Το κυκλαδίτικο τόμαχοκ

2' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα καλά νέα είναι ότι ο τουρισμός στην Ελλάδα παράγει πλούτο για τους ιδιώτες που δραστηριοποιούνται στους διάφορους τομείς του, προσφέρει έσοδα στο κράτος και συνεισφέρει, εμμέσως και αμέσως, στην ανάπτυξη. Τα κακά νέα είναι ότι αν πάψει να κοιτάει κάποιος το δάκτυλο, δηλαδή τους αριθμούς και τα ρεκόρ αφίξεων και εισπράξεων, και δει το δάσος, θα διαπιστώσει ότι η εικόνα είναι προβληματική.

Ξεκινώντας από την ανεπάρκεια των υποδομών που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση του πλήθους των τουριστών, συνεχίζοντας με την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος εξαιτίας της άναρχης δόμησης και της κατάληψης των παραλιών και φτάνοντας –ειδικά φέτος– στην ακρίβεια, που καθιστά απαγορευτικές για τον μέσο Ελληνα τις διακοπές στους δημοφιλέστερους προορισμούς.

Η βιωσιμότητα του τουρισμού είναι ζητούμενο, αν θέλουμε να διαφυλάξουμε το καλό όνομα που εξακολουθεί να υπάρχει, παρά τα πολλά στραβά κι ανάποδα για τη χώρα. Απαιτεί όμως συνολικότερο προγραμματισμό, αλλαγές στον σχεδιασμό του προϊόντος και αρκετό χρόνο, καθώς δεν γίνεται να επιτευχθεί από τη μια μέρα στην άλλη.

Αντιθέτως, πολύ λιγότερο χρόνο και πολύ πιο εύκολα μπορεί να αντιμετωπιστεί μια άλλη πτυχή, ιδιαίτερα προβληματική, που έχει να κάνει με την απώλεια της ταυτότητας των προορισμών.

Η αυθεντικότητα, που κάνει γοητευτικό ή μοναδικό κάποιο μέρος, δεν έχει να κάνει μόνο με το φυσικό κάλλος του, αλλά και με τις γεύσεις του. Εκτός από τις αμμουδιές, το γαλάζιο της θάλασσας και τα ιδιαίτερα τοπία, οι περισσότεροι συνδέουν τα νησιά και με τα εδέσματά τους. Τα οποία είχαν συνηθίσει να γεύονται σε απλές ταβέρνες ή μαγειρεία, οικογενειακές επιχειρήσεις, που ξεκίνησαν πριν από πολλά χρόνια από τους γεροντότερους και πέρασαν σιγά σιγά στις νεότερες γενιές, μαζί με τις συνταγές που βασίζονταν στα τοπικά προϊόντα και σε σαλατικά από το μποστάνι.

Η επίσκεψη σ’ αυτές τις ταβέρνες ήταν μία ιδιαίτερη εμπειρία, όχι μόνο για τους Ελληνες, αλλά και για τους ξένους, που γίνονταν κοινωνοί των παραδοσιακών ελληνικών γεύσεων και δοκίμαζαν κάτι που γνώριζαν ότι δεν θα βρουν στη χώρα τους ή αλλού. Ειδικά στα φτωχά και άνυδρα τοπία των Κυκλάδων, όπου η παραδοσιακή κουζίνα τους αποτελεί την αποθέωση της λιτότητας, της απλότητας και του σεβασμού στις πρώτες ύλες του τόπου.

Δεν είναι υποχρεωτικά κακό να μπορεί να βρει ο τουρίστας σε κάποιο κυκλαδίτικο νησί και πιάτα, όπως τόμαχοκ μαριναρισμένο με εσπρέσο και χυμό λεμονιού, rib eye με πατάτα άχυρο και τόνο τατάκι με καραμέλα σόγιας. Αυτό που είναι κακό, είναι να εξαφανιστούν, όπως κινδυνεύει να συμβεί, τα μέρη που προσφέρουν εδέσματα της ντόπιας κουζίνας. Με δυο λόγια, να χαθούν η ταυτότητα και η ψυχή του τόπου και των ανθρώπων του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή