Αδειες παλάμες

1' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από το παράθυρο του δωματίου του βλέπει ένα κομμάτι θάλασσας – εμπορικού λιμανιού, για την ακρίβεια. Του φαίνεται παράξενη αυτή η θέα. Στη μικρή πόλη του, που βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας του, η μοναδική επαφή του με το υδάτινο στοιχείο ήταν το ποτάμι που τη διαπερνά. Νερό το ένα, νερό και τ’ άλλο, αλλά πώς να τα συγκρίνεις; Είναι διαφορετικοί κόσμοι.

Από παιδί, ελάχιστες φορές χρειάστηκε να ταξιδέψει. Η οικογένειά του ήταν φτωχή· άνθρωποι της βιοπάλης οι γονείς του, όπως και ο ίδιος. Αγρότης. Μεροδούλι μεροφάι στα χωράφια. Πού να βρει χρήματα και χρόνο για ταξίδια; Ποτέ δεν διήνυσε απόσταση μεγαλύτερη από μερικές δεκάδες χιλιόμετρα. Ποτέ μέχρι τώρα.

Εξω έχει αρχίσει να βρέχει. Η θάλασσα είναι μπλαβιά. Θα ήθελε έναν καφέ αλλά το πρωινό σερβιρίστηκε ήδη από νωρίς και το δεκατιανό που υπάρχει στο πρόγραμμα αργεί. Πώς να ζητήσει καφέ, άλλωστε; Τα γεύματα τα φέρνει εταιρεία τροφοδοσίας. Ντρέπεται να ζητήσει ειδική μεταχείριση. Και το κτίριο είναι στην ερημιά, απομονωμένο. Πού να πάει; Ας τον ξεχάσει τον καφέ, δεν πειράζει, όλα μια ιδέα είναι.

Διπλώνει τα σεντόνια και το πάπλωμά του και τακτοποιεί τα ρούχα του –δυο-τρεις αλλαξιές όλα κι όλα– στην άκρη της κουκέτας του. Κοιτάει το κινητό του. Κοντεύουν δυο μέρες που δεν έχει λάβει μήνυμα από τα παιδιά. Νιώθει ένα βάρος στο στήθος. Δάκρυα ανεβαίνουν στα μάτια του. Προσπαθεί να μείνει ψύχραιμος. Τι ψυχοφθόρα συνήθεια αυτή, να βάζει πάντα το χειρότερο στο μυαλό του; Τίποτ’ άλλο δεν τον νοιάζει, μόνο να είναι καλά τα παιδιά. Και να σμίξουν ξανά.

Σέρνει μια καρέκλα μπροστά στο παράθυρο και κάθεται – σαν οθόνη τηλεόρασης είναι το φθαρμένο κούφωμα με τα θαμπά τζάμια, αλλά έτσι κι αλλιώς εκείνος δεν βλέπει. Εχει κλείσει τα μάτια. Σκέφτεται τους σπόρους του καλαμποκιού που θα φύτευε σε λίγες εβδομάδες και τα νεαρά φυτά που θα θέριευαν μέχρι το καλοκαίρι. Είναι σαν να τους κρατάει στα χέρια του, νιώθει τη ζεστασιά τους. Ανοίγει τα μάτια και κοιτάει τις παλάμες του. Είναι άδειες.

Είναι ένας ηλικιωμένος Ουκρανός, πρόσφυγας στη χώρα μας. Φιλοξενείται σε δομή στην Αττική. Δεν έχει σημασία εάν το όνομά του είναι Ολέξι, Ντμίτρο ή Ιγκόρ. Σημασία έχει ότι θα μπορούσε να είναι ο πατέρας, ο παππούς, ο αδελφός μας – κι ότι ο κόσμος του κατέρρευσε. Συνειδητοποιούμε πόσο εύθραυστος και πόσο μη δεδομένος είναι ο δικός μας κόσμος;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή