Στο ίδιο έργο θεατές

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ελάχιστος χρόνος χρειάστηκε για να εκφυλιστεί το σοκ των Τεμπών σε ένα θλιβερό θέαμα που επαναλαμβάνεται σχεδόν μηχανικά εδώ και δεκαετίες. Οι κοινωνιολόγοι που μελετούν τη «συγκρουσιακή πολιτική» περιγράφουν τις πρακτικές της ως «ρεπερτόρια». Χωρίς να είναι πρωτότυπη, η εγχώρια εκδοχή της μας βοηθά να κατανοήσουμε κάτι διόλου αυτονόητο: γιατί συλλογικά συναισθήματα, όπως το σοκ, το πένθος ή η διαμαρτυρία, καταλήγουν να αποκτούν αυτή τη συγκεκριμένη δημόσια έκφραση.

Το ρεπερτόριο παραπέμπει στην έννοια της παράστασης. Κεντρικό της συστατικό είναι η «πορεία», που αποτελεί και τον σκηνοθετικό της καμβά. Το να «ανέβει» μια παράσταση δεν είναι ποτέ τυχαίο ή αυθόρμητο. Απαιτεί συντονισμό, πόρους και βέβαια στοχοθέτηση, δηλαδή παραγωγούς. Αυτοί είναι τα πολιτικά κόμματα της Αριστεράς, με μπροστάρη συνήθως τον πατριάρχη του είδους, το ΚΚΕ, ενώ ακολουθεί η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, που είναι εκτός Κοινοβουλίου ακριβώς γιατί η παρουσία της στους δρόμους έχει ελάχιστη αντιστοιχία με την πραγματική της απήχηση. Συμμετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μόνο όταν βρίσκεται στην αντιπολίτευση – το 2008 είχε μάλιστα κομβικό ρόλο. Ακολουθούν τα συνδικάτα (δηλαδή το Δημόσιο) που, παρά τη μειωμένη κοινωνική τους επιρροή, διατηρούν ακόμη μηχανισμούς κινητοποίησης. Δίπλα σε αυτούς, παρασιτικά αλλά αποδεκτά, εμφανίζονται οι «αντιεξουσιαστές» με ειδίκευση στα οπτικά εφέ που εξασφαλίζουν τη θεαματικότητα της παράστασης. Πάντα και παντού, άλλωστε, το κοινό επιθυμεί εντυπωσιακά πυροτεχνήματα. Κινητοποιούνται τα στελέχη, ετοιμάζονται τα πανό, εγκαθίστανται τα μεγάφωνα, με λίγα λόγια στήνεται το σκηνικό. Εννοείται πως ο στόχος είναι άμεσα και στενά πολιτικός μολονότι διαφέρει ανάλογα με την οργάνωση. Βασικό στοιχείο είναι και η σύγκριση και αναμέτρηση ανάμεσα στις οργανώσεις αυτές.

Το σκηνικό έχει πλέον στηθεί και απομένει να καλυφθούν οι βασικοί ρόλοι που, όπως και σε κάθε εμπορικό θέαμα, διαχωρίζονται σε καλούς και κακούς. Οι κακοί είναι τα ΜΑΤ, οι «μπάτσοι» και η κυβέρνηση (ιδίως αν είναι δεξιά). Απέναντί τους οι καλοί, δηλαδή ο «λαός», ρόλο που υποδύονται με μπρίο, λόγω της μεγάλης τους εμπειρίας, οι διάφορες πολιτικές οργανώσεις. Καθώς είναι πια λιγοστοί, οι καθημερινές τους παραστάσεις περνούν απαρατήρητες. Οταν όμως οι συνθήκες είναι έκτακτες, η παράσταση γνωρίζει μεγάλες δόξες. Αφενός αυξάνεται ο προϋπολογισμός των οπτικών εφέ, αφετέρου εμπλουτίζεται η παράσταση με πλήθος κομπάρσων. Κάποιοι προσέρχονται λόγω εξαρτημένων αντανακλαστικών: συμμετείχαν σε πορείες ως μαθητές και φοιτητές και, παρότι έχουν εγκαταλείψει το σπορ, νοσταλγούν τα νιάτα τους. Αλλους, πιο καλοπροαίρετους και κυρίως νεότερους, τους συνεπαίρνει η ένταση της παράστασης, ερεθίζει τον ναρκισσισμό τους. Αισθάνονται πως εκφράζονται μέσα από τη συλλογική διαμαρτυρία, πως ζουν κάτι το ιδιαίτερο και το υπερβατικό, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά κομπάρσοι σε μια παράσταση. Τέλος, απαραίτητοι είναι οι κράχτες: δημοφιλείς διαμορφωτές γνώμης, «προοδευτικοί» δημοσιογράφοι, διασκεδαστές, καλλιτέχνες (συνήθως σε παρακμή) και δημόσιες περσόνες εν γένει που ανεβάζουν τους τόνους και την ένταση, εκπέμπουν από απλή εχθροπάθεια ώς ακατέργαστο μίσος, φτιάχνουν ατμόσφαιρα και εξάπτουν τα πάθη.

Οταν έχεις πειστεί πως «ζεις από θαύμα» ή πως «αυτή είναι η Ελλάδα», τότε απλώς τροφοδοτείς μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Τι όμως αφήνουν πίσω τους αυτές οι πρακτικές; Σπάνια παράγουν άμεσο πολιτικό αποτύπωμα όπως το 2015. Μπορεί να διανοηθεί κανείς την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δίχως τους «Αγανακτισμένους»; Ουσιαστικά, λειτουργούν ως μηχανισμοί αναπαραγωγής τους. Καθώς ποτέ δεν εκλείπουν οι αφορμές, η συντεχνία των παραγωγών παραμένει εν ζωή. Το σημαντικότερο ίσως κληροδότημά τους είναι η συστηματική καλλιέργεια μιας γενικευμένης αίσθησης ματαιότητας: η ενέργεια των πιο καλοπροαίρετων σπαταλιέται αδιέξοδα ή αντιπαραγωγικά και το κοινωνικό κόστος είναι μεγάλο, όπως άλλωστε απέδειξε περίτρανα η εμπειρία της κρίσης του μνημονίου. Ταυτόχρονα, η κοινωνία μπολιάζεται με μεγάλες δόσεις μιζεραμπιλισμού και κυνισμού. Οταν έχεις πειστεί πως «ζεις από θαύμα» ή πως «αυτή είναι η Ελλάδα», τότε απλώς τροφοδοτείς μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι παραστάσεις είναι μέρος του προβλήματος, όχι της λύσης.

Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή