Τα γερμανικά παντζούρια της οδού Κατακουζηνού

Τα γερμανικά παντζούρια της οδού Κατακουζηνού

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπάρχουν δρόμοι στην Αθήνα τόσο χωνεμένοι στον βυθό της πόλης ώστε η ταυτότητά τους να είναι συχνά θολή, απροσδιόριστη, αν και είναι δρόμοι οικείοι, γνώριμοι, πολυσύχναστοι. Πάνω από την Πανεπιστημίου υπάρχει, ας πούμε, αυτή η ενδοχώρα, πυκνή και θορυβώδης και ανήσυχη, ανάμεσα στη Θεμιστοκλέους και στην Ακαδημίας, την Κάνιγγος και τη Γαμβέτα, μια Αθήνα παλιά, παλιωμένη, σκονισμένη αλλά και πάντα νευρική, έτοιμη, σοφή, με στρώσεις εμπειρίας και προπάντων βλεμμάτων. Αυτά τα βλέμματα που έχουν αφήσει αυλακιές σε μάρμαρα, σε πεζοδρόμια, σε μπαλκόνια, σε ημιυπόγεια και σε ημιωρόφους, σε μαγαζιά, σε γραφεία, σε αποθήκες, σε ουζερί, σε οβελιστήρια, σε πρατήρια, σε μικρομάγαζα. Σε βιβλιοπωλεία, σε φροντιστήρια, σε σχολές, σε κουρεία, σε παπουτσάδικα, σε τυροπιτάδικα και σε καφενεία. Ενας κόσμος ασθμαίνων, σε νάρκη ή σε έξαψη. Μια Αθήνα της ενδοχώρας, της βαθιάς. Εκεί κάπου είναι η οδός Κατακουζηνού. Θα τη βρείτε να ανοίγεται σε μια κόψη, από τη Θεμιστοκλέους έως τη Κάνιγγος. Είναι πεζόδρομος, είναι μια οδός μικρή, τεθλασμένη, με μια δική της γεωμετρία που γεννά ασύμμετρες γειτνιάσεις, ένας δρόμος που λίγοι περπατούν. Από τη Θεμιστοκλέους, εκεί στη γωνία με την Κατακουζηνού, διακρίνεται ένα κτίριο παλιό, του 1930, από τα καλά της περιοχής, που τώρα μάλλον ανακαινίζεται, και το ευχόμαστε, καθώς είναι ένα κτίριο ιστορικό, με την υπογραφή του Βασίλη Τσαγρή. Είναι η παλιά σχολή του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού, ένα στιβαρό αρχιτεκτόνημα της μεταβατικής αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου, ένα κτίριο που θα σταθείς να παρατηρήσεις. Αλλά λίγο πιο κάτω θα σταθώ στους μικρούς ερειπιώνες της Κατακουζηνού.

Γιατί υπάρχουν και αυτοί. Είναι αυτά τα διώροφα που έχουν εδώ και χρόνια αποσυρθεί από τη ζωή της πόλης και που στέκουν εκεί σαν έπιπλα παλιά που κάποτε αγαπήθηκαν αλλά πλέον κρίνονται άβολα, δυσκίνητα, βαριά. Αλλά τα σπιτάκια της Κατακουζηνού είναι χαριτόβρυτα και τόσο αθηναϊκά όσο και καθετί που τα περιστοιχίζει. Ομοιάζουν με την άλλη γωνία της Θεμιστοκλέους με την Κατακουζηνού, μόνο που εκεί το διώροφο κτίριο συντηρήθηκε και δεν χάσκει σαν χάλασμα. Τα μικρά και χαμηλά σπίτια της Κατακουζηνού μοιάζουν να είναι ξεχασμένα, είναι μαντρωμένα και παρατημένα σε μια παντοτινή θαρρείς απαξίωση. Αν πλησιάσει κανείς θα νιώσει την υγρασία και τη μυρωδιά τους, ένα κύμα πηχτής κλεισούρας, με χαραμάδες φωτός, με τριξίματα, με κραδασμούς, με ιστορίες φυλαγμένες στο σκοτάδι.

Αλλά όταν το βλέμμα σηκωθεί να χαϊδέψει τις χαρακωμένες επιδερμίδες του σοβά στην πρόσοψη, θα ξεχάσει άξαφνα την ηλικία της πέτρας και του πηλού και της λάσπης και θα αφεθεί στις απλές μα τόσο σοφές αναλογίες. Να είναι αυτό αρμονία; Να είναι μήπως και αυτή η θέα μια υπόμνηση του αθηναϊκού μέτρου; Μα πιο πολύ στάθηκα να χαζέψω τα παραθυρόφυλλα, βαμμένα βαθύ κόκκινο, μπορντό, ξύλινες περσίδες σαν βουτηγμένες σε απόσταγμα παπαρούνας, αιμάτινες, εαρινές, πασχαλιάτικες, χειμώνα καλοκαίρι. Και είναι οι μεντεσέδες, τα μάνταλα, οι γρίλιες. Και είναι παντζούρια, τα λεγόμενα γερμανικά, τα πολύ παλιά δηλαδή, που μας πηγαίνουν πίσω ίσως και στα χρόνια του Οθωνα, παντζούρια που είναι πλέον βωμοί μιας παμπάλαιης αθηναϊκότητας, με όλη εκείνη την αυστηρή, πρώιμη, αθάνατα αγαπημένη, και εσαεί παρούσα, εκδοχή του αττικού νεοκλασικισμού. Η μικρή οδός Κατακουζηνού έχει ιστορίες να αφηγηθεί. Κάποτε θα ήταν πέρασμα, μελίσσι, δίπλα σε στοές καταστημάτων, δυο βήματα από τα Χαυτεία και την Ομόνοια. Σήμερα, τα παλιά μάνταλα στα γερμανικά παντζούρια είναι εκεί να υπενθυμίζουν ζωές που άφησαν ίχνη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή