Για ποιον χτυπούσε η καμπάνα

Για ποιον χτυπούσε η καμπάνα

1' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Βρέθηκα πρόσφατα, για λόγους αναψυχής, στο Μεγάλο και στο Μικρό Πάπιγκο, κοντά στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, το Πωγώνι. Είχα χρόνια να επισκεφθώ τα δύο χωριά και όσο η Ν. αφηνόταν για πρώτη φορά στη γοητεία τους, επιβεβαίωνα ότι ήταν όσο όμορφα τα θυμόμουν. Ειδικά το Μικρό Πάπιγκο, με τη σκιερή πλατεία του, με τον ναό των Ταξιαρχών σε όλη την πέτρινη δόξα του, ήταν μια όαση δροσιάς και ανάπαυλας, εν μέσω του αυγουστιάτικου μεσημεριού.

Σύντομα, την εικόνα θα συμπλήρωνε μια παρέα επισκεπτών, εγχώριας προέλευσης, που μεταξύ γέλιων άρχισαν να ακροβολίζονται γύρω από τα πλατάνια αναζητώντας με τα κινητά τους την πιο «ινσταγκραμική» οπτική γωνία. Και όλα αυτά θα ήταν μάλλον αδιάφορα, αν ένας από την παρέα, ζωηρός και αεικίνητος μέχρι τότε, δεν μαγνητιζόταν ξαφνικά από κάτι πολύ συγκεκριμένο.

Ηταν το μικρό, χαμηλό καμπαναριό του ναού των Ταξιαρχών. Ο άνδρας το πλησίασε, ζύγισε με το μάτι την παλιά καμπάνα, έπιασε το σχοινί και άρχισε να τη χτυπάει. Οχι με μανία, αλλά ούτε και με προσοχή· όχι για πολλή ώρα, αλλά ούτε και για λίγο· για την ακρίβεια, τη χτύπησε τόσο, που χρειάστηκε να επέμβει η παρέα: «Φτάνει», του είπαν, «θα νομίσουν οι άνθρωποι ότι πέθανε κανείς».

Η Ν. με κοίταξε απογοητευμένη και έτοιμη να προλάβει τυχόν παρέμβασή μου. Η οποία, πράγματι, θα ήταν παράλογη: ούτε επίτροπος του ναού ήμουν, ούτε έκανε τίποτε τρομερό ο άνδρας.

Γιατί χτυπούσε όμως την καμπάνα; Ισως το είχε κάνει μικρός και ήθελε να ξαναζωντανέψει εκείνη τη μαγεία. Ισως δεν το είχε κάνει ποτέ του – η ζωή στην πόλη δεν επιτρέπει τέτοιες μικρές αψηφισιές. Σε κάθε περίπτωση, ο άνθρωπός μας ήρθε στο Μικρό Πάπιγκο και αποφάσισε να αξιοποιήσει ένα κομμάτι του με τρόπο άσχετο με τον αρχικό προορισμό του.

Ισως επίσης ο άνδρας αυτός, η παρέα του, εγώ και η Ν., εμείς όλοι, να επισκεφθήκαμε το Πάπιγκο, έναν οποιοδήποτε τόπο που χρειάστηκε αιώνες για να γίνει ό,τι είναι σήμερα και φεύγοντας να αποφασίσαμε ότι τελικά ο τόπος αυτός είναι ή δεν είναι όσο όμορφος θέλαμε ή θυμόμασταν· μας ικανοποίησε ή μας άφησε απογοητευμένους.

Είναι και αυτό ένας τρόπος ζωής: να προσεγγίζεις ένα μέρος σαν εμπόρευμα προς δοκιμή. Και είναι ένας τρόπος που μάλλον δεν μπορεί να ρυθμίζεται με κανένα μέτρο, καμία πολιτική για τον υπερτουρισμό και τα δεινά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή