Η ερευνητική θέση είναι αμισθί

Η ερευνητική θέση είναι αμισθί

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Βγαίνουν διαρκώς αυτές οι λίστες με τις κατατάξεις των πανεπιστημίων. Σε λίστες και ιεραρχήσεις υπόκεινται και οι ακαδημαϊκοί. Μίλησες σε συνέδριο; Αναφέρθηκαν άλλοι στο έργο σου; Δημοσίευσες; Δεν έχει σημασία ακριβώς τι γράφεις, αρκεί να το γράφεις. Αλλωστε απευθύνεται κυρίως σε κάποιο τεχνολογικό πρόγραμμα που πρέπει να τροφοδοτηθεί με πληροφορίες, σε κάποιο υπερκείμενο σύστημα που απαιτεί μια ροή δημοσιεύσεων, για να εξασφαλίζει μια ροή χρηματοδοτήσεων και προσοχής ή σε κάποιο αναγνωστικό κοινό που χωράει σε μια αίθουσα.

Ακούγεται αγχωτικό όλο αυτό. Πώς τα καταφέρνουν; Η αλήθεια είναι πως δεν τα πολυκαταφέρνουν. Οι ερευνητές στην Ελλάδα τα βγάζουν δύσκολα πέρα. Σχεδόν ψωμοζούν.

Ας σταθούμε λίγο στην απλήρωτη πνευματική εργασία. Υπάρχουν αξιοπρεπείς άνθρωποι που πάντα πληρώνουν τους συνεργάτες τους. Βάζουν την αμοιβή από την τσέπη τους, το πανεπιστήμιο δεν τους δικαιολογεί πολυτέλειες. Ετσι, υπάρχουν καθηγητές που θέλουν να χρησιμοποιήσουν την εργασία άλλων και την πληρώνουν. Αυτοί είναι η εξαίρεση.

Κατά τ’ άλλα ακούει κανείς φρίκες. Δωρεάν μεταφράσεις. Δωρεάν συγγραφή δημοσιεύσεων. Δωρεάν σκέψη γενικώς. Τζάμπα. 

Η γενική εντύπωση είναι πως αφού ήρθες εδώ, στο πανεπιστήμιο, και αποφάσισες να παρατείνεις την παρουσία σου και στο διδακτορικό, το μεταδιδακτορικό και την ερευνητική θέση, θα πληρώσεις. Κυριολεκτικά, με την απλήρωτη εργασία σου. Και ύστερα από κάποια ηλικία με την υγεία σου. Γιατί τα χρόνια απλήρωτης πνευματικής δουλειάς αφήνουν σημάδι. 

Η έρευνα δεν θεωρείται γενικώς δουλειά. Ειδικά στις ανθρωπιστικές. Είναι μία απασχόληση για πλούσιους. Ή, τέλος πάντων, για ανθρώπους που η οικογένειά τους προτίθεται να τους στηρίζει για πολλά χρόνια. Κατ’ αρχάς, να τους στηρίξει για να πάνε σε κάποιο από τα διάσημα πανεπιστήμια της λίστας. Προκειμένου να μετράει κανείς ακαδημαϊκά καλό είναι να έχει περάσει μια βόλτα από τα πρώτα των πρώτων. Μετά, καλό είναι να κάνει πέρασμα κι από άλλα ιδρύματα, σε άλλες χώρες. Κι εδώ οι εμπειρίες ποικίλλουν ανάλογα με τα χρήματα και την αίσθηση κινδύνου του καθενός. Κάποιοι δεν νιώθουν ανασφάλεια να βρίσκονται σ’ ένα μακρινό μέρος χωρίς πολλά χρήματα. Αλλοι δεν έχουν θέμα να τρώνε συνέχεια το ίδιο φαγητό.

Κάποιοι έχουν μεγάλες αντοχές στην έρευνα, γιατί ασχολούνται –και ορθώς– πραγματικά μόνο μ’ αυτήν. Συχνά οι τελευταίοι θα έχουν τη στήριξη συγγενών. Ή καλή χρηματοδότηση. Οι καλές χρηματοδοτήσεις στην Ελλάδα είναι πολύ λίγες. Τόσο λίγες που δεν αρμόζει κανένα παίνεμα για καμιά κατάταξη. 

Οι περισσότεροι ερευνητές που ξέρω δεν κάνουν έρευνα. Κάνουν άλλες δουλειές, κανονικές. Απ’ αυτές που πληρώνουν. Και μερικοί σταδιακά συμφιλιώνονται με την ιδέα πως η έρευνά τους είναι μία εκδοχή αυτομόρφωσης με θετικά ίσως αποτελέσματα για την κοινή μας γνώση, για την πρόσβαση της κοινωνίας στην πληροφορία, αλλά έως εκεί. Γράφουν κάτι, το ρίχνουν δωρεάν στο Διαδίκτυο κι όποιος έρευνά το ίδιο θέμα ίσως το χρειασθεί. Νομίζω πως αυτός είναι ένας πολύ καλός και στωικός τρόπος να το δει κανείς. 

Αυτοί, όμως, που θέλουν όντως να κάνουν ακαδημαϊκή καριέρα δεν μπορούν και δεν πρέπει να το βλέπουν έτσι. Συνέδρια, δημοσιεύσεις. Δικτύωση και γνωριμίες. Πρέπει να τα κάνουν όλα αυτά. Να πάνε από δω κι από κει, να λένε για το ερευνητικό τους έργο. Να διεκδικούν βραβεία, χρηματοδοτήσεις, συνεργασίες με τους κορυφαίους στον κλάδο τους, να τους καλούν να μιλάνε για το εξειδικευμένο θέμα τους. Καλή τύχη εάν η οικογένειά σου δεν έχει λεφτά, όπως έγραψε και το περιοδικό Εconomist σε σχετικό αφιέρωμά του στη φτώχεια των ακαδημαϊκών στη Βρετανία. Ας έχει τουλάχιστον ένα σπίτι για να μένεις. Ή κάποιο οικόπεδο για πούλημα. Να σε αντέχει έως τα σαράντα σου στο παιδικό σου δωμάτιο με την ψυχική σου υγεία ένα κουρέλι.

Οι περισσότεροι διδακτορικοί που ξέρω και θέλουν να κάνουν καριέρα στα πανεπιστήμια είναι συχνά άνεργοι ή κάνουν άσχετες δουλειές του ποδαριού. Δεν μπορούν να πιάσουν μια κανονική θέση, γιατί αυτό συνήθως θα είναι ασυμβίβαστο (νομικά και πρακτικά, από άποψη χρόνου, παραμονής στη χώρα) με κάποια ευκαιρία έρευνας που μπορεί ν’ ανοίξει. Ετσι, δουλεύουν από δω κι από κει. Κάνουν ιδιαίτερα, πουλάνε ρούχα, παπούτσια, την εργασία τους στο διαδίκτυο, συμμετέχουν σε προγράμματα που μετά τελειώνουν, σε θέσεις λίγων μηνών. 

Στην Ελλάδα και αλλού, η έρευνα γίνεται κάτι που κάνουν οι άνθρωποι με οικονομική άνεση. Προσωπικά, καθόλου δεν τους ζηλεύω. Και μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι δεν χρειάζεται μια κοινωνία να παράγει νέα γνώση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αν πούμε πως θέλουμε νέα γνώση, υπάρχει πρόβλημα με την υπερβολική αφετηριακή ομοιογένεια αυτών που την παράγουν; 

Μερικές φορές οι αμισθί θέσεις παρουσιάζονται ως διαφανείς, καθαρές. Στην πράξη, εμπεδώνουν τις διαφορές μεταξύ των ερευνητών. Οι δικτυωμένοι (λόγω φυσικών προσόντων, οικογένειας, τύχης) θα βρουν την αμισθί θέση. Οι άλλοι όχι, επειδή δεν θα έχει βγει προκήρυξη.

Χώρια που η δωρεάν πνευματική εργασία είναι αυτογκόλ. Αυτός που την κάνει (και έχω κάνει κι εγώ πολλή) νιώθει πως, μάλλον, υποχρεούται να το κάνει, για να τρυπώσει σ’ έναν χώρο. Και μάλλον έτσι είναι. Παράλληλα, τροφοδοτεί την ιδέα πως δεν χρειάζεται πραγματικά να πληρώνεσαι. Μία διαρκής έμπρακτη «συναίνεση» στις συνθήκες που σε τρώνε, μια λακκούβα. Εδώ να πω πως από κάποιο σημείο και μετά έχει κανείς και ευθύνη να μην κάνει απλήρωτη πνευματική δουλειά, αλλά είναι δύσκολο να κρίνεις ανθρώπους μπλεγμένους σε ένα δίχτυ ιεραρχιών, όπως συμβαίνει στην περίπτωση όσων θέλουν στο μέλλον να γίνουν βοηθοί, λέκτορες κ.λπ.

Οι κατατάξεις των πανεπιστημίων δεν λένε τίποτα για το πώς περνάνε αυτοί που εργάζονται σ’ αυτά. Δεν μιλούν για την ανοιχτότητα των ιδρυμάτων, για τους πόρους τους, για τις ευκαιρίες που δίνουν, για την αναλογία ανδρών και γυναικών στις καλές θέσεις. Δεν μιλούν για την κόλαση που ζουν άνθρωποι με δάνειο στα 29 τους, για τη ματαίωση του να μένουν με τους γονείς τους μετά τις λαμπρές σπουδές, για τη δυσκολία να κάνουν παιδί, επειδή έχουν χάλια ασφάλιση ή για το διαρκές άγχος να συνεχίζουν έναν αγώνα δημοσιεύσεων, παρουσιάσεων και δικτύωσης, ακόμη κι όταν δεν είναι πια στη νιότη τους. 

Πώς θα είναι ένα πανεπιστήμιο όπου όσοι θα διδάσκουν θα είναι προνομιούχοι από την κούνια; Πόσο θα πείθει η ευαισθησία τους για διάφορα πράγματα που εν μέρει θα είναι έκφραση της ενοχής τους; Τι προσλαμβάνουσες θα έχουν; Πώς θα είναι η ακαδημαϊκή συζήτηση ή η πολιτική εάν αφεθούν μόνο σ’ αυτούς που στην αφετηρία τους είχαν χρήματα ή κάποιο εξαιρετικό ταλέντο; Βαρετά θα είναι. Και κάπως φτωχικά. Κι αυτό το ξέρουν όσοι, για παράδειγμα, χρηματοδοτούν υποτροφίες. Υπάρχει κάτι μαγικό σε μια ομάδα σκέψης και έρευνας που συγκροτείται από ανθρώπους εντελώς διαφορετικής προέλευσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή