Όταν η Μέλοντι Γκαρντό μελαγχολεί, ακούει Radiohead

Όταν η Μέλοντι Γκαρντό μελαγχολεί, ακούει Radiohead

Με τη μαγική της φωνή, γεμάτη πάθος για τη δουλειά της και φορώντας τα μαύρα γυαλιά που παραπέμπουν στο παρελθόν της, η Αμερικανίδα μουσικός μιλάει στο «Κ» λίγο πριν την συναυλία στο Ηρώδειο.

7' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τη ρωτάω ποιος είναι ο μεγαλύτερός της φόβος. Παίρνει μια βαθιά ανάσα. «Ο μεγαλύτερός μου φόβος είναι να αρχίσω να φοβάμαι. Να φοβάμαι τις καταστάσεις», μου λέει. «Κάθε μέρα ελπίζω ότι μπορούμε να βρούμε ένα κοινό έδαφος ή μια θεμελιώδη κατανόηση του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, υπερβαίνοντας τις διαφορές και τους διαχωρισμούς. Νομίζω ότι πραγματικά υπήρξε ένα σοκ μετά τον εγκλεισμό που βιώσαμε στην πανδημία και ελπίζω να δω τις σχέσεις να επιστρέφουν σε ισορροπία και αρμονία». Η Μέλοντι Γκαρντό έχει συνδεθεί μέσω Zoom από τη Νέα Υόρκη για την κουβέντα μας, λίγες ημέρες πριν πετάξει για τα μέρη μας, για την αθηναϊκή της συναυλία στο Ηρώδειο, και μόλις τέσσερις ημέρες μετά την κυκλοφορία του νέου της EP, Entre eux deux (The Paris Sessions). Την καινούργια της δισκογραφική δουλειά συνυπογράφει με τον πιανίστα και συνθέτη Φίλιπ Μπάντεν Πάουελ, γιο του θρυλικού Βραζιλιάνου κιθαρίστα Μπάντεν Πάουελ ντε Ακίνο. Πρόκειται ουσιαστικά για προέκταση του προηγούμενου άλμπουμ της με τέσσερα τραγούδια, εκ των οποίων το ένα είναι διασκευή του κλασικού Plus Fort que Nous από την ταινία Ένας άνδρας και μια γυναίκα.

Συγκάτοικοι στην έμπνευση

Η Αμερικανίδα μουσικός ξεχώρισε από τα πρώτα κιόλας βήματα της καριέρας της, πριν από περίπου 20 χρόνια, αναπτύσσοντας ένα ιδιαίτερο στιλ που συνδυάζει επιρροές από την τζαζ, τα μπλουζ, την μπόσα νόβα και την ποπ. Το άλμπουμ Worrisome Heart (2006), με το οποίο έκανε το ντεμπούτο της, είχε θερμή αποδοχή από τους κριτικούς, ενώ λίγο αργότερα ο δίσκος της My One and Only Thrill (2009) κέρδισε ένα βραβείο Γκράμι. Το άστρο της δεν έπαψε να λάμπει και το όνομά της βρήκε μια θέση δίπλα σε άλλες γυναικείες φωνές της τζαζ που εμφανίστηκαν περίπου εκείνη τη χρονική περίοδο, όπως αυτές των Νόρα Τζόουνς και Μαντλέν Πεϊρού. 

«Ο καινούργιος δίσκος ήταν μια πρόκληση», μου λέει χαμογελαστή. Δίπλα της κάθεται ο Πάουελ, ο οποίος συμμετέχει διακριτικά στην κουβέντα μας. «Εμπνεύστηκα από παλιούς δίσκους της τζαζ που γράφονταν από μια ώθηση της στιγμής, όπως έκανε, για παράδειγμα, ο Τσαρλς Μίνγκους». Για να πετύχει το πείραμα, η Γκαρντό πρότεινε στον Πάουελ να μείνουν μαζί για δύο εβδομάδες στο σπίτι της στο Παρίσι, ώστε να γράφουν ένα τραγούδι την ημέρα. «Ήταν μια ωραία διαδικασία, γιατί μπορέσαμε να ανταλλάξουμε ιδέες όχι μόνο από την οπτική της μουσικής, αλλά και αυτήν της ζωής». 

Οι δυο τους αναμένονται στην Αθήνα στις 12 Ιουλίου για μια συναυλία στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. «Αναρωτιόμουν πότε θα είχαμε ξανά την ευκαιρία να επιστρέψουμε στην Ελλάδα», λέει – αυτή είναι η δεύτερη φορά που θα συναντήσει το ελληνικό κοινό. «Την τελευταία φορά που ήμασταν στη χώρα σας ήταν υπέροχα, θυμάμαι ακόμα τη ζέστη εκείνου του καλοκαιριού». Είδε το Ηρώδειο από φωτογραφίες, λέει, και ονειρεύεται την ενέργεια του χώρου.

Όταν η Μέλοντι Γκαρντό μελαγχολεί, ακούει Radiohead-1
Η Μέλοντι Γκαρντό λάιβ, με το πιάνο της, σε παλαιότερη εμφάνισή της στο Μόντε Κάρλο. © 500px / Getty Images / Ideal Image

Τα μαύρα γυαλιά

Η Γκαρντό γεννήθηκε το 1985 στο Νιου Τζέρσεϊ, αλλά πέρασε μεγάλο μέρος των παιδικών της χρόνων με την Πολωνή μετανάστρια γιαγιά της στη Φιλαδέλφεια, καθώς η μητέρα της εργαζόταν ως φωτογράφος και δυσκολευόταν να τα βγάλει πέρα μόνη της με το παιδί – η Γκαρντό δεν έμαθε ποτέ ποιος είναι ο πατέρας της. Η μητέρα της παντρεύτηκε ξανά, αλλά και ο νέος σύζυγος δεν έμεινε για πολύ. Και έπειτα συνέβη το ατύχημα. Ήταν 19 ετών και έκανε ποδήλατο όταν την παρέσυρε ένα αυτοκίνητο. Το χτύπημα της προκάλεσε απώλεια μνήμης, υπερευαισθησία στο φως και στον ήχο και πολύ πόνο στη σπονδυλική στήλη. Από τότε φοράει σκούρα γυαλιά και κυκλοφορεί με μπαστούνι για να παραμείνει όρθια για αρκετή ώρα. Οι γιατροί αρχικά της είπαν ότι ίσως να μην περπατούσε ξανά ποτέ και ότι δεν θα έκανε παιδιά. Εκείνη δεν το έβαλε κάτω. Έβαλε στο πρόγραμμά της τη μουσικοθεραπεία και η μουσική, όπως αναφέρει, της έδωσε δύναμη να συνεχίσει. «Απέκτησα έναν σκοπό στη ζωή», λέει. «Το σκέφτομαι σχεδόν κάθε μέρα, κυρίως τις φορές που τα πράγματα δυσκολεύουν και οι ρυθμοί της καθημερινότητας είναι έντονοι. Η δύναμη της μουσικής είναι απίστευτη, γιατί οι συχνότητές της μπορεί να γίνουν θεραπευτικές, προκαλώντας έντονα συναισθήματα». 

Μεγαλώνοντας δημιούργησε το Ίδρυμα Μέλοντι Γκαρντό, για να υποστηρίζει οργανισμούς που ασχολούνται με την έρευνα, την εκπαίδευση και την περίθαλψη ατόμων με αναπηρία, ενώ κατά καιρούς έχει χρηματοδοτήσει έργα που εστιάζονται στη μουσικοθεραπεία και στις τεχνολογίες υποστήριξης. 

Μια ζωή μουσική

Η μουσική δεν έλειπε ποτέ από το σπίτι της, από τα παιδικά της χρόνια. Η ίδια, άλλωστε, επέδειξε από νωρίς ταλέντο στο πιάνο. «Η μητέρα μου έπαιζε λίγο κιθάρα και τραγουδούσε, ο παππούς μου ήταν μουσικός, οπότε είχαμε πάντα γύρω μας μουσική και τραγούδια. Στη μητέρα μου άρεσε πολύ η φολκ και καλλιτέχνες όπως η Τζόνι Μίτσελ, ο Τζέιμς Τέιλορ και η Κάρολ Κινγκ. Της άρεσε όμως και το ροκ εν ρολ». Η ίδια άκουγε κρυφά ροκ συγκροτήματα, όπως Led Zeppelin και Creedence Clearwater Revival, ενώ στην εφηβεία έπαιζε μουσική σε κλαμπ στη Φιλαδέλφεια, κυρίως τζαζ και ροκ. «Αγαπούσα επίσης και τη σόουλ της δεκαετίας του 1970, κάτι που είναι κάπως απρόσμενο αν σκεφτείς το είδος της μουσικής που παίζουμε τώρα», λέει γελώντας.

Όταν άρχισε να ανακαλύπτει την τζαζ, γοητεύτηκε από δημιουργούς που είχαν ένα δυνατό όραμα, όπως ο Μάιλς Ντέιβις, o Τσάρλι Πάρκερ και φυσικά ο Ντιουκ  Έλινγκτον. «Ο δίσκος του The Afro-Eurasian Eclipse με είχε συγκλονίσει. Ένιωσα ότι μου έδωσε την ευκαιρία να εμβαθύνω στη σφαίρα της μουσικής». Της αρέσει, επίσης, η κλασική μουσική. «Όταν ακούω τις αγαπημένες μου συμφωνίες, σκέφτομαι πως ο εκάστοτε δημιουργός εξέφραζε αυτό που αισθανόμαστε όταν αγαπάμε. Είναι απίστευτο πώς μπορείς να “βυθιστείς” μέσα σε μια σύνθεση που γράφτηκε ακόμα και 300 χρόνια νωρίτερα». Υπάρχουν βέβαια μέρες, όπως μου λέει, που είναι απλώς μελαγχολική. «Τότε πρέπει οπωσδήποτε να ακούσω κάτι όπως το Pablo Honey των Radiohead. Μου αρέσει και ο Τομ Γουέιτς και ο Κερτ Βάιλ, οπότε οι προτιμήσεις μου ποικίλλουν».

Τη ρωτάω αν θυμάται κάποια συγκεκριμένη συναυλία που άφησε ένα έντονο αποτύπωμα πάνω της. «Μου συνέβη με μια παράσταση, όχι με κάποια συναυλία», μου λέει. «Με μια παράσταση μπαλέτου, το οποίο λατρεύω. Ήταν το μπαλέτο της Πίνα Μπάους Rite of Spring στο θέατρο Γκαρνιέ του Παρισιού. Καθόμουν στην πρώτη σειρά και συγκλονίστηκα. Πραγματικά με σημάδεψε ως άνθρωπο η ερμηνεία μιας Ιταλίδας χορεύτριας με τον τρόπο που τα έδωσε όλα στη σκηνή. Φαινόταν εντελώς εξαντλημένη, ενώ έπρεπε να επαναλάβει αυτή την ερμηνεία και την επόμενη μέρα. Εάν λειτουργείς έτσι, τότε έχεις κάνει καλά τη δουλειά σου. Η στιγμή εκείνη με βοήθησε να φανταστώ πώς θέλω να είναι οι συναυλίες μου». 

Αναλογικός vs ψηφιακός ήχος

Ο καινούργιος δίσκος, σε αντίθεση με άλλες δουλειές της Γκαρντό, κυκλοφόρησε απευθείας σε ψηφιακή μορφή και είναι διαθέσιμος στο Spotify. Πώς όμως μια λάτρις του βινυλίου πήρε αυτή την απόφαση; «Θα χρειαζόταν παραπάνω χρόνος για να βγει σε βινύλιο, έτσι αποφασίσαμε να κυκλοφορήσει σε streamer, ώστε να φτάσει στον κόσμο γρηγορότερα. Νομίζω ότι είναι κάτι πολύ ωραίο και ακούγεται πολύ κουλ», λέει. «Προτιμώ τον αναλογικό ήχο και παθιάζομαι ακούγοντας κλασική μουσική στο εξαιρετικό μου σύστημα hi-fi. Είναι όμως πολύ δύσκολο να τριγυρίζεις με ένα βινύλιο, μια και δεν υπήρξε ποτέ ένα πικάπ που μπορούσες να το κουβαλάς μαζί στη βόλτα (γέλια)».

Έτσι, όπως τονίζει, «χρησιμοποιώ το streaming και το Spotify τακτικά για το γυμναστήριο, το περπάτημα ή τη βόλτα δίπλα στο ποτάμι, αφού πλέον όλοι κρατάμε στα χέρια μας ένα κινητό τηλέφωνο». Εξάλλου, όπως σημειώνει ο Φίλιπ, υπάρχουν πολλά θετικά στοιχεία στο Spotify και σε άλλες αντίστοιχες πλατφόρμες: «Άρχισα να ακούω βινύλια και κασέτες, ύστερα CD, οπότε είμαι πολύ δεμένος με αυτή τη διαδικασία. Όταν με ενδιαφέρει αποκλειστικά ο ήχος σε κάτι, θα προτιμήσω να ακούω βινύλια και CD. Το Spotify όμως είναι πολύ πρακτικό». 

Η κουβέντα γυρίζει στον καιρό της πανδημίας. Ο εγκλεισμός επηρέασε πολύ την Γκαρντό, όπως λέει. Σταμάτησε, για παράδειγμα, να γράφει στίχους. «Είναι στη φύση ενός στιχουργού να βρίσκεται μερικές φορές μόνος του, κάτι που εξισορροπείται κάπως από τη συνεργασία με άλλους μουσικούς. Μου έλειψε, λοιπόν, αυτή η δυνατότητα, η μοναξιά που ένιωθα ήταν αφόρητη. Και δεν ήθελα να γράψω κάτι που θα γινόταν μάντρα, κάτι που θα μιλούσε γι’ αυτή τη σκοτεινή και στενάχωρη περίοδο». Η εμπειρία του Φίλιπ στο λοκντάουν ήταν διαφορετική: «Επέλεξα να είμαι μόνος μου γράφοντας μουσική. Η απώλεια της ελευθερίας με έκανε να γράφω περισσότερη μουσική με γρήγορο ρυθμό». 

Η Γκαρντό πιστεύει ότι είναι πάντα σημαντικό να αφήνεις αρκετό χώρο στους ανθρώπους για να ταξιδεύουν μέσα στα συναισθήματά τους. «Νιώθω ότι οι μουσικοί έχουμε μία από αυτές τις σπάνιες ευκαιρίες να δημιουργούμε έναν χώρο όπου οι άνθρωποι μπορούν να νιώσουν χαρά, ευτυχία, λύπη, συμπόνια. Το υπέροχο με τη μουσική και τις συναυλίες είναι ότι σου δίνεται η ευκαιρία μιας σπάνιας στιγμής που τα ξεχνάς όλα και τα αφήνεις στην άκρη». Και οι μουσικοί βέβαια νιώθουν το ίδιο, «γιατί πρέπει να αφήσουμε για λίγο τα προβλήματά μας πριν ανέβουμε στη σκηνή. Είναι, λοιπόν, αμοιβαίο».

Όταν η Μέλοντι Γκαρντό μελαγχολεί, ακούει Radiohead-2ΙΝFO → Η Μέλοντι Γκαρντό θα εμφανιστεί στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού στις 12/07 στις 9.20 μ.μ. / aefestival.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή