Η επόμενη μέρα στον Κολωνό

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Και μετά τι; Oταν κλείσει και η υπόθεση «της 12χρονης στον Κολωνό» θα επιστρέψουν όλοι και όλα στην κανονικότητά τους – αν υποθέσουμε ότι κάτι διαταράχθηκε εκτός από την έξαρση της νόσου της ηδονοβλεπτικής ενημέρωσης, που προσβάλλει τα ΜΜΕ; Η κοινωνική συνοχή θα έχει περαιτέρω τραυματιστεί, οι γονείς θα ανησυχούν περισσότερο για τα παιδιά τους, τα σχολεία θα οξύνουν τα ανακλαστικά τους, η πολιτεία θα βελτιώσει τις άμυνές της απέναντι στην παιδική κακοποίηση; Οι ζυμώσεις θα έχουν βοηθήσει να ανιχνεύσουμε το πρόβλημα ή να απομακρυνθούμε με δαιμονοποιήσεις και ανάθεμα;

Μετά την πανδημία –σύμφωνα με στοιχεία– αυξήθηκε η ενδοοικογενειακή βία, στις πολλές μορφές της, η εγκληματικότητα μετατοπίστηκε από τη δημόσια σφαίρα στην ιδιωτική, όπως παρατηρούν οι ειδικοί. Από την άλλη, η αίσθηση της διόγκωσης των περιστατικών οφείλεται και στο γεγονός ότι το ελληνικό #ΜeΤoo ενίσχυσε την τάση δημοσιοποίησης των συμβάντων. Ο ανοικτός δημόσιος διάλογος βοήθησε τα θύματα να καταγγείλουν παρόμοιες αξιόποινες πράξεις.

Ομως, φαίνεται ότι υπάρχει κάτι πιο ανησυχητικό από τη μετάλλαξη της βίας, και αυτό είναι η όλο και μεγαλύτερη, σε ευρύτερο μέρος του πληθυσμού, άρση των κοινωνικών αναστολών και των ηθικών φραγμών. Οι πιο ευάλωτοι είναι οι ανήλικοι, οι οποίοι απειλούνται είτε από μέλη των οικογενειών ή του συγγενικού περιβάλλοντος ή φίλων και γνωστών. Απροστάτευτοι. Και δεν είναι ο «κλοιός της ακραίας φτώχειας και ανασφάλειας», ο «κοινωνικός βάλτος» και τα ερπετά που παράγει, το περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργούνται οι δυστοπίες, όπως γλαφυρά αναλύει σε άρθρο του (στην «Εφ.Συν.») ο Αλέξης Τσίπρας. Το θέμα μόνο για πολιτική εκμετάλλευση δεν προσφέρεται, για αναφορές σε συνθήκες Καρόλου Ντίκενς, για εύκολες δραματοποιήσεις χαμηλών πτήσεων, που σκοπεύουν να συνεγείρουν αλλά, κυρίως, δηλητηριάζουν. Παλιές λέξεις, παλιές σκέψεις, τίποτα που να αγγίζει την πολυπλοκότητα των προβλημάτων, μόνο «βάλτοι», «μικροί πρίγκιπες/μικρές πριγκίπισσες», κλέφτες «που φορούν κοστούμια», τα «δικά τους παιδιά» που «έχουν κάθε δυνατότητα πρόσβασης στο Δημόσιο και στα ταμεία του», ενώ «τα άλλα, τα παιδιά ενός κατώτερου θεού, ιδιαίτερα όσα ανήκουν στα πιο φτωχά στρώματα, αφήνονται ουσιαστικά στην τύχη τους». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτό μπόρεσε να συνεισφέρει στον διάλογο ενός τόσο κρίσιμου ζητήματος; Δεν είναι μόνο αποπροσανατολιστικό, είναι και λίγο. Παρωχημένα πομπώδες. Εντέλει, φθηνό στη συνθηματολογία του.

Το πιο ανησυχητικό είναι η όλο και μεγαλύτερη, σε ευρύτερο μέρος του πληθυσμού, άρση των κοινωνικών αναστολών και των ηθικών φραγμών.

Αν η εγκληματικότητα είναι παλμογράφος των κοινωνικών και αξιακών κρίσεων, εκεί που πρέπει κανείς να στραφεί είναι στις ρωγμές που έχουν ανοίξει. Και σε ό,τι εκλύεται από αυτές: ανοχή, υποκρισία, φοβίες, διαστροφές, κακοποιητικές συμπεριφορές, αποθηρίωση. Πώς θεραπεύεται το τραυματισμένο σώμα, κυριολεκτικά και μεταφορικά; Ποιος αναλαμβάνει το βάρος της επούλωσης, αλλά και της μεγαλύτερης προστασίας; Η αυστηροποίηση των ποινών δεν προσφέρει λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα, όπως είπε ο καθηγητής Εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης (σε συνέντευξή του στην ΕΤ1). Αρκεί, βέβαια, να εκτίονται οι επιβληθείσες ποινές. Θύμισε μάλιστα ότι τις εποχές που στήνονταν στους δημόσιους χώρους ικριώματα για τους κλέφτες, ανάμεσα στο πλήθος που παρακολουθούσε κυκλοφορούσαν πορτοφολάδες, τους οποίους καθόλου δεν αποθάρρυνε το θέαμα της γκιλοτίνας.

Στον 21ο αιώνα της κυριαρχίας του Διαδικτύου, ο διάλογος γύρω από τα δυσερμήνευτα της ανθρώπινης ύπαρξης γίνεται, με λίγες εξαιρέσεις, με όρους σφαγείου. Ομως δεν θα υπήρχε σκοτεινό Διαδίκτυο χωρίς σκοτεινούς ψυχισμούς. Πώς οχυρώνεται κανείς απέναντι στην ψηφιακή άβυσσο της βίας; Από το «υλικό» του Διαδικτύου, τους διακινητές, τους θύτες, τους εγκληματίες, εν ενεργεία ή υποψηφίους;

Η επόμενη μέρα της υπόθεσης στον Κολωνό θα όφειλε να ανοίξει για την ελληνική κοινωνία μια συντονισμένη προσπάθεια μετατόπισης του εκπαιδευτικού προσανατολισμού της. Τουλάχιστον, να υπάρξει το σπέρμα και η διάθεση· από την πολιτεία, τους δήμους, τα σχολεία, την οικογένεια. Και βέβαια, να επανεξετάσουν τα ΜΜΕ τον τρόπο που καλύπτουν παρόμοια γεγονότα. Επιδιώκουν να φωτίσουν το «άγνωστο» ή πολλαπλασιάζουν την οργή και την αποστροφή, τον φανατισμό και την ακρισία; Προς το παρόν, η απάντηση είναι, δυστυχώς, πολύ εύκολη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή