βοήθεια ενός βιοαντιδραστήρα σε τρυβλία Πέτρι (ρηχά γυάλινα ή πλαστικά κυλινδρικά πιάτα που χρησιμοποιούνται, κυρίως, για την καλλιέργεια μικροοργανισμών) σε συνθήκες συμβίωσης με κύτταρα άλλων ανθρώπων –διαφορετικής ηλικίας, φυλής και εθνικής καταγωγής από τη δική της– όπως και ζώων, για να συνθέσει ένα βιοτεχνολογικό πάτσγουορκ από ρόμβους που δημιουργούσαν αθροιστικά, ως σχήμα, το πανωφόρι ενός αρλεκίνου. Δέκα χρόνια μετά, το 2018, παρουσίασε στο Γκραν Παλέ, στο πλαίσιο της έκθεσης Καλλιτέχνες και ρομπότ, το ORLANoïde, ένα ενδεδυμένο με μηχανική πανοπλία, καθ’ ομοίωσίν της, ρομπότ, το οποίο εξόπλισε με τεχνητή νοημοσύνη.

Στην Ελλάδα, το 2011 ήταν το τιμώμενο πρόσωπο στην Μπιενάλε Θεσσαλονίκης. Δέκα χρόνια πριν, είχε παραστεί στο φεστιβάλ e-φως 2001, που είχε πραγματοποιηθεί στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Στο πλαίσιό του είχαν προβληθεί αποσπάσματα από τα χειρουργικά events της.

Αυτή τη στιγμή, γίνονται ανά τον κόσμο ταυτόχρονα διάφορες εκθέσεις με έργα της, ενώ μέχρι τις 30 Ιουνίου θα είναι σε εξέλιξη η μεγάλη αναδρομική έκθεση ORLAN. Έξι δεκαετίες στη Βέρτικαλ Γκάλερι της Βιέννης. Της ζητήσαμε ένα σχόλιο για το νόημα του τελικού, μετά θάνατον, έργου που έχει δηλώσει ότι θέλει να κάνει: να εκθέσει σε κάποιο μουσείο το μουμιοποιημένο σώμα της. «Πάντα ήθελα να κάνω το σώμα μου έργο τέχνης και αυτό το απόλυτο διάβημα θα αποτελέσει τη λογική συνέχεια της δουλειάς μου. Σχεδίασα μια εγκατάσταση που περιλαμβάνει το μουμιοποιημένο σώμα μου και το ρομπότ μου, το ORLANoïde. Δύο εκδοχές του εαυτού μου που αγαπάω [σ.σ.: κάπως έτσι θα μπορούσαμε να αποδώσουμε το λογοπαίγνιο που κάνει γράφοντας «moi-m’aime», δηλαδή «εμένα με αγαπάω», αντί για «moi-même», δηλαδή «του εαυτού μου», φράσεις ομόηχες], δύο κατασκευασμένα σώματα: ένα ανθρώπινο και ένα κυβερνοσώμα».

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού-4
Ο Stelarc το 1982, με το περίφημο, τρίτο, μεταλλικό χέρι του. © Keisuke Oki

Το υπερ-βιονικό μέλλον των ανθρώπων

Γεννημένος στη Σάντα Κρουζ το 1993, ο Ισπανοκροάτης Filip Ćustić (Φίλιπ Τσούστιτς στα κροατικά ή και Κούστικ στα ισπανικά) φέρνει φρεσκάδα στη γενεαλογία των «τρανσουμανιστών» performance artists. Πρόσφατα ολοκληρώθηκε η πρώτη ατομική του έκθεση στο Τόκιο με τίτλο Ανθρώπινο προϊόν, που έλαβε χώρα στο Μουσείο Πάρκο, έναν χώρο αφιερωμένο στη σύγχρονη φωτογραφία, στα μάνγκα και στην επιστημονική φαντασία. Το εικαστικό του σύμπαν σχολιάζει, με μια μετα-ποιητική ή και παρανόρμαλ ευαισθησία, το πώς η ατομική ταυτότητα σχηματίζεται μέσα από τη διαντίδραση του μυαλού, του σώματος και της τεχνολογίας. Το πρώτο πράγμα που τον ρωτάω, καθώς το συναρπαστικό εικαστικό του σύμπαν μού φέρνει στο μυαλό τη δουλειά της ORLAN και του Stelarc, είναι αν γνωρίζει ή έχει μελετήσει το έργο τους. Στο ηχητικό μήνυμα που μου στέλνει τον ακούω να απαντά στα αγγλικά, με έντονη ισπανική προφορά: «Την ORLAN μού την αναφέρουν κι άλλοι για τη σύνδεση που εντοπίζουν ανάμεσα στο έργο της και στη δουλειά μου. Τον Stelarc, όμως, δεν τον γνώριζα και χρειάστηκε να κάνω μια μικρή έρευνα. Είδα ποιος περίπου είναι, λάτρεψα την πολύ καλή δουλειά του και καταλαβαίνω τη σύνδεση».

Το Metal Magazine –ανεξάρτητη έκδοση με έδρα τη Βαρκελώνη, που προβάλλει σύγχρονες τάσεις της μόδας, της φωτογραφίας και της τέχνης– περιέγραψε την έκθεσή του στο Πάρκο ως ταυτόχρονα συναρπαστική και εκνευριστική. Τα πιο εντυπωσιακά της εκθέματα ήταν οι cyborg αισθητικής κούκλες, φτιαγμένες καθ’ ομοίωσιν του καλλιτέχνη. Ο ίδιος είχε πει με αφορμή τα εγκαίνιά της: «Στην έκθεση Ανθρώπινο προϊόν θέλω να αντικατοπτρίσω την κοινωνική αντίληψη που μας ωθεί να αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξή μας ως ένα είδος εμπορεύματος που ανά διαστήματα το/μας ενημερώνουμε». Στα έργα του βλέπουμε επίσης τη χρήση καθρεφτών και οθονών, που παραπέμπουν στην εμμονή με την εικόνα, τις σέλφι και την κουλτούρα τού να είμαστε συνεχώς online, όπως επίσης μια sui generis θρησκευτική και επιστημονική εικονογραφία. Σε πολλά αναρωτιέσαι αν βλέπεις άνθρωπο, μηχανή ή cyborg.

Αυτό που τον ξεχωρίζει από άλλους καλλιτέχνες που τοποθετούν το σώμα τους στο κέντρο της τέχνης που κάνουν, είναι το ότι δεν επεμβαίνει με χειρουργικό, «μη αναστρέψιμο» τρόπο σε αυτό, αλλά είτε χρησιμοποιεί πρόσθετα είτε τροποποιεί κούκλες-ομοιώματά του και ψηφιακές εκδοχές του εαυτού του. Ο ίδιος μου λέει: «Νομίζω ότι κάποιοι καλλιτέχνες, ανάμεσα στους οποίους κι εγώ, ερευνούμε τι είναι το ανθρώπινο σώμα και προσπαθούμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα ή προσπαθούμε να το αναπτύξουμε ή να το πάμε λίγο παραπέρα, σχετικά με το τι είναι ανθρώπινο γενικά. Αυτή τη στιγμή, το ανθρώπινο για μένα σχετίζεται πολύ με την ιδέα των άβαταρ, με το ίντερνετ, το αν η εικονική ζωή είναι πραγματική ή μη πραγματική ζωή». Σε παλαιότερο έργο του που είχε παρουσιαστεί στον χώρο σύγχρονης τέχνης La Térmica στη Μάλαγα, είχε δώσει τον τίτλο Άνθρωπος-;. Επρόκειτο για ένα βίντεο 45 δευτερολέπτων που προβαλλόταν σε λούπα και απεικόνιζε μια επινοημένη ιστοριογραμμή τού προς τα πού πορευόμαστε ως είδος, με το μέλλον να φαντάζει τρανσουμανιστικό. Στο Artnet News, δε, έχει δηλώσει πως δυσκολεύεται να διαχωρίσει τον ρόλο που παίζει η τεχνολογία στην καλλιτεχνική του πρακτική από αυτόν που παίζει στην καθημερινότητά του και πως νομίζει ότι στο μέλλον θα μοιάζουμε υπερ-βιονικοί (super bionic). 

Αβάν-γκαρντ εικαστικοί στο άρμα του τρανσουμανισμού-5
Το έργο virtualhypermetasuperultramegaconnected του Filip Ćustić, όπως παρουσιάστηκε στην έκθεση Ανθρώπινο προϊόν. © Courtesy_onkaos

Όταν άνοιξε η συζήτηση

Δεν μπορεί να γραφτεί ούτε ένα τίμιο κείμενο για τη σωματική, σαρκική, cyborg, τρανσουμανική –ή όπως αλλιώς μπορούμε να την αποκαλέσουμε– τέχνη, χωρίς να γίνει μια αναφορά στον Stelarc. Σε αυτόν, άλλωστε, οφείλουμε τη μνημειώδη φράση «το ανθρώπινο σώμα είναι παρωχημένο». Γεννημένος το 1946 ως Στέλιος Αρκαδίου στη Λεμεσό και μεγαλωμένος στην Αυστραλία, έχει έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα για να εκθέσει το πρωτοποριακό έργο του ή να μιλήσει σε συνέδρια. Το 2016, δε, του απονεμήθηκε τιμητικό διδακτορικό από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο – μία από τις πολλές ακαδημαϊκές διακρίσεις του. Επίσης, έχει προβληθεί με πηχυαίους τίτλους στον Τύπο, εγχώριο και διεθνή, μεταξύ άλλων, ως «ο Κύπριος με τα τρία αυτιά» – το 2007 υποβλήθηκε σε χειρουργείο για να σχηματίσει, στο πλαίσιο ενός εικαστικού πρότζεκτ και μέσω ενός «καλουπιού» που εισήγαγε κάτω από το δέρμα του αριστερού του χεριού, ένα αυτί, το οποίο εξόπλισε με μικρόφωνο που διαθέτει δυνατότητα σύνδεσης στο διαδίκτυο. Creepy; Ίσως, αλλά όχι μόνο. Τα τεκνοεπιτελεστικά του έργα μπορεί να είναι για κάποιους ενοχλητικά, κάποιους άλλους όμως τους συναρπάζουν, καθώς βρίσκονται στο σημείο συνάντησης της περφόρμανς αρτ με την ψηφιακή τέχνη, την κυβερνοκουλτούρα, τη βιοτεχνολογία, την τεχνητή νοημοσύνη και τη ρομποτική, ενώ μας καλούν να «φιλοσοφήσουμε» τα όρια του ανθρώπινου σώματος με αισθητικούς κώδικες βγαλμένους από ταινίες επιστημονικής φαντασίας. 

Σε παρουσίαση του έργου του που δημοσιεύτηκε στην αυστραλέζικη εφημερίδα The Age τον Αύγουστο του 2022, η δημοσιογράφος, αφού μας πληροφορεί ότι ο Stelarc έχει ακόμη το τρίτο «αυτί» στο χέρι του, επικεντρώνεται στο ότι στο τελευταίο του έργο –μια εγκατάσταση που μπορεί να κινήσει ο οποιοσδήποτε και οποτεδήποτε– ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν είναι παρών. Έναν παρόμοιο «έλεγχο» είχε δώσει ο Stelarc στο κοινό του το 2016, με το έργο ΞαναΚαλωδιωμένος/ΞαναΜιξαρισμένος. Σε αυτό, όμως, φορούσε εκείνος ένα εξωσκελετικό χέρι, το οποίο μπορούσαν να κινήσουν, απομακρυσμένα, άγνωστοί του άνθρωποι. Ως εξωσκελετός, κυριολεκτικά, ορίζεται ο εξωτερικός σκελετός που διαθέτουν κάποια ζώα για να υποστηρίζουν και να προστατεύουν το σώμα τους. Οι εξωσκελετικές κατασκευές του Stelarc, μιμούμενες τον τρόπο λειτουργίας των εξωσκελετών, δεν είναι παρά ρομποτικά μηχανήματα. Μέσω email τον ρώτησα τι τον ώθησε να πειραματιστεί με τις τεχνολογίες αιχμής στο ίδιο του το σώμα, δεδομένου ότι είναι καλλιτέχνης και όχι επιστήμονας με «πειραματόζωο» τον εαυτό του. Πάντα τον ενδιέφερε η εξέλιξη του ανθρώπινου σώματος, μου λέει, πριν διευκρινίσει το πώς κατέληξε στο ότι το ανθρώπινο σώμα, με τη δεδομένη μορφή και τις λειτουργίες του, ήταν παρωχημένο, γι’ αυτό και χρειαζόταν κάποια «μερεμέτια»:

«Έχοντας εξερευνήσει το εσωτερικό του σώματός μου, τις υλικές και τις ψυχολογικές του παραμέτρους, μέσα από την αισθητηριακή απώλεια, τις σωματικά στρεσογόνες δράσεις και τις αιωρήσεις που έκανα, μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να αντισταθμίσω την ανεπάρκειά του με την τεχνολογία», λέει. 

Όντως, στο παρελθόν είχε δημιουργήσει φιλμ κινηματογραφώντας τους πνεύμονες, το στομάχι και το παχύ του έντερο, ενώ από το 1976 έως το 1988 διεξήγαγε είκοσι έξι περφόρμανς-αιωρήσεις. Κατά τη διάρκειά τους το γυμνό σώμα του αιωρούνταν κανονικά στο κενό, σαν να έκανε μπάντζι τζάμπινγκ. Μόνο που δεν ήταν «πιασμένο» σε ειδικούς ιμάντες ασφαλείας, αλλά σε γάντζους που ήταν περασμένοι στο δέρμα του. Κατά τη διάρκεια, δε, μιας από τις αιωρήσεις του, στη Νέα Υόρκη, τον είχε συλλάβει η αστυνομία. Όχι για λόγους σχετιζόμενους με τη γύμνια του, αλλά επειδή κρίθηκε δημόσιος κίνδυνος: υπήρχε η πιθανότητα να πέσει πάνω σε κάποιον διερχόμενο.

Συνεχίζει λέγοντάς μου ότι «στην εποχή της υπερπληροφόρησης, αυτό που έχει τώρα σημασία δεν είναι η ελευθερία των ιδεών, αλλά μάλλον η ελευθερία της μορφής, η ελευθερία τού να τροποποιείς το σώμα σου. Πλέον, το σώμα δεν αποτελεί αντικείμενο επιθυμίας. Περισσότερο είναι αντικείμενο που μπορείς να το φανταστείς εκ νέου, με άλλους τρόπους, ενδεχομένως να το επανασχεδιάσεις». Κάτι που ο ίδιος όντως έκανε. Στα έργα του χρησιμοποίησε ιατρικά εργαλεία, προσθετικά, ρομποτικά μέλη, συστήματα εικονικής πραγματικότητας, το διαδίκτυο, τη βιοτεχνολογία. Έκανε περφόρμανς με ένα τρίτο μεταλλικό «χέρι» (από το 1980 ως το 1998) – το συγκεκριμένο «σκηνικό αξεσουάρ», άλλωστε, έκανε μέινστριμ τη cyborg αισθητική στην τέχνη. Άλλες δράσεις του τις στήριξε σε ρομπότ, όπως την Εξωσκελετός του 1998. Στη συγκεκριμένη, δύο βοηθοί πρόσδεναν το σώμα του σε ένα ρομπότ με έξι πόδια, βάρους 600 κιλών, που είχε τη δυνατότητα να περπατάει. 

Θα ολοκληρώσει τον συλλογισμό του λέγοντας: «Αυτά τα πρότζεκτ και οι περφόρμανς έχουν να κάνουν με τη δημιουργία εναλλακτικών ανατομικών αρχιτεκτονικών. Πώς μπορεί να λειτουργήσει το σώμα με ένα τρίτο χέρι, μια επέκταση χεριού, ένα ρομπότ με έξι πόδια που περπατάει και ένα επιπλέον αυτί; Στην εποχή του body hacking, της χαρτογράφησης των γονιδίων, της βελτίωσης του σώματος μέσω προσθετικών μελών, της ανταλλαγής οργάνων, των μεταμοσχεύσεων προσώπου και του συνθετικού δέρματος, το τι σημαίνει να είσαι σώμα, τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος και τι παράγει την ικανότητα τού να είναι κάποιος ζωντανός και να διαθέτει την ικανότητα αυτενέργειας γίνεται προβληματικό. Οι νεκροί, οι εγκεφαλικά νεκροί, οι μερικώς ζωντανοί, οι αγέννητοι μέχρι αυτή τη στιγμή, οι κρυογονικά συντηρημένοι, οι προσθετικά βελτιωμένοι, η συνθετική ζωή και η τεχνητή ζωή μοιράζονται πλέον μια υλική και κατά προσέγγιση ύπαρξη. Το ψηφιακό δεν είναι απλώς το βασίλειο του εικονικού. Το δέρμα ήταν κάποτε ο συνδετικός μας κρίκος με τον κόσμο. Η τεχνολογία έχει γίνει πλέον η μεμβράνη της ύπαρξής μας…». Έχει δίκιο. Τόσο απλά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή