Υπάρχουν φράσεις κοινότοπες και επαναλαμβανόμενες καμιά φορά από αμηχανία ή για να καλύψουν το κενό μιας συζήτησης που «αγκομαχάει». Η ίδια φράση εάν διατυπωθεί μέσα σε διαφορετική συγκυρία αποκτά αίφνης μια αποστομωτική στη σαφήνειά της κυριολεξία. Εάν, για παράδειγμα, ένας Ουκρανός μαθητής δηλώσει ότι «η ζωή είναι δύσκολη», δεν έχει κανείς να προσθέσει ή να σχολιάσει οτιδήποτε. Εάν ένας 12χρονος έφηβος που πάει σχολείο στο βόρειο Μπέλφαστ διαπιστώσει την ώρα του μαθήματος ότι «η βία φέρνει περισσότερη βία», η αλήθεια που εκστομίζει είναι αδιαμφισβήτητη. Το ίδιο ισχύει κι αν ο δάσκαλος στην τάξη, δείχνοντας σκηνές από το αιματηρό –καθόλου μακρινό– παρελθόν των συγκρούσεων, μεταξύ Προτεσταντών και Καθολικών, «εκμαιεύσει» από το παιδί τη διαμαρτυρία/σύνθημα «μην πολεμάτε, θέλουμε ειρήνη». Στην οθόνη-πίνακα προβάλλεται ένα βίντεο με καταγεγραμμένη εκρηκτική σύγκρουση, στον δρόμο έξω από το σχολείο τους, το 2001. Για τους μαθητές του 2020 είναι οικείο γιατί έχουν ακούσει γι’ αυτήν από τους γονείς τους, που ήταν παρόντες, έχει εγγραφεί στη μνήμη τους ο δικός τους τρόμος.
Είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσεις το ντοκιμαντέρ «Νεαρός Πλάτων» (Young Plato) των Νεάσα Νι Χίαναν, Ντέκλαν ΜακΓκραθ, συμπαραγωγή του 2021, από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιρλανδία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, που προβάλλεται στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (ολοκληρώνεται σήμερα), και να μην σκεφτείς την Ουκρανία. Το κατά τη διάρκεια του πολέμου και το μετά τον πόλεμο, τις επιπτώσεις που έχει στην ψυχολογία των παιδιών.
Το Μπέλφαστ, εκ πρώτης όψεως, δεν έχει ομοιότητες με τη Μαριούπολη ή το Κίεβο. Εκτός αν κοιτάξεις τα πρόσωπα των μαθητών.
Σύμφωνα με στοιχεία της UNICEF, τα τελευταία οκτώ χρόνια από την έναρξη των εχθροπραξιών στην ανατολική Ουκρανία, οι επιθέσεις σε παιδικούς σταθμούς και σχολεία είναι σχεδόν καθημερινότητα: περισσότερα από 750 σχολεία έχουν υποστεί ζημιές. Η ρωσική εισβολή τις τελευταίες εβδομάδες έχει ήδη απομακρύνει από τις σχολικές δομές 350.000 παιδιά, ενώ εκατομμύρια μαθητές αναμένεται να επηρεαστούν από τον πόλεμο και να στερηθούν την εκπαίδευση. Πρόσφυγες πλέον από τη μια μέρα στην άλλη, ακολουθούν τους γονείς τους σε άλλες χώρες, πεζοπορώντας προς το άγνωστο. Παιδιά ξεριζωμένα όχι μόνο από τη χώρα τους αλλά και από τις βομβαρδισμένες τάξεις τους, από τη στοιχειώδη συνέχεια ενός σχολικού έτους. Πόσο εύκολη και χωρίς απώλειες είναι η ένταξή τους, στο μέσον της χρονιάς, στο εκπαιδευτικό σύστημα μιας άλλης, όποιας, ευρωπαϊκής χώρας. Και να ήταν μόνο αυτό – αν και από μόνο του αποτελεί δομικό στοιχείο για την ανάπτυξη ενός ανθρώπου.
Ο «Νεαρός Πλάτων», από την άλλη, μπορεί να καταγράφει την πραγματικότητα στο βόρειο Μπέλφαστ σήμερα, στην περιοχή Αρντόιν, στο Δημοτικό Αρρένων Τιμίου Σταυρού, μέσα από την προσπάθεια ενός διευθυντή που διδάσκει στα παιδιά Φιλοσοφία (Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Σενέκα, έως Σαρτρ και Πόπερ) και μιας ομάδας αφοσιωμένων εκπαιδευτικών, όμως ο θεατής δεν παρακολουθεί μόνο το όραμα και την υψηλού βαθμού ενσυναίσθηση ενός δασκάλου. Βλέπει και τις συνέπειες μιας εμφύλιας παράνοιας που κράτησε δεκαετίες, ανατινάζοντας ζωές κυριολεκτικά και μεταφορικά. Φτώχεια, ναρκωτικά (το σχολείο έχασε 20 πρώην μαθητές του), μια εργατική τάξη εξαιρετικά ευάλωτη και την ίδια στιγμή παιδιά με ανεπτυγμένη ευφυΐα και ευαισθησία παρά τις μελαγχολίες και τη βίαιη, μερικές φορές, συμπεριφορά τους. Το σχολείο τα βοηθάει να υπερβούν τα όρια και τους περιορισμούς της κοινότητάς τους και να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη συνθήκη μέσα στην οποία μεγάλωσαν.
Η φιλοσοφία, ως τρόπος σκέψης, τα ενθαρρύνει να αμφισβητήσουν μύθους και κυρίαρχα αφηγήματα. Αντιλαμβάνονται ότι το «άγχος», το οποίο προσδιορίζουν ως φόβο, απελπισία, πίεση για το μέλλον, είναι φυσιολογικό. Σε έναν τοίχο, η αφίσα με την προτομή του Σωκράτη συνοδεύεται από τη φράση του: «Δεν μπορώ να διδάξω κανέναν τίποτα. Μπορώ μόνο να τους κάνω να σκεφτούν». Το Μπέλφαστ, εκ πρώτης όψεως, δεν έχει ομοιότητες με τη Μαριούπολη ή το Κίεβο. Εκτός αν κοιτάξεις τα πρόσωπα των μαθητών. Τότε, όλα αλλάζουν.