Ντ. Ουίνς – Σμιθ: Η Ελλάδα θα γίνει ανταγωνιστική μέσω επενδύσεων που φέρνουν οι μεταρρυθμίσεις

Ντ. Ουίνς – Σμιθ: Η Ελλάδα θα γίνει ανταγωνιστική μέσω επενδύσεων που φέρνουν οι μεταρρυθμίσεις

4' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την πρώτη φορά που η πρόεδρος του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας των ΗΠΑ Ντέμπορα Ουίνς – Σμιθ προώθησε ένα μνημόνιο συνεργασίας με την Ελλάδα ήταν το 1978, ως εκπρόσωπος του National Science Foundation, για συνεργασία στον τομέα των επιστημών και της τεχνολογίας. Ηταν η πρώτη μιας σειράς από πρωτοβουλίες που «δεν έλαβαν σάρκα και οστά», όπως το θέτει: ακολούθησε μία συμφωνία με το υπουργείο Ανάπτυξης το 2008, η οποία ξεχάστηκε όταν ξέσπασε η κρίση, αλλά και μία πρόσφατη προσπάθεια με το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο στα τέλη του 2014, η οποία δεν ξεκίνησε ποτέ λόγω των εκλογών και όσων ακολούθησαν.

Η κ. Ουίνς – Σμιθ, ωστόσο, επιμένει. Στη συνέντευξή της στην «Κ», προτρέπει τον επιχειρηματικό κλάδο της χώρας να δημιουργήσει ένα ελληνικό Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας: «Νομίζω ότι ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να ηγηθεί της προσπάθειας, να μην περιμένει από το κράτος αλλά να το πραγματοποιήσει… Θα ήταν φανταστικό για την Ελλάδα και δεσμεύομαι προσωπικά να βοηθήσω να προχωρήσει, καθώς και να φέρουμε την Ελλάδα στο παγκόσμιο δίκτυο των συμβουλίων ανταγωνιστικότητας». Ο οργανισμός του οποίου προεδρεύει, εξάλλου, ήταν ιδιωτικής πρωτοβουλίας και παραμένει ιδιωτικός – αν και συνεργάζεται στενά με την αμερικανική κυβέρνηση.

«Κλειδί» οι μεταρρυθμίσεις

Η ίδια δεν έχει ψευδαισθήσεις σχετικά με τους περιορισμούς της χώρας: «Νομίζω ότι μπορούμε να έχουμε πολλές συνεργασίες για να τονώσουμε τις επενδύσεις και να απελευθερώσουμε τις επιχειρηματικές δυνατότητες της Ελλάδας, αλλά δεν έχω πολλές προσδοκίες ότι μπορούν να αποκτήσουν κλίμακα αν δεν γίνουν οι μεταρρυθμίσεις. Υπάρχει πολύς ανταγωνισμός σε ολόκληρο τον κόσμο για επενδύσεις υψηλής αξίας, για τους καλύτερους ανθρώπους… Υπάρχουν κάποιες λίγες δραστηριότητες που έχουν μοναδική αξία στην Ελλάδα, αλλά κατά τα άλλα γιατί να πάει κανείς εκεί;». Πιστεύει ότι πρέπει να καθορισθεί «μία ατζέντα τού τι πρέπει να γίνει στο φορολογικό, δημοσιονομικό και εποπτικό περιβάλλον στην Ελλάδα, διότι αυτοί είναι οι βραχνάδες. «Αν δεν υπάρξει μία δέσμευση για τις μεταρρυθμίσεις, δεν είμαι αισιόδοξη και ένα συμβούλιο θα βοηθούσε προς αυτήν την κατεύθυνση».

Οπως προσθέτει, διπλωματικά, σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, «η διμερής συνεργασία με την Ελλάδα δεν είναι μεγάλο μέρος τού τι κάνουμε διεθνώς» (το Συμβούλιο έχει κυρίως συνεργασία με οικονομίες όπου οι αμερικανικές εταιρείες έχουν μεγάλη παρουσία, στην Ασία, στη Βραζιλία, στην Ινδία). Τονίζει όμως ότι «λόγω του προσωπικού της ενδιαφέροντος και της αγάπης της για τη χώρα», χάρηκε όταν η ηγεσία του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου την προσέγγισε το περασμένο έτος για να αναβιώσει την ιδέα ενός Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας. Κατά την επίσκεψή της στην Ελλάδα, θυμάται, «υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον και κατανόηση στον ιδιωτικό κλάδο της σημασίας μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, ωστόσο όλοι είχαν την εντύπωση ότι θα είναι δύσκολο. Η παρότρυνση που τους έδωσα είναι ότι δεν χρειάζεστε την έγκριση ή την υποστήριξη της κυβέρνησης για να δημιουργήσετε ένα συμβούλιο ανταγωνιστικότητας, κάντε το μόνοι σας. Ενώστε τις ηγεσίες εταιρειών από όλους τους κλάδους που επιδεικνύουν επιχειρηματικά εχέγγυα, αλλά και μία δέσμευση στη χώρα. Εντοπίστε έναν πυρήνα ανθρώπων, ανοιχτείτε στα πανεπιστήμια, αναζητήστε κάποιους ηγέτες του εργατικού κινήματος που θέλουν να δουν τα πράγματα διαφορετικά και φτιάξτε έναν ικανό πυρήνα κοινωνικών εταίρων ώστε να ξεκινήσετε. Και τότε προσεγγίστε και την κυβέρνηση, αντί να περιμένετε να ηγηθεί η κυβέρνηση».

Χρήσιμο εργαλείο

«Η δύναμη ενός τέτοιου οργάνου είναι ότι κάθε ζήτημα που είναι δύσκολο και σημαντικό, αν το δει κανείς από τη σκοπιά της ανταγωνιστικότητας, επιτρέπει να δημιουργείς πρόοδο με έναν τρόπο που δεν είναι απειλητικός», τονίζει η κ. Ντέμπορα Ουίνς – Σμιθ. Μιλώντας με βάση την εμπειρία της, εκτιμά ότι αυτό προσδίδει στον οργανισμό του οποίου προΐσταται μεγάλη επιρροή έναντι και της κυβέρνησης και των επιμέρους συμφερόντων: «Η ανταγωνιστικότητα ως πλαίσιο σου επιτρέπει να τέμνεις δύσκολα ζητήματα, όπως η φορολογική ή η ρυθμιστική πολιτική και να έχεις τη συστημική προσέγγιση ώστε να κατανοήσεις ποια είναι τα πιο σημαντικά θέματα που πρέπει να προχωρήσουν αν ο τελικός στόχος είναι η αύξηση της παραγωγικότητας και άρα της ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου – διότι αυτή είναι η δική μας αποστολή στα 30 χρόνια της λειτουργίας μας».

Το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας των ΗΠΑ ήταν το πρώτο που δημιούργησε ένα δείκτη ανταγωνιστικότητας, στηριζόμενο στη μεθοδολογία του καθηγητή του Χάρβαρντ Μάικλ Πόρτερ, ενός εκ των δημιουργών του. Η ίδια μεθοδολογία υιοθετήθηκε από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ για τον δικό του δείκτη, αλλά η κ. Ουίνς-Σμιθ προβληματίζεται από την αυξανόμενη εξάρτηση του τελευταίου από δημοσκοπικές έρευνες. «Εχουμε αποκωδικοποιήσει το ανθρώπινο γονίδιο, αλλά όχι τι κάνει μία χώρα ανταγωνιστική. Και πρέπει να το κάνεις με βάση τα δεδομένα και την πραγματικότητα, όχι τις εντυπώσεις», λέει. Γι’ αυτό και είναι ενθουσιασμένη με τον «αποκωδικοποιητή ανταγωνιστικότητας» που έχει δημιουργήσει η Παγκόσμια Ομοσπονδία Συμβουλίων Ανταγωνιστικότητας, «διότι με βάση αυτόν μπορείς να χαράξεις έναν οδικό χάρτη για το τι πρέπει να κάνεις στο δικό σου περιβάλλον». Πρόκειται για μία πλατφόρμα ανάλυσης οικονομικών δεδομένων, οργανωμένων σε επτά πυλώνες ανταγωνιστικότητας. «Μπορείς να δεις πού βρίσκεσαι μεταξύ των εταίρων σου ως προς το μέγεθος, τον πληθυσμό και άλλους παράγοντες. Στην Ελλάδα θα έβλεπες, λοιπόν, την οικονομική ύφεση και την ανεργία, αλλά, επίσης, την υψηλή ποιότητα του εργατικού δυναμικού».

(Πράγματι, μία γρήγορη έρευνα στον αποκωδικοποιητή δείχνει ότι το ταλέντο στην Ελλάδα είναι ανάλογο εκείνων της Γαλλίας, της Ισπανίας, του Ισραήλ και του Καναδά.)

Περιθώρια συνεργασιών

Οσο για πιθανές συνεργασίες, υπάρχουν ήδη προτεινόμενοι τομείς στα προηγούμενα μνημόνια συνεργασίας, όπως η καινοτομία νέας γενιάς, στην οποία θα μπορούσε να συνεισφέρει μία σειρά προέδρων και πρυτάνεων πανεπιστημίων που είναι μέλη του. Οπως επισημαίνει, πολλοί από αυτούς είναι Ελληνες πρώτης γενιάς. «Και ένας τομέας που δεν αναφέραμε είναι η ναυτιλία, που είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική. Θα ήθελα να δω περισσότερο φιλανθρωπικό έργο από αυτόν τoν τρομερά επιτυχημένο κλάδο, όχι μόνο στα μουσεία μας, που τα λατρεύω καθώς είμαι αρχαιολόγος, αλλά να βοηθούν ενεργά τη χώρα να αναπτυχθεί και να είναι ανταγωνιστική. Ελπίζω να βρεθούν δύο-τρεις εφοπλιστές που θα βοηθήσουν στη δημιουργία ενός Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή