Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»

Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»

Ο φρόντμαν του θρυλικού συγκροτήματος σε μια χορταστική συζήτηση για τις πρώτες μέρες της μπάντας και την ηχογράφηση του τελευταίου τους άλμπουμ με τη βοήθεια του Πολ ΜακΚάρτνεϊ, της Lady Gaga και του Έλτον Τζον

19' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για όσους από εμάς έχουν περάσει μια ολόκληρη ζωή ακούγοντας Ρόλινγκ Στόουνς και βλέποντας βίντεο του συγκροτήματος, για όσους μεγαλώσαμε με αμέτρητες εικόνες του Μικ Τζάγκερ κάπως φυτεμένες στο κεφάλι μας και για όσους, έπειτα από δύο-τρία ποτά, με το που ακουστούν οι πρώτες νότες από το Street Fighting Man, σουφρώνουμε τα χείλη και ορμάμε στο σαλόνι καμαρωτοί για να κουνήσουμε τους γοφούς μας λίγο υπερβολικά, για όλους εμάς λοιπόν, το να γνωρίσουμε από κοντά τον Μικ Τζάγκερ έρχεται με μια δόση σοκ. 

Πώς είσαι;» μου λέει ο Τζάγκερ, μια αδύνατη σιλουέτα με πολύχρωμο πουκάμισο, στενό μαύρο παντελόνι και γυαλιστερά, καινούργια αθλητικά παπούτσια. Τούφες από καστανόξανθα μαλλιά πέφτουν πάνω στο 80χρονο πρόσωπό του, το οποίο με κάποιον τρόπο καταφέρνει να φαίνεται ταυτόχρονα νεανικό και γερασμένο. Μπορεί να έχει τις βαθιές ρυτίδες που θα περίμενε κανείς από έναν άνδρα στην ηλικία του, όμως την ίδια στιγμή τον συνοδεύει ένα σκανταλιάρικο, σπινθηροβόλο πνεύμα αντιδραστικότητας που καθιστά αδύνατο να τον φανταστεί κανείς να γκρινιάζει, για παράδειγμα, για το ότι τα εστιατόρια στις μέρες μας παίζουν πολύ δυνατά μουσική. Όταν είσαι ο τραγουδιστής του καλύτερου ροκ εν ρολ συγκροτήματος στον κόσμο, για να μην αναφέρω ότι έχεις ένα επτάχρονο πιστό αντίγραφο (τον γιο του Ντέβερο με την πρώην μπαλαρίνα και νυν συγγραφέα σύντροφό του, Μέλανι Χάμρικ), το να αποσυρθείς από την ενεργό δράση απλώς δεν είναι επιλογή.  

Ο Τζάγκερ είναι διάσημος για το ότι δεν ασχολείται με το παρελθόν: «Αρκετά με όλες αυτές τις ανοησίες περί νοσταλγίας!» θα μου επαναλάβει αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του σαββατιάτικου απογεύματος που περάσαμε στο περίτεχνα διακοσμημένο σπίτι του στο Χάμερσμιθ στο δυτικό Λονδίνο, πάνω στο ποτάμι. Ο λόγος που συναντηθήκαμε, σε ένα από τα δωμάτια με την ξύλινη επένδυση, είναι ότι οι Ρόλινγκ Στόουνς κυκλοφορούν καινούργιο άλμπουμ, το πρώτο τους με πρωτότυπο υλικό μετά το A Bigger Bang του 2005. Το Hackney Diamonds είναι το καλύτερο άλμπουμ των Στόουνς μετά το Some Girls του 1978, με το οποίο κιόλας μοιράζεται ένα αιχμηρό, πανκ πνεύμα, ίσως επειδή και τα δύο ηχογραφήθηκαν με τον ίδιο τρόπο: γρήγορα. Αγγίζει επίσης τις πτυχές που ο κόσμος αγαπάει στην «αυτοκρατορική περίοδο» του συγκροτήματος, στα τέλη των ’60s – αρχές των ’70s, με το Let It Bleed το 1969, το Sticky Fingers το 1971, το Exile on Main St. το 1971. Όχι ότι στον Τζάγκερ αρέσει να του τα θυμίζει κανείς. Όταν του λέω ότι η μπαλάντα Depending on You μου θυμίζει το Wild Horses, το κλασικό τραγούδι του 1971 που ηχογραφήθηκε στο Muscle Shoals, ένα μικροσκοπικό στούντιο στα βάθη της Αλαμπάμα, διάσημο για την αποτύπωση του κατεξοχήν country rock ήχου, δεν ευχαριστιέται ιδιαίτερα. «Δεν θέλω ούτε να το ακούω αυτό», διαμαρτύρεται. «Για μένα, το Depending on You είναι μοντέρνα ποπ του Λος Άντζελες. Δεν θέλουμε να λένε ότι “ο Ρόνι παίζει τα ίδια στην κιθάρα”, οπότε προσθέσαμε ένα ακόμη αρμόνιο, έγχορδα, φωνητικά. Αυτά δεν έπαιζαν στο Muscle Shoals. Αυτό το στούντιο, ακόμα και τότε, είχε περιορισμένη τεχνολογία. Άκου σήμερα το Wild Horses. Είναι σαν να ακούγεται κάτω από κουβέρτες».  

Αναζητώντας νεανική φρεσκάδα, ο Τζάγκερ προσέλαβε έναν νεαρό παραγωγό για το Hackney Diamonds, τον Άντριου Γουάτ, έναν 32χρονο Νεοϋορκέζο που χτίζει τη φήμη του ως ο άνθρωπος στον οποίο απευθύνονται οι κλασικοί ροκάδες. Έχει δουλέψει με τον Ίγκι Ποπ, τον Πολ Μακάρτνεϊ και τον Όζι Όζμπορν, ωστόσο ξεκίνησε ως κιθαρίστας του Τζάστιν Μπίμπερ. «Ο Άντι είναι ένας ποπ παραγωγός που αγαπάει τη ροκ εν ρολ», λέει ο Τζάγκερ. «Όμως, η ροκ εν ρολ δεν φέρνει πια λεφτά ούτε σε κάνει διάσημο. Δεν προσπαθώ να κάνω τους Ρόλινγκ Στόουνς να μην ακούγονται όπως οι Ρόλινγκ Στόουνς –αυτό θα ήταν εντελώς ηλίθιο, ειδικά από τη στιγμή που έχουμε τόσο καιρό να κυκλοφορήσουμε δίσκο–, όμως πολλοί παραγωγοί πέφτουν στην παγίδα και θέλουν να ξανακάνουν τον αγαπημένο τους δίσκο των Στόουνς. Χρειάστηκε να εξηγήσω στον Άντι ότι δεν κάνουμε το Sticky Fingers 2. Κάποιες αναφορές είναι ΟΚ, αλλά οι πολλές αναφορές δεν θα ήταν ΟΚ».  

Ενα αισιόδοξο σχέδιο

Ο Τζάγκερ μοιάζει σαν να είναι ο άνθρωπος που πιέζει προς τα μπρος, που εξασφαλίζει ότι οι Ρόλινγκ Στόουνς δεν επαναπαύονται στις δάφνες τους, αλλά παραμένουν επίκαιροι, συνδεδεμένοι με τον 21ο αιώνα. «Α, το παρατήρησες λοιπόν», σχολιάζει ο Κιθ Ρίτσαρντς με ένα σαρδόνιο γρύλισμα στην άλλη άκρη της γραμμής, από τη βιβλιοθήκη του στο Κονέκτικατ. «Εγώ πρέπει να ζω με αυτό. 
Όμως, έτσι είναι ο Μικ. Λέει: “Ας το κάνουμε”. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν η σωστή ώρα να κινητοποιηθούμε».  

Η μεγαλύτερη μάχη που έδωσε ο Τζάγκερ ήταν το να φτιάξουν το ίδιο το άλμπουμ, διότι κανείς, ούτε η δισκογραφική εταιρεία, ούτε το μάνατζμεντ, ούτε καν το συγκρότημα, δεν καιγόταν για έναν νέο δίσκο. «Πραγματικά ανησυχούσα γιατί κανείς δεν είχε καμία γ******η ανάγκη να κάνουμε δίσκο. Όλοι φαίνονταν ευχαριστημένοι κάνοντας μια περιοδεία κάθε λίγα χρόνια και απολύτως τίποτα στο ενδιάμεσο. Τον παλιό καιρό, κάναμε περιοδεία για την προώθηση του δίσκου, ο δίσκος ήταν το ζητούμενο. Στις μέρες μας βγάζεις πολλά λεφτά από τις περιοδείες, αλλά όχι από τον δίσκο, πράγμα που σημαίνει ότι εξακολουθείς να πουλάς εισιτήρια ακόμα και όταν δεν έχεις νέο άλμπουμ να προωθήσεις. Και καταλήγεις να σκέφτεσαι: “Θέλουν απλώς να ακούσουν το Paint It Black. Δεν θέλουν να ακούσουν τίποτε άλλο. Είναι χαρούμενοι. Ποιος νοιάζεται για τον νέο μας δίσκο;”».  
Όμως υπήρχε ένας άνθρωπος που νοιαζόταν. Και αυτός ήταν ο Τζάγκερ. Έπειτα από χρόνια αποσπασματικών ηχογραφήσεων, χωρίς ποτέ να καταφέρνει να φτάσει πουθενά, συνειδητοποίησε ότι αυτό που χρειαζόταν η μπάντα ήταν μια προθεσμία. («Πόσο ηλίθιο που δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει αυτό πριν από οκτώ χρόνια»).

Είπε στον Κιθ Ρίτσαρντς, στον Ρόνι Γουντ και στον Στιβ Τζόρνταν, τον ντράμερ του συγκροτήματος από τότε που πέθανε ο Τσάρλι Γουότς το 2021, ότι θα έμπαιναν στο στούντιο το φθινόπωρο του 2022, θα τελείωναν μέχρι την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, θα έβγαζαν τον δίσκο μέχρι το φθινόπωρο του 2023 και θα ξεκινούσαν περιοδεία μετά από αυτό. Ακριβώς όπως τον παλιό καιρό.

«Ο Κιθ είπε: “Λοιπόν, είναι κάπως αισιόδοξο…”. Είπα ότι το ξέρω, αλλά πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Στο τέλος, ο Κιθ ήταν πολύ υποστηρικτικός, κάτι που με εξέπληξε, γιατί νόμιζα ότι θα έλεγε: “Δεν μπορώ να ασχοληθώ, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Θέλω ένα διάλειμμα, δεν θέλω να δουλεύω τον Δεκέμβριο”. Αλλά δεν το έκανε. Στην πραγματικότητα, δούλεψε πολύ σκληρά. Δεν νομίζω ότι ο Κιθ έχει δουλέψει τόσο σκληρά εδώ και χρόνια. Και ο Ρόνι ήταν πολύ πρόθυμος, οπότε πήγαμε σε ένα στούντιο στο Λος Άντζελες και το κάναμε σε περίπου τρεις εβδομάδες».
«Οι Στόουνς δουλεύουν σκληρά», συμφωνεί ο Ρίτσαρντς. «Όταν δουλεύουν».

Μακάρτνεϊ και Lady Gaga

Στην πορεία προστέθηκαν και μερικοί φίλοι, κυρίως στο Sweet Sounds of Heaven, ένα γκόσπελ έπος που ακολουθεί κάπως την παράδοση του You Can’t Always Get What You Want και είναι ένα από τα κορυφαία κομμάτια του άλμπουμ. «Καθόμουν εκεί και τραγουδούσα, όταν είδα μια γυναίκα να με παρατηρεί με θαυμασμό και είπα: «Ω, είναι η Lady Gaga», λέει ο Τζάγκερ, εξαιρετικά ατάραχος για την τροπή των γεγονότων. «Αποδείχθηκε ότι ηχογραφούσε δίπλα. Της έδωσα ακουστικά, έκανε μερικά “ου” και “ααα” και της είπα: “Γιατί δεν τραγουδάς τους στίχους;”. Και όλα έγιναν πολύ γρήγορα».

Ο Στίβι Γουόντερ πέρασε επίσης για να παίξει τα πλήκτρα στο Sweet Sounds of Heaven, ενώ σε άλλα σημεία του άλμπουμ εμφανίζονται ο Έλτον Τζον (ή, όπως τον αποκαλεί ο Κιθ Ρίτσαρντς, ο Ρεγκ), ο αείμνηστος Τσάρλι Γουότς και ο αρχικός μπασίστας των Στόουνς, Μπιλ Γουάιμαν. Ίσως το πιο ξεχωριστό γκεστ έρχεται από τον Πολ Μακάρτνεϊ, ο οποίος παίζει μπάσο με έντονη παραμόρφωση σε ένα πάνκι κομμάτι που ονομάζεται  Bite My Head Off. Πρόκειται για κλασικό υλικό του Τζάγκερ: ακούγεται θυμωμένο και επαναστατικό, αλλά στην πραγματικότητα απλώς βρίσκεται στο πνεύμα της αυθεντικής διασκέδασης.  

«Μου έκανε κάπως εντύπωση που ο Πολ ήθελε να παίξει σε αυτό το κομμάτι», λέει ο Τζάγκερ, παλιός φίλος του Μακάρτνεϊ και, αν ληφθεί υπόψη ο ατελείωτος ανταγωνισμός μεταξύ των Μπιτλς και των Στόουνς, ισόβιος αντίπαλος. «Ο  Άντι μού είχε πει ότι δεν θα χρειαζόταν διάλειμμα καθώς φτιάχναμε τον δίσκο μας, αλλά τελικά αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι είχε μια πενθήμερη υποχρέωση με τον Πολ. Ο τρόπος του να το αντιμετωπίσει ήταν να βάλει τον Πολ να παίξει στο άλμπουμ μας. Έχω γράψει πολλά πανκ τραγούδια για τους Στόουνς, δεν θα μπορούσα ποτέ να ξεφύγω από αυτά, αλλά ο Πολ είναι πολύ ανοιχτόμυαλος άνθρωπος, μουσικά μιλώντας».  

Δεν είχε πει σχετικά πρόσφατα ο Μακάρτνεϊ κάτι αρκετά προσβλητικό για τους Ρόλινγκ Στόουνς; «Ναι, ότι οι Μπιτλς ήταν καλύτεροι επειδή οι Στόουνς ήταν στην πραγματικότητα απλώς μια μπάντα που διασκευάζει μπλουζ», λέει ο Τζάγκερ, βρίσκοντας την ανάμνηση διασκεδαστική. «Λοιπόν, και οι Μπιτλς ήταν στην πραγματικότητα μια μπάντα διασκευών μπλουζ όταν ξεκίνησαν. Κάθε μπάντα είναι μια μπάντα διασκευών στην αρχή, γιατί έτσι πάει. Όταν βρισκόμαστε σε περιοδεία, μου αρέσει να λέω ότι κάποιος είναι στο κοινό ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι, για να κάνω τζέρτζελο. Έτσι μια φορά είπα: “Ο Πολ Μακάρτνεϊ είναι εδώ απόψε. Θα ανέβει στη σκηνή και θα παίξει μερικές από τις μπλουζ διασκευές μας”. Έστειλα μήνυμα στον Πολ για να τον ευχαριστήσω για το σχόλιό του, γιατί μου έδωσε πολύ κωμικό υλικό».

Ο αρχηγός του στρατοπέδου

Αυτό που γίνεται σαφές, στον λίγο χρόνο που περνάμε μαζί, είναι ότι ο Τζάγκερ είναι πάνω απ’ όλα επαγγελματίας. Είναι φιλικός, ευγενικός, αφοπλιστικός, χωρίς καμία από τις εκφοβιστικές διαθέσεις που θα περίμενε κανείς από κάποιον που του έχουν κάνει όλες τις ερωτήσεις που μπορεί να σκεφτεί άνθρωπος εδώ και 60 χρόνια. Αλλά δεν πρόκειται να τον κάνεις να ξεφύγει από το σενάριο και να πει κάτι για το οποίο μπορεί να μετανιώσει αργότερα. Και είναι αναμφισβήτητα ο αρχηγός του στρατοπέδου των Στόουνς, ακόμα κι αν η συνεργασία Τζάγκερ-Ρίτσαρντς παραμένει ισότιμη. Έχει πει στο παρελθόν ότι δεν του αρέσει ιδιαίτερα να είναι ο επιχειρηματικός εγκέφαλος της επιχείρησης, αλλά, όταν έγινε φανερό –κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του ’60– ότι κανείς άλλος στο συγκρότημα δεν ενδιαφερόταν να αναλάβει αυτή τη δουλειά, δεν είχε άλλη επιλογή. Υπάρχει ένα τραγούδι στο άλμπουμ με τίτλο Whole Wide World, το οποίο ανατρέχει σε μια κατάσταση που τώρα μοιάζει αδιανόητη για εκείνον: τη φτώχεια. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο Τζάγκερ, ο Ρίτσαρντς και ο μανιακός με τα μπλουζ ιδρυτής των Στόουνς, ο Μπράιαν Τζόουνς, ήταν φτωχοί, άγνωστοι και μοιράζονταν ένα διαμέρισμα θρυλικής αθλιότητας στην οδό Έντιθ Γκρόουβ του Τσέλσι.

«Ήταν μια φοιτητική στέγη. Μην υπερβάλλεις!» λέει ο Τζάγκερ, αφού του περιέγραψα το διαμέρισμα στην  Έντιθ Γκρόουβ ως περίπου ένα κολαστήριο γεμάτο αρουραίους, όπου οι τρεις αρχάριοι Στόουνς τσακώνονταν για κομματάκια μουχλιασμένου ψωμιού πριν βγουν έξω και τραγουδήσουν μπλουζ για ένα πιάτο φαΐ. «Δεν προέρχομαι από φτωχή οικογένεια και δεν ήμουν φτωχός εκείνη την εποχή, επειδή είχα φοιτητική επιχορήγηση, που σήμαινε ότι μου έδιναν χρήματα για να πάω στο πανεπιστήμιο. Ο Κιθ και ο Μπράιαν δεν είχαν πραγματικά καθόλου χρήματα. Δεν κάναμε πολλές συναυλίες και κανείς δεν μας πλήρωνε τίποτα, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ, γιατί γρήγορα γίναμε από κουρελήδες, πλούσιοι. Τουλάχιστον ο Κιθ δεν χρειαζόταν πλέον να κλέβει πατάτες. Έτσι λέει ο ίδιος, εγώ δεν τον είδα ποτέ με τα μάτια μου».

Όπως μας θυμίζει η διασκευή του Rollin’ Stone, από το οποίο πήρε το όνομά του το συγκρότημα, με τον τίτλο στο νέο άλμπουμ Rolling Stone Blues, οι Στόουνς ξεκίνησαν με μόνο στόχο να παίξουν τη μουσική των μαύρων Αμερικανών μπλουζ ηρώων τους με αυθεντικό τρόπο. Ή όσο πιο αυθεντικά μπορούσαν να παίξουν ένα μάτσο άβγαλτοι νέοι από τα προάστια του Λονδίνου. «Είχαμε στόχο να φέρουμε τα μπλουζ σε ένα ευρύτερο κοινό και τέτοιες βλακείες, γιατί όταν είσαι νέος, αυτά θέλεις να κάνεις».

Ο Τζάγκερ και ο Ρίτσαρντς άρχισαν να γράφουν τραγούδια το 1964, αφού τους κλείδωσε στην κουζίνα ο τότε μάνατζέρ τους, Άντριου Λουγκ Όλνταμ, και δεν τους επέτρεψε να βγουν έξω μέχρι που έγραψαν την μπαλάντα As Tears Go By. Αυτό σήμαινε ότι οι Στόουνς δεν ήταν πλέον καθαροί μπλουζίστες και σε λίγο καιρό έγραφαν τα Paint It Black, 19th Nervous Breakdown και Mother’s Little Helper: αιχμηρά, πιασάρικα ποπ τραγούδια που αναπαρήγαν τη βρετανική μεταπολεμική πραγματικότητα με ένα νέο είδος προκλητικότητας που ταίριαζε πολύ με τη διάθεση της εποχής. «Σίγουρα δεν είχαμε κανένα πολιτικό μήνυμα, αλλά τότε άρχιζε να αντανακλάται στα τραγούδια η κοινωνική ανησυχία, έτσι δεν είναι; O Ντίλαν το έκανε δημοφιλές αυτό στη γενιά μας».

Η παλιά τάξη πραγμάτων

Έχω μια θεωρία ως προς το γιατί ο Τζάγκερ μεταμορφώθηκε από επαναστατική φιγούρα της υποκουλτούρας στον επικεφαλής μιας αδιανόητα επιτυχημένης και ιδιαίτερα μακρόβιας επιχείρησης. Οι Στόουνς είχαν φτάσει να θεωρούνται αρκετά ισχυρή απειλή για το κατεστημένο. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1967 μπήκαν στο στόχαστρο της αστυνομίας για ναρκωτικά, αφού η News of the World (που είχε ενοχληθεί από μια προειδοποίηση για συκοφαντική δυσφήμηση από τον Τζάγκερ, όταν ένας δημοσιογράφος τον πέρασε για τον Μπράιαν Τζόουνς που καυχιόταν για ναρκωτικά σε ένα νυχτερινό κέντρο), ενημέρωσε την αστυνομία για ένα πάρτι στο Ρέντλαντς, το σπίτι του Κιθ Ρίτσαρντς στο Σάσεξ. Οι Στόουνς είχαν εκμεταλλευτεί στο έπακρο την εικόνα των κακών παιδιών για χρόνια. Ήταν ο Λουγκ Όλνταμ που το 1965 έβαλε τίτλο σε εφημερίδα: «Θα αφήνατε την κόρη σας να παντρευτεί έναν Ρόλινγκ Στόουν;». Ξαφνικά, όμως, αυτή η εικόνα θα άρχιζε να προκαλεί σοβαρές επιπτώσεις.

Στον Τζάγκερ βρήκαν μόνο τέσσερα τονωτικά χάπια, τα οποία είχαν αγοραστεί νόμιμα στην Ιταλία, αλλά αυτό ήταν αρκετό για τον δικαστή Μπλοκ, που μισούσε τους Ρόλινγκ Στόουνς («βρομιάρης» και «απόβρασμα» ήταν δύο από τους χαρακτηρισμούς που συμπεριέλαβε στην κριτική του για το συγκρότημα), για να του επιβάλει ποινή τριών μηνών. Η δημόσια κατακραυγή οδήγησε στη μετατροπή της ποινής σε απόλυση υπό όρους. Όμως η φυλάκιση, έστω και για λίγες νύχτες, ήταν αρκετά μεγάλο σοκ για τον Τζάγκερ ώστε να συνειδητοποιήσει, υποθέτω, πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι το να τα βάλεις με την παλιά τάξη πραγμάτων.

«Ήταν ένα πολύ περίεργο πράγμα», λέει ο Τζάγκερ για την υπόθεση στο Ρέντλαντς. «Καθάριζα το γκαράζ μου πριν από μερικές εβδομάδες όταν έπεσα πάνω σε μια παλιά Evening Standard του 1967. Στη σελίδα της ατζέντας, μετά από ένα κομμάτι για μια πρεμιέρα ταινίας, υπήρχε μια στήλη στην οποία αυτός ο τύπος έλεγε ότι η ποινή ήταν εντελώς άδικη, επειδή κανονικά αυτό που έπαιρναν οι άνθρωποι γι’ αυτά τα αδικήματα ήταν ένα πρόστιμο. Αν τιμωρούμασταν με 15 σελίνια και μια επίπληξη, δεν θα γινόταν τόσο μεγάλη φασαρία».

Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»-1
Η μπάντα στα γυρίσματα του βιντεοκλίπ του τραγουδιού Respectable, το 1978 στη Νέα Υόρκη. Φωτ. © Michael Putland/ Getty Images/ Ideal Imag

Ο Τζάγκερ μπορεί να λέει ότι δεν θέλει να αναφερθεί σε «αυτές τις παλιές μ*****ς της δεκαετίας του ’60», αλλά συνεχίζει αποκαλύπτοντας ότι στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη σύλληψη αποκαλύφθηκαν πολλά στοιχεία για τη διαφθορά της αστυνομίας που κρυβόταν από πίσω. Πριν καταλήξει και ο ίδιος πίσω από τα κάγκελα, εκτίνοντας τέσσερα χρόνια για ψευδορκία, ο μακαρίτης Νόρμαν Πίλτσερ της Σκότλαντ Γιαρντ είχε ως αποστολή του να συλλάβει τους ροκ σταρ της εποχής, ανάμεσα στους οποίους τον Τζον Λένον, τον Τζορτζ Χάρισον και την Ντάστι Σπρίνγκφιλντ. Ο Πίλτσερ (που στο I Am the Walrus των Μπιτλς αναφέρεται ως «Semolina Pilchard») ήταν αυτός που προώθησε τις συλλήψεις στο Ρέντλαντς. «Οι Ρόλινγκ Στόουνς, στ’ αλήθεια, δεν αποτελούσαν απειλή. Πιο πολύ μέτρησε η προκατάληψη», λέει ο Τζάγκερ. «Μας θεωρούσαν πολύ πιο επικίνδυνους από ό,τι ήμασταν. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι ΟΚ να καπνίζεις μαριχουάνα. Άλλοι είναι τόσο εναντίον της, που θεωρούν ότι πρόκειται για ένα τρομακτικό ζήτημα ηθικής».  

Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»-2
O Μικ και η Μπιάνκα Τζάγκερ, η πρώτη σύζυγός του, με την οποία υπήρξαν παντρεμένοι μεταξύ 1971 και 1978. Φωτ. Popperfoto, SSPL / Getty Images / Ideal Image

O σύγχρονος γονιός

Μέσα σε όλα αυτά, ακόμα και στις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν οι Στόουνς ήταν στην πιο βαθιά βουτηγμένη στα ναρκωτικά και ακόλαστη περίοδό τους, όταν η θρυλικά παρακμιακή έπαυλη του Κιθ Ρίταρντς, η Villa Nellcôte στη νότια Γαλλία, έγινε στέκι για όλους, από τον εθισμένο στην ηρωίνη country rocker Γκραμ Πάρσονς μέχρι και την κορσικανή Μαφία, ο Τζάγκερ παρέμεινε συγκροτημένος. Δεν φαίνεται να πήρε ποτέ ούτε ένα γραμμάριο βάρους. Σήμερα, παραμένει αρκετά γυμνασμένος ώστε να χοροπηδάει στις σκηνές του κόσμου και, σύμφωνα με τον παλιό του φίλο Πιτ Τάουνσεντ, αυτή η σωματική πειθαρχία έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με τον πατέρα του. «Ο Μικ Τζάγκερ είναι ένα υπέροχο παράδειγμα για όλους μας», λέει ο Τάουνσεντ. «Κάθε φορά που αισθάνομαι λίγο τρικυμισμένος, σκέφτομαι: “Το μόνο που χρειάζεται να κάνω είναι να αρχίσω να τρέχω στο πάρκο Ρίτσμοντ και θα είμαι τόσο γυμνασμένος όσο εκείνος”. Ο πατέρας του έγραψε δύο βιβλία για το κίνημα της καλλισθενικής άσκησης και για το πώς να παραμείνεις νέος και ήταν ένας πολύ γυμνασμένος γέρος, αλλά κατέληξε με Αλτσχάιμερ. Κάθε φορά που με έβλεπε, έλεγε: “Σε ξέρω. Είσαι στο συγκρότημα του γιου μου”».  

Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»-3
Συναυλία στο Λονδίνο, 1964. Φωτ. Popperfoto, SSPL / Getty Images / Ideal Image

Το αναφέρω στον Τζάγκερ, καθώς και την υπόθεση ότι ο πατέρας του μπορεί να διαμόρφωσε την κατεύθυνση που πήρε η ζωή του. «Με επηρέασε όσον αφορά τη σωματική άσκηση», συμφωνεί. «Δεν ήταν τόσο σκληρός πατέρας, δεν ήταν αυστηρός ή κάτι τέτοιο, αλλά μου έμαθε πως η σωματική άσκηση είναι σημαντική. Αυτό με το οποίο διαφωνούσε εντελώς ήταν το να ασχοληθώ με οποιονδήποτε τρόπο με τις τέχνες». Δεν ενέκρινε το γεγονός ότι ο γιος του ήταν μέλος μιας ροκ εν ρολ μπάντας; «Όχι. Ήταν άνθρωπος των γραμμάτων, δάσκαλος και λάτρης της γυμναστικής. Αυτό σήμαινε ότι με δίδαξε πώς να μελετώ, πώς να μαθαίνω πράγματα και πώς να είμαι σε φόρμα. Σαφώς και είχα ένα εντελώς άλλο κομμάτι του εαυτού μου που ήθελε να είναι δημιουργικό, αλλά ήταν δικό μου λάθος. Το σχολείο στο οποίο πήγα [το Dartford Grammar School] είχε θέατρο, είχε παραστάσεις, είχε μουσική, αλλά εγώ δεν συμμετείχα σε τίποτε από όλα αυτά».

Σίγουρα, υποθέτω, πάντα θα ήθελε να γίνει τραγουδιστής. Είναι άλλωστε ο πιο διάσημος ροκ τραγουδιστής στην ιστορία. Η πρόταση αυτή φαίνεται να του προκαλεί μια κρίση πνευματικής αναζήτησης και προβληματισμού. «Ναι, περίπου», λέει διστακτικά, χωρίς να ακούγεται καθόλου σίγουρος γι’ αυτό. «Με ενδιέφεραν επίσης οι ταινίες. Με ενδιέφερε η υποκριτική. Γιατί, λοιπόν, δεν συμμετείχα σε καμία από τις σχολικές παραγωγές; Προφανώς δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα τελικά. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις τα πάντα, έτσι δεν είναι; Υπήρχαν τόσο πολλά μαθήματα και τόσα σπορ, και ο πατέρας μου σίγουρα δεν με οδήγησε προς αυτή την κατεύθυνση. Αν τα παιδιά μου θέλουν να κάνουν μαθήματα υποκριτικής, θα τους πω: “Κάντε μαθήματα υποκριτικής”. Αυτό είναι ο σύγχρονος γονιός».

Ίσως δεν είναι κακή ιδέα τα οκτώ παιδιά του να κάνουν μερικά μαθήματα υποκριτικής, τουλάχιστον τα νεότερα, μετά τη δήλωσή του στη Wall Street Journal ότι σκέφτεται να αφήσει το αρχείο των Στόουνς, που έχει αποτιμηθεί στα 500 εκατ. δολάρια, σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς. Σε σχέση με τη γονεϊκή του προσέγγιση, ο Τζάγκερ συνεχίζει: «Πρέπει να βλέπεις αυτό στο οποίο έχουν έφεση, όχι αυτό που θα ήθελες εσύ να τους επιβάλεις. Ο πατέρας μου είχε μια άποψη για το τι έπρεπε να κάνω, όμως αυτό δεν ήταν αυτό που εγώ ήθελα να κάνω».  Ποια ήταν αυτή η άποψη; «Ένας Θεός ξέρει!».  

Μικ και Κιθ

Ο άλλος άνδρας με τη σημαντικότερη επίδραση στη ζωή του είναι ο Κιθ Ρίτσαρντς. Οι δυο τους πήραν τα ηνία του συγκροτήματος από τον Μπράιαν Τζόουνς τη στιγμή που άρχισαν να γράφουν τραγούδια μαζί. Οι αντικρουόμενες, κάπως συμπληρωματικές προσωπικότητές τους οδήγησαν τη χημεία του συγκροτήματος και η δημιουργική συνεργασία τους συνεχίζει να παράγει τραγούδια που κάνουν τον κόσμο να φαίνεται, αν όχι καλύτερος, τουλάχιστον πιο συναρπαστικός. Αναρωτιέσαι πώς έχει αλλάξει η συνεργασία τους, και η σχέση τους συνολικά, δεδομένου ότι πέρασαν τόσο μεγάλο μέρος της δεκαετίας του ’80 ξεσκίζοντας ο ένας τη σάρκα του άλλου, πριν ξαναγίνουν φίλοι.

«Είναι τελείως διαφορετικό τώρα», λέει ο Τζάγκερ. «Παλιά, ζούσαμε στο ίδιο διαμέρισμα. Εγώ δεν έπαιζα πολλή κιθάρα, εκείνος έπαιζε. Μερικές φορές μού έδινε ιδέες για στίχους και τραγουδούσα. Επειδή ζούσαμε μαζί, προέκυπτε καινούργιο υλικό και στη συνέχεια κουβαλούσαμε μαζί μας ένα μαγνητόφωνο όταν ήμασταν σε περιοδεία και κάπως έτσι λειτουργούσε. Δεν είναι έτσι τώρα. Αυτός είναι στο Κονέκτικατ, εγώ είμαι στην Αγγλία ή στη Γαλλία, και σε αυτό το άλμπουμ πολλές από τις αρχικές ιδέες τις σκέφτηκα εγώ, πριν ζητήσω από τον Κιθ, τον Ρόνι, από όλους, να κάνουν αυτές τις ιδέες καλύτερες».

«Ο Μικ θέλει πάντα να επιταχύνει τα πράγματα», λέει ο Ρίτσαρντς. «Εγώ θέλω να το πάρω χαλαρά. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να έχεις ορμή και στο να τρέχεις σαν παλαβός». Για να το αποδείξει, ο Ρίτσαρντς έγραψε και τραγούδησε το πιο αργό, το πιο στοχαστικό τραγούδι του άλμπουμ. Το Tell Me Straight είναι μια πένθιμη, μάλλον μοιρολατρική μπαλάντα για την αποδοχή μιας όχι και τόσο τέλειας πραγματικότητας. «Είναι ένα καλό τραγούδι του Κιθ», συμφωνεί ο Τζάγκερ. “Is the future all in the past?” Αυτός είναι καλός στίχος – έχω ρίξει και εγώ μερικούς στίχους γι’ αυτό το τραγούδι, δεν μπορώ να θυμηθώ αν τους χρησιμοποίησε ή όχι».

Στο μεταξύ, υπάρχει ο Ρόνι Γουντ. «Ξυπνάω και σκέφτομαι: “Είμαι στους Ρόλινγκ Στόουνς”», λέει ο κιθαρίστας, που στα 76 του χρόνια εξακολουθεί να ακούγεται μάλλον ικανοποιημένος για την εξέλιξη αυτή. «Βρέθηκα στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή και δεν ήταν έκπληξη για μένα που μπήκα, γιατί πάντα ζούσα με τους Στόουνς. Γεννήθηκα μέσα σε αυτό». Ο Γουντ έχει τον μόνιμο χαρακτηρισμό «ο νεοφερμένος», αν και εντάχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’70. «Αυτό είναι ένα μάτσο ανοησίες», λέει ο Τζάγκερ. «Βασίζομαι πολύ στον Ρόνι για να με στηρίξει. Είναι πολύ κοινωνικός, πολύ ενθουσιώδης και μου αρέσει να ανταλλάσσουμε ιδέες επειδή είναι επικοινωνιακός. Ο Κιθ είναι πιο… δεν θα έλεγα ακριβώς ήσυχος… Δεν ζω πια στην Αμερική, οπότε δεν βλέπω τόσο συχνά τον Κιθ».

Ίσως, κάτω από την αθυρόστομη προσωπικότητά του, ο Ρίτσαρντς να είναι στην πραγματικότητα μάλλον ντροπαλός; «Είναι ντροπαλός», επιβεβαιώνει ο Τζάγκερ. «Πάντα ήταν. Τον ξέρω από όταν ήταν τεσσάρων χρονών και αυτή είναι η πραγματικότητα. Αλλά όλοι περάσαμε ντροπαλές περιόδους στη ζωή μας, έτσι δεν είναι; Βρίσκεις τρόπους να το αντιμετωπίσεις».

Μικ Τζάγκερ: «Οι Ρόλινγκ Στόουνς είναι μια επανάσταση που πέτυχε»-4
Με τον φίλο του –παρά την αιώνια κόντρα Μπιτλς και Στόουνς– Πολ Μακάρτνεϊ το 1967. Φωτ. © Victor Blackman / Getty Images / Ideal Image

Όσον αφορά την ίδια τη σύνθεση τραγουδιών, ο Τζάγκερ λέει ότι γίνεται πιο εύκολη όσο μεγαλώνεις. «Τώρα πια ξέρεις τι κάνεις. Όταν ξεκινάς, δεν έχεις ιδέα. Αυτές τις μέρες ξέρω ότι μπορώ να καθίσω στο πιάνο στο σπίτι μου και να σκεφτώ κάτι. Μπορεί να είναι το Sweet Sounds of Heaven. Μπορεί να πιάσω μια κιθάρα και να σκεφτώ το Bite My Head Off. Είναι μαγικό, κατά κάποιον τρόπο, γιατί κάθεσαι με το τίποτα και δέκα λεπτά αργότερα έχεις κάτι. Μετά έρχεται η τέχνη και φαντάζομαι ότι το ίδιο συμβαίνει και μ’ εσένα. Μπορεί να έχεις μια σπουδαία ιδέα για ένα άρθρο, παίρνεις το περίγραμμα, το γράφεις στα γρήγορα και τα υπόλοιπα είναι μια εφαρμογή καθώς γράφεις τις 800 λέξεις σου». Μια διαφορά, υποθέτω, είναι ότι ένα στάδιο γεμάτο κόσμο δεν θα τραγουδήσει ποτέ, μα ποτέ, αυτές τις 800 λέξεις, πόσω μάλλον σχεδόν 60 χρόνια αφότου τις έγραψα, όπως ο Τζάγκερ με το Satisfaction, το Jumpin’ Jack Flash και οποιοδήποτε άλλο τραγούδι από τις χρυσές επιτυχίες. Για κάποιον που δεν του αρέσει να κοιτάζει πίσω, που έχει οδηγήσει το συγκρότημά του προς ένα υπέροχο νέο άλμπουμ, που δεν αντέχει όλες αυτές τις νοσταλγικές μ***ς, είναι λίγο αίνιγμα. Οπότε τελειώνω τη συνέντευξή μας ρωτώντας τον Τζάγκερ ποια πιστεύει ότι θα είναι η κληρονομιά των Ρόλινγκ Στόουνς.

«Θέλω να θυμούνται τους Στόουνς ως ένα καλό ροκ συγκρότημα. Θα υπάρχουν οι Μπιτλς και θα υπάρχουν οι Στόουνς και μαζί θα αντιπροσωπεύουν την εποχή της ροκ», λέει. «Οι Στόουνς έχουν πολύ μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, προφανώς». Σηκώνεται από την καρέκλα του. «Εντάξει, τελειώσαμε. Είμαι σίγουρος ότι έχεις μερικές ατάκες». Μια γρήγορη χειραψία και έχει γίνει καπνός. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή