Πρόσωπα της εβδομάδας

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: Η ηθική των συνόρων

Πρόσωπα της εβδομάδας-1

Η αντίθεση προς τον Ερντογάν δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει ένα είδος συνταγματικού πατριωτισμού: Αντιτασσόμαστε τον ερντογανισμό, επειδή το σύστημα στο οποίο (θέλουμε να) ζούμε επιτρέπει να καλλιεργούνται και να εκφράζονται ελεύθερα αντίπαλες αντιλήψεις περί έθνους και εθνικού συμφέροντος.

Μια τέτοια εσωτερική αντιπαλότητα –προϊόν δημοκρατικής ελευθερίας– εκδηλώνεται τις τελευταίες ημέρες: Σύμφωνα με μια γραμμή κριτικής, κανένα εθνικό συμφέρον δεν νομιμοποιεί την αναστολή των διεθνών δεσμεύσεων της χώρας περί ασύλου. Κανένας εθνικός κίνδυνος δεν μπορεί να δικαιολογήσει κρατήσεις, χερσαίες επαναπροωθήσεις και θαλάσσιες απωθήσεις όσων επιχειρούν να περάσουν τα σύνορα.

Η κριτική αυτή –όταν δεν καταγγέλλεται ως «μειοδοτική»– απορρίπτεται σαν αφελής ιδεαλισμός, με το γνωστό επιχείρημα: Δεν μπορείς να αποκρούσεις ασύμμετρες απειλές με τον σταυρό στο χέρι.

Και όμως. Η απαίτηση απόλυτου σεβασμού του διεθνούς δικαίου έναντι της ελληνικής πλευράς δεν είναι καν ανθρωπιστική. Δεν είναι, γιατί παραβλέπει και, εντέλει, μεροληπτεί υπέρ της πιο βάναυσης καταπάτησης της αξίας του ανθρώπου: Παραβλέπει ότι τα έκτακτα μέτρα της Ελλάδας σκοπεύουν να ματαιώσουν την απόπειρα να χρησιμοποιηθούν δυστυχισμένοι άνθρωποι σαν πολεμική βιομάζα. Να αναλωθούν σαν σάρκινος πολιορκητικός κριός.

Ορισμένοι επιμένουν. Δεν έχει σημασία ποια είναι τα κίνητρα του σουλτάνου. Εμείς, λένε, είμαστε Ευρώπη. Οφείλουμε να τηρούμε τις αρχές μας απαρέγκλιτα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες· αδιαφορώντας για το αν η άτεγκτη τήρησή τους καταλήγει να πριμοδοτεί τον στρατηγικό υπονομευτή τους.

Η αδιαφορία για τη δικαίωση και την ενίσχυση της ερντογανικής δικτατορίας, που θέλει να εκβιάσει την Ευρώπη, δεν είναι ανθρωπισμός. Είναι φανατισμός. Είναι το αποτέλεσμα μιας δογματικής σκλήρυνσης που δεν μπορεί πια να διακρίνει ότι στην πραγματικότητα οι ηθικές επιλογές δεν γίνονται ποτέ μεταξύ του απόλυτου καλού και του απόλυτου κακού.

Στην περίπτωσή μας, η ηθική επιλογή είναι μεταξύ μιας ευρωπαϊκής χώρας που αναγκάστηκε να καταφύγει σε έκτακτα μέτρα για να αμυνθεί και σε έναν τύραννο που επιτίθεται εξανδραποδίζοντας πρόσφυγες.

Για όποιον μπορεί να συνδυάσει τον ανθρωπισμό με τον ρεαλισμό, είναι μια πολύ εύκολη επιλογή.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Στραβές στη βάρδια

Πρόσωπα της εβδομάδας-2

Οι αφηγήσεις αυτές είναι πάντα πολύ γραμμικές για να είναι αληθινές. Ο πρωθυπουργός θα ευχόταν να είχε κανονική αντιπολίτευση, από το να τον αντιπολιτεύονται, κατακλυσμιαίως, τα γεγονότα. Προτού συμπληρώσει χρόνο στην εξουσία, βρίσκεται αντιμέτωπος με δύο ταυτόχρονες, απρόβλεπτες κρίσεις. Καμία από τις δύο δεν είναι ενδογενής. Η μία καθιστά την άλλη πιο επικίνδυνη. Το σύστημα υγείας δοκιμάζεται ταυτόχρονα με το σύστημα αποτροπής στα σύνορα. Η κοινωνία, ήδη εξουθενωμένη από την πιο δύσκολη δεκαετία της Μεταπολίτευσης, περνάει πάλι από ψυχοπολιτικές συμπληγάδες.

Με άδηλη ακόμη την έκβαση, μπορεί κανείς να μετρήσει στα δύσκολα τον πρωθυπουργό που «θα έτρωγε από τα έτοιμα». Χωρίς να μιμείται τον στόμφο των πατριαρχών του προηγούμενου αιώνα, ο Μητσοτάκης έδειξε αντανακλαστικά που διαψεύδουν όσους τον φαντάζονταν σαν τεχνοκράτη που προχωράει μόνον αφότου έχει τριπλοζυγίσει το βήμα του. Τόσο στην επίθεση της Τουρκίας όσο και στην επιδημία, προτίμησε τα δραστικά μέτρα «χθες», από τη βραδύτητα. Πήρε το ρίσκο.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό που πάει κόντρα στο στερεότυπο για την πολιτική του ιδιοσυγκρασία, είναι η ψυχολογική διαχείριση της κρίσης. Παρότι δεν τον ζήλεψε ποτέ κανείς για τις δημαγωγικές του επιδόσεις, ο πρωθυπουργός έδειξε και στις δύο κρίσεις όχι απλώς να πιάνει το κλίμα στην κοινή γνώμη, αλλά να το διαμορφώνει. Πριν από το κλείσιμο των συνόρων, δεν υπήρχε κλίμα εθνικής συσπείρωσης. Πριν από τα γρήγορα, σαρωτικά μέτρα και το διάγγελμα για την επιδημία, δεν υπήρχε μαζική εγρήγορση.

Προκύπτει έτσι μια ενδιαφέρουσα σύγκριση με τον προκάτοχό του. Ο Μητσοτάκης αποδεικνύεται πιο ριψοκίνδυνος από τον βολονταριστή που υποτίθεται ότι αιφνιδίαζε την Ευρώπη, ενώ κωλυσιεργούσε επί έξι μήνες. Το «παιδί της ελίτ» φαίνεται να διαθέτει περισσότερη ενσυναίσθηση από τον «χαρισματικό» λαϊκιστή που, σε ανάλογη δοκιμασία, στο Μάτι, ξοδεύτηκε σε τεχνάσματα για την πολιτική του αυτοσυντήρηση.

Μιλώντας έτσι για τα «στυλ διακυβέρνησης», φτηναίνει κανείς την πολιτική. Την παρουσιάζει μόνο σαν μαγειρική της εξουσίας. Σαν τεχνική σαγήνευσης των πολλών.

Στην πραγματικότητα, εκείνο που κάνει τη διαφορά –εκείνο που πάντα προηγείται του όποιου «στυλ»– είναι η μύχια αντίληψη που έχεις για τη «βάρδια» σου. Είναι να ξέρεις σε ποια στραβή παύουν να είναι όλα «πολιτική».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή