Μέχρι προχθές τα ονόματά τους μας ήταν άγνωστα. Υποθέτω ότι αύριο μεθαύριο θα τους έχουμε ξεχάσει. Είναι μια ολόκληρη φυλή από ανθρώπους που εδώ και μήνες εισβάλλουν κάθε βράδυ στο καθιστικό μας. Αφήνουν γύρω τους να λάμψει η αύρα των εκατομμυρίων. Δεκαπέντε εδώ, τριάντα παρακάτω, σαράντα πέντε το άθροισμα, και άλλα πεντακόσια που ακόμη τα ψάχνουν. Ακίνητη περιουσία, διαμερίσματα στο Λονδίνο, ύφος ευυπόληπτο, μια προθυμία για να λάμψει η αλήθεια, η μόνιμη επωδός που σκοτώνει. Δηλώνουν όλοι σταθερά πως έχουν εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, η Δικαιοσύνη όμως δεν δείχνει να τους έχει εμπιστοσύνη. Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, επικαλούνται την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Από μιαν άποψη δεν έχουν άδικο. Είχαν επιχειρηματικό σχέδιο. Ισως οι ζηλωτές του Δημοσίου ήσαν οι μόνοι που είχαν κάποια μεγάλη ιδέα για τον τόπο.
Κι εσύ τρελαίνεσαι. Τρελαίνεσαι όταν σκέφτεσαι πως έπρεπε να καταστραφείς εσύ για να τους πάρουν είδηση. Αυτοί ήξεραν να διαβάζουν τα ψιλά του συμβολαίου της αναξιοπιστίας που έχει υπογράψει το ελληνικό κράτος με τους πολίτες του. Η παρουσία τους ροκανίζει και τις τελευταίες ίνες του κοινωνικού ιστού. Η διάρρηξη της εμπιστοσύνης που έχουν καταφέρει, είναι η ανίατη ασθένεια της δημοκρατίας μας. Οσους θεσμούς και αν φτιάξεις, όσους νόμους και αν ψηφίσεις, όσα συντάγματα και αν τροποποιήσεις, χωρίς εμπιστοσύνη η δημοκρατία δεν μπορεί να κρατήσει ούτε τα προσχήματα. Με τη συχνότητα που φυτρώνουν, με τη συχνότητα που εμφανίζονται, στο τέλος θα υποψιάζεσαι και τον εαυτό σου όταν τον κοιτάς στον καθρέφτη.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, με την αφοπλιστική ειλικρίνειά του, είχε κάποτε πει σε μια τηλεοπτική εκπομπή ότι παλιότερα υπήρχαν καμιά δεκαριά πλούσιες οικογένειες στον τόπο και ήξερες σε ποιον να απευθυνθείς – για δανεικά εννοείται, ο ίδιος δεν το έκρυψε ποτέ. Τώρα όμως έχουν γίνει τόσο πολλοί, που δεν ξέρεις ποια πόρτα να χτυπήσεις, ξινίζοντας ως συνηθίζει τη φυσιογνωμία με τα τεράστια ματογυάλια και την ποσέτ. Ηταν υπεράνω υποψίας; Ελάτε τώρα, και η αφέλεια έχει τα όριά της και κανείς μας δεν διεκδικεί τα πρωτεία της λευκότητος από τον βολταιρικό Καντίντ. Ολοι μας υποψιαζόμασταν, όμως αυτό που δεν μπορούσαμε να φαντασθούμε ήταν το εύρος και το βάθος, την ουσιαστική δύναμη της φυλής και του βουλιμικού της μεγαλοϊδεατισμού. Ξέραμε τα μεγάλα ονόματα, τους σταρ της διαφθοράς, ξέραμε ακόμη και την πανίδα των τρωκτικών που τρέφονται από τις ρίζες, τον υπάλληλο που χρηματίζεται, τον γιατρό που παίρνει φακελάκι, τον εφοριακό που σιτίζεται από τις παραβάσεις σου. Εκείνο, όμως, που δεν ξέραμε ήταν το μέγεθος και η διάμετρος του κορμού με τα χιλιάδες παρακλάδια. Οπως οι αστροφυσικοί έχουν χαρτογραφήσει στο σύμπαν το πολύ μεγάλο και το πολύ μικρό και αναζητούν το ενδιάμεσο, αυτό που συνδέει, τον κορμό.
Και ας τους βλέπαμε να συμπεριφέρονται ως τυραννίσκοι σε μια κοινωνία που είχε αναγάγει σε περγαμηνή επιτυχίας και ηθική επιταγή το «πρώτο τραπέζι πίστα». Τους δεχόμασταν όχι μόνον γιατί δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς, αλλά γιατί είχαμε δεχθεί ότι έτσι γίνονται τα πράγματα, αυτή είναι η Ελλάδα. Κι αν τολμούσες να σκεφθείς έστω πως ενδέχεται να υπάρχει και μιαν άλλη Ελλάδα που δεν είναι έτσι, αισθανόσουν κι εσύ ο ίδιος αφελής.
Οι αποκαλύψεις θα επιταχύνουν απλώς την κατάρρευση μιας πολιτικής τάξης που δεν συνειδητοποιεί πως ό,τι κι αν κάνει, και ό,τι κι αν πει στρέφεται εναντίον της; Ουδόλως ενδιαφέρει. Εκείνο που, αντιθέτως, ενδιαφέρει είναι ότι όλοι αυτοί που μέχρι προχθές μας ήσαν άγνωστοι, και εύχομαι να τους ξεχάσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται, ροκανίζουν τους ιστούς της δημοκρατίας και το ηθικό ενός ολόκληρου πληθυσμού, που όσα ελαττώματα και αν έχει, αξίζει κάτι καλύτερο από το σκυλάδικο που έφτιαξε για τον εαυτό του.