Ιώδιο, πεύκο και στάχτη

3' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η φωτιά που έσβησε

Πρώτα έφτασε η οσμή. Το μύρισαν όλοι –τέσσερις-πέντε οικογένειες, δυο ηλικιωμένα ζευγάρια– στην απόμερη παραλία. Κάτι καιγόταν. Αλλά πού; Μάλλον κοντά. Μάλλον «αυτοί οι Αλβανοί που δουλεύουν εδώ στο γιαπί άναψαν φωτιά». Ομως όχι. Ο καπνός ερχόταν από ψηλά, φερμένος από αλλού. Η φωτιά ήταν πάνω, στο βουνό – ανάμεσα στο Μετόχι και στον Λαύκο, έλεγαν, όσοι έπιασαν έντρομοι τα τηλέφωνα.

Το νέφος δημιουργεί έναν καυτό ίσκιο που κάνει τον καύσωνα του μεσημεριού πιο πνιγηρό. Επικρατεί ένας μικρός πανικός. Αλλόφρονες μπαμπάδες δίνουν λαχανιασμένες εντολές. «Μαζέψτε τα. Ασ’ τα τα φουσκωτά. Θα τα τρυπήσω εδώ, μα την Παναγία. Θα καούμε».

Το ένα μετά το άλλο τα αυτοκίνητα ανεβαίνουν τη στενή ανηφόρα. Η ακτή αδειάζει. Σχεδόν. Μια οικογένεια μένει. Και πού καλύτερα να πάνε; Δίπλα στο νερό είναι. Μέσα στην ανήσυχη σιγή, φλούδες στάχτης αρχίζουν να προσγειώνονται απαλά, σαν μικρές μαύρες πεταλούδες πάνω στα βότσαλα, στο νερό, στα σώματά τους. Στα ανοιχτά εμφανίζεται ένα ζεύγος Καναντέρ. Ακουμπούν τις κοιλιές τους στον Παγασητικό, στρίβουν αργά προς το βουνό, επιστρέφουν. Εκτελούν τρεις φορές ευλαβικά την ίδια χορογραφία. Ο αέρας σιγά σιγά ξεμυρίζει. Ο ουρανός καθαρίζει.

Οι φωτιές στις οθόνες

Η φωτιά έσβησε. Οι άλλες φωτιές όμως, που εμφανίζονται κάθε τόσο στις ειδοποιήσεις του τηλεφώνου τις επόμενες ημέρες αναρριπίζουν την ανησυχία. Υπενθυμίζουν ότι ο τόπος της γαλήνης μπορεί απότομα να γίνει τόπος της καταστροφής. Οπως στη Ρόδο. Οπως στην Κάρυστο. Τα πευκοδάση στις νότιες πλαγιές του Πηλίου, που ακουμπούν τη θάλασσα, δεν είναι πια το ήρεμο τοπίο που σε αγκαλιάζει. Μεταμορφώνονται σε μια εύφλεκτη, απειλητική μάζα, σημαδεμένη παντού από τον κίνδυνο: στα άρρωστα, ξερά δέντρα που αφέθηκαν άκοπα· στις πευκοβελόνες που σωρεύονται στην άκρη του δρόμου· στους κάδους που ξεχειλίζουν με πλαστικές σακούλες σκουπιδιών. Ακόμη και οι επιγραφές των κτηματομεσιτικών γραφείων, που ξεφυτρώνουν σε κάθε στροφή, αναγγέλλουν ότι αυτό το σπάνιο «τεμάχιο» φύσης υπάρχει ακόμη από τύχη. Καθώς την άπνοια διακόπτει μόνο ένας διάπυρος νοτιάς, ο τόπος μοιάζει να υπάρχει μόνο μέχρι να καταστραφεί.

Η φωτιά που δεν έσβησε

Το μονοπάτι που περνάει μέσα από το δάσος καταλήγει σε μια μικρή αμμουδιά που «βλέπει» τη Σκιάθο. Εδώ η ζέστη αντέχεται. Τα νερά αντανακλούν το πράσινο των λόφων. Εδώ είναι όμορφα. Μέχρι που φτάνει το μήνυμα. «Πού είστε; Είναι κοντά σας η φωτιά;». Να το. Δεν θα αργούσε να συμβεί κι εδώ. Ομως, η φωτιά δεν είναι στο Πήλιο. Είναι απέναντι. Καίγεται, λέει, το Βελεστίνο. Το Βελεστίνο; Ο κάμπος; Μα πώς είναι δυνατόν; Τι έχει εκεί να κάψει; Μόνο καλλιέργειες. Σπίτια. Εργοστάσια. Ναι. Δεν καίγονται μόνο τα δάση. Καίγονται πια και οι πόλεις. Οχι τα ευάερα προάστια που έχουν πεύκα μέσα στους μεγάλους κήπους. Η βιομηχανική περιοχή του Βόλου.

Ολο το βράδυ ο αέρας στο βουνό φέρνει την οσμή καμένου λάστιχου. Ο ουρανός ξημερώνει ωχρός. Ο κάμπος απέναντι δεν καίγεται πια. Στη θάλασσα όμως πλέουν νιφάδες τέφρας. Νωρίς το απόγευμα η κεραία στέλνει από σπόντα και στις απέναντι ακτές το μήνυμα του «112» για εκκένωση. Αναζωπύρωση. Και δυο ώρες μετά, ένας απόκοσμος κρότος. Ταράζεται το βουνό. Κι ένας δεύτερος, ακόμη πιο δυνατός. Οι εκρήξεις που γίνονται δεκάδες χιλιόμετρα μακριά –όχι «σαν», αλλά από βόμβες που σκάνε– αντηχούν στη λεκάνη του Παγασητικού.

Οι καύτρες της νύχτας

Το βράδυ, στον δρόμο της επιστροφής, έξω από το Βελεστίνο, δεν βλέπεις φλόγες. Η γη όμως καπνίζει θυμωμένη. Ζωντανές φλόγες μέσα στη νύχτα τρώνε ακόμη τον κάμπο στις Μικροθήβες. Περνάς την επικίνδυνη ζώνη και πιο κάτω, στο σκοτάδι της Εθνικής, η καύτρα του τσιγάρου που εκσφενδονίστηκε από το παράθυρο της μπροστινής νταλίκας στροβιλίζεται και σπιθίζει στη μέση της ασφάλτου.

Ο κόσμος του γλυκού καλοκαιριού, ο κόσμος που μυρίζει ιώδιο και πεύκο, θα έχει επιζήσει μέχρι το επόμενο καλοκαίρι;

Ο κόσμος έγινε σκοτεινός και καύσιμος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή