Λένε διάφορα οι επίσημοι εκπρόσωποι των Ταλιμπάν, ότι π.χ. θα σεβαστούν τα στοιχειώδη δικαιώματα των γυναικών. Ο όρος «στοιχειώδη» σημαίνει ότι το καλύτερο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι να μην τις εκτελούν στα γήπεδα σαν βοοειδή, με μια σφαίρα στο κεφάλι, κάτι που είδαμε σε βίντεο από την Καμπούλ το 2000.
Ουδείς γνωρίζει πόσο είναι το έλεος του δικού τους Αλλάχ, αλλά απ’ όσα μάθαμε πριν από την επέμβαση της διεθνούς κοινότητας το 2001, αυτό είναι μηδαμινό. Δημόσιες εκτελέσεις και ακρωτηριασμοί σε πλατείες, μαστιγώματα γυναικών και μειονοτικών, καταστροφή παγκόσμιων πολιτιστικών θησαυρών, συν την μπούργκα ως διαρκή υπόμνηση της καταπίεσης των γυναικών. Η ζωή στο Αφγανιστάν, πριν από το 2001, ήταν κόλαση στο όνομα ενός φανταστικού παραδείσου. Ετσι, εκ πρώτης όψεως μοιάζει ακατανόητο πώς οι ένοπλες δυνάμεις της κυβέρνησης δεν έριξαν ούτε μια τουφεκιά για να υπερασπιστούν αυτές τις κατακτήσεις. Αντιθέτως, είδαμε γενναίους άοπλους Αφγανούς, άνδρες και γυναίκες, να αψηφούν τον τρόμο και να βγαίνουν στους δρόμους για να διαδηλώσουν κατά της θεοκρατικής παραφροσύνης.
Η αντίφαση αυτή μάλλον έχει να κάνει με τον τρόπο δόμησης του αφγανικού κράτους και τη στελέχωση του στρατού. Πιθανότατα έγινε με τα γνωστά ανατολίτικα κριτήρια, τα οποία αδυνατούν να κατανοήσουν οι Δυτικοί: ο κουμπάρος γίνεται στρατηγός και ο φίλος λοχαγός. Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο βάρος των επιχειρήσεων το είχαν οι Δυτικοί, οι περισσότεροι από τους 350.000 άνδρες του στρατού είχαν την ευκαιρία να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι με αμερικανικά δολάρια. Μέχρι που χρειάστηκε να πολεμήσουν μόνοι τους…
Μπορεί έπειτα από χρόνια να διαβάσουμε κάτι αντίστοιχο με την «έκθεση Πόρτερ για την Ελλάδα» (Paul A. Porter, «Ζητείται ένα θαύμα για την Ελλάδα. Ημερολόγιο ενός προεδρικού απεσταλμένου, 20 Ιανουαρίου – 27 Φεβρουαρίου 1947», Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις). Ο Αμερικανός διπλωμάτης διαπίστωνε το 1947 για τη χώρα μας ότι «απλούστατα δεν είναι δυνατόν να βασιστεί κανείς ότι η δημόσια διοίκηση θα φέρει εις πέρας τις πιο απλές λειτουργίες μιας κυβέρνησης – την είσπραξη φόρων, την εφαρμογή οικονομικών κανόνων, την επισκευή των δρόμων…»
Η κυβέρνηση του 1947, σημείωνε ο απεσταλμένος του Αμερικανού προέδρου Χάρι Τρούμαν, «δεν είχε κατ’ ουσίαν άλλη πολιτική εκτός από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια, ώστε να διατηρήσει την εξουσία, απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος κατά τον πόλεμο και επικαλούμενη τον ίδιο της τον τεραστίων διαστάσεων αντικομμουνισμό ως επιχειρήματα για την παροχή ξένης βοήθειας σε τεράστιες ποσότητες. Στόχος της… είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μιας μικρής κλίκας από τραπεζίτες και εμπόρους, που αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».