Η ζωή σε μια χώρα που γερνάει

Η ζωή σε μια χώρα που γερνάει

5' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ένα από τα σημαντικότερα, διαχρονικά προβλήματα στη χώρα μας είναι η έλλειψη αναλύσεων για το ποιοι είμαστε, πώς ζούμε, τι κάνουμε σωστά και τι κάνουμε λάθος. Δεν είναι ότι λείπουν τα στοιχεία καθαυτά -σε κάποιους τομείς δεν λείπουν-, αλλά κυρίως το ότι, όπως έχουμε ξαναπεί δεν υπάρχουν άνθρωποι, πόροι και μέσα για την ανάλυση αυτών των στοιχείων, την εξαγωγή συμπερασμάτων και την επικοινωνία αυτών των συμπερασμάτων ώστε να γίνουν κοινό κτήμα, μέρος του δημόσιου διαλόγου και ώστε να καταλαβαίνουμε, ως κοινωνία, τι είμαστε και τι μας συμβαίνει.

Θα σας πω ένα παράδειγμα.

Υπάρχει μια έρευνα που διεξάγεται από το 2004 σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, η “Έρευνα για την Υγεία, Γήρανση και την  Συνταξιοδότηση στην Ευρώπη”, πιο γνωστή ως SHARE. Σε αυτή την έρευνα, που διεξάγεται περίπου κάθε δύο χρόνια, συμμετέχουν ευρωπαίες και ευρωπαίοι ηλικίας άνω των 50 απαντώντας σε ερωτήσεις για τη ζωή τους, την οικονομική, οικογενειακή και ψυχολογική τους κατάσταση, τις εμπειρίες τους, αλλά συμμετέχουν ακόμα και σε άμεσες μετρήσεις της φυσικής τους κατάστασης, καθώς και σε τεστ μνήμης και γνωσιακών λειτουργιών. Το αποτέλεσμα είναι ένας πλούτος δεδομένων όχι μόνο για το πώς ζουν και τι σκέφτονται οι άνθρωποι της μέσης και της “τρίτης” ηλικίας, αλλά και πώς η εμπειρία της “γήρανσης” αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Είναι πολύτιμα στοιχεία αυτά, δεδομένου ότι η Ευρώπη είναι μια ήπειρος που γερνάει πάρα πολύ γρήγορα. Και είναι στοιχεία που έχουν χρησιμοποιηθεί για τη δημοσίευση 3827 επιστημονικών δημοσιεύσεων (συμπεριλαμβανομένων 79 βιβλίων και 2060 άρθρων) κυρίως σε επιστημονικά περιοδικά από τους χώρους της ιατρικής, ψυχολογίας, οικονομικών, κοινωνιολογίας και στατιστικής. Αλλά δεν τα ξέρει κανένας άλλος. Είναι σαν να υπάρχει ένα φράγμα ανάμεσα σε αυτούς τους επιστημονικούς κλάδους, που μιλάνε μεταξύ τους και όπου παρουσιάζονται αυτά τα δεδομένα από επιστήμονες, με αποκλειστικό κοινό άλλους επιστήμονες, και στον πραγματικό κόσμο. Μέχρι σήμερα έχουν διεξαχθεί εννέα “κύματα” αυτής της καταπληκτικής έρευνας. Σε κάποια από αυτά έχει συμμετάσχει και η δική μας χώρα. Και κανένας, πλην ελάχιστων ειδικών, δεν έχει πάρει χαμπάρι τα αποτελέσματα.

Εχτές στο kathimerini.gr δημοσιεύτηκε ένα μεγάλο special report γραμμένο από τέσσερις ερευνήτριες και ερευνητές (Αντιγόνη Λυμπεράκη, Πλάτων Τήνιος, Αλεξάνδρα Τραγάκη, και Θωμάς Γεωργιάδης), που παρουσιάζει και αναλύει μερικά από τα ελληνικά αποτελέσματα του SHARE, αλλά και πολλά από τα βασικά πράγματα που πρέπει να ξέρουμε για το πώς γερνάνε οι άνθρωποι σήμερα, και για το πώς θα μοιάζει η ζωή των ολοένα και περισσότερων ηλικιωμένων Ελλήνων και Ελληνίδων και στο κοντινό μέλλον.

Διαβάζοντας τα ευρήματα μαθαίνουμε, ας πούμε, ότι η Ελλάδα είναι μια από ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες λιγότεροι από τους μισούς πολίτες ηλικίας 50-64 εργάζονται, και η μόνη στην οποία το ποσοστό των ανθρώπων που εργάζονται ανάμεσα στο 2007 και το 2015 μειώθηκε. Μαθαίνουμε επίσης ότι, φτάνοντας στην ηλικία των 65 ετών, οι Έλληνες που έχουν εργαστεί έχουν εργαστεί κατά μέσο όρο 42 χρόνια -κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι Ελληνίδες 65χρονες που έχουν εργαστεί, έχουν εργαστεί κατά μέσο όρο 32 χρόνια -επίσης κοντά στις άλλες χώρες. Αν όμως υπολογίσουμε τις γυναίκες που δεν έχουν εργαστεί ποτέ, τότε ο μέσος όρος των ετών που έχουν εργαστεί οι Ελληνίδες μέχρι τα 65 τους, είναι 15. Ο λόγος είναι ότι το 55% των 65χρονων Ελληνίδων δεν έχουν εργαστεί καθόλου, ποτέ. Στη Σουηδία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 4%.

Ένα άλλο στοιχείο, σχετικό με το προηγούμενο: αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στις βόρειες χώρες, μεγάλο ποσοστό των Ελληνίδων εργαζόμενων ασχολούνται κάθε μέρα με τη φροντίδα των εγγονιών τους. Μάλιστα, το 14% των ελληνίδων ηλικίας 50-64 φροντίζουν ταυτόχρονα και τα εγγόνια και τους γονείς/πεθερικά/συζύγους τους. Από την άλλη πλευρά, το 63% των Ελλήνων ανδρών ηλικίας 50-64 δεν φροντίζουν απολύτως κανέναν.

Από τα στοιχεία μαθαίνουμε, επίσης, το εκπληκτικό εύρημα ότι οι Σουηδοί ηλικίας 50+ είναι περισσότερο χειροδύναμοι από τους Έλληνες συνομηλίκους τους. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η δύναμη που έχουν στα χέρια οι Έλληνες όλων των ηλικιών από τα 50 και πάνω (πλην των 90χρονων) αυξήθηκε μεταξύ 2007 και 2015 -ο μέσος 60χρονος Έλληνας του 2015 έχει πιο δυνατή χειρολαβή από τον μέσο 60χρονο του 2004. Αλλά όλοι οι Έλληνες, κάθε ηλικίας, είναι λιγότεροι δυνατοί από τους αντίστοιχης ηλικίας Σουηδούς.

Και υπάρχουν και πολλά άλλα ενδιαφέροντα ευρήματα, όπως το ότι, ενώ σε όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες η κατάσταση της υγείας των 50+, όπως την αντιλαμβάνονται οι ίδιοι, βελτιώνεται στην πάροδο του χρόνου, στην Ελλάδα χειροτερεύει. Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα στο θέμα της ψυχικής υγείας. Οι Έλληνες ηλικίας 50+ που δηλώνουν ότι τον τελευταίο χρόνο δεν πήγαν στο γιατρό για οικονομικούς λόγους είναι πενταπλάσιοι του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Άλλες σημαντικές διαφοροποιήσεις, τέλος, αφορούν την κοινωνική ζωή των ηλικιωμένων. Το 54% των πολιτών ηλικίας άνω των 65 από τις Βόρειες χώρες της Ευρώπης συμμετέχουν σε αθλητικά ή κοινωνικά σωματεία, ας πούμε, αλλά το ποσοστό στον αντίστοιχο πληθυσμό της Ελλάδας είναι μόνο 6%. Οι Έλληνες ηλικιωμένοι δεν συμμετέχουν σε κοινωνικές και εθελοντικές δράσεις, δεν είναι μέλη οργανισμών και σωματείων. Η μειωμένη εμπιστοσύνη και κοινωνική συμμετοχή παίζει ρόλο και σε κάτι άλλο, πολύ σημαντικό και αναμενόμενο: Οι Έλληνες 50+ εμφανίζονται πιο δυστυχισμένοι από τους περισσότερους άλλους λαούς. Και η ευτυχία φθίνει με την ηλικία. Οι γυναίκες, δε, είναι λιγότερο ευτυχισμένες από τους άνδρες, για αιτίες που γίνονται και από τα υπόλοιπα στοιχεία προφανείς.

Όλα αυτά είναι σημαντικά και ενδιαφέροντα ευρήματα τα οποία αφενός θα πρέπει να μας ανησυχούν και να μας ευαισθητοποιήσουν, αφετέρου να μπουν στη δημόσια συζήτηση, όποτε μιλάμε για θέματα εργασιακά, για το δημογραφικό, για την κοινωνική πολιτική, για τις συντάξεις ή για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Το θέμα του πώς γερνάει ο πληθυσμός και τι είδους ζωές ζουν και θα ζουν οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένοι συμπολίτες μας είναι ένα θέμα που θα γίνεται ολοένα και πιο σημαντικό, όχι μόνο επειδή αργά ή γρήγορα κι εμείς θα προσχωρήσουμε σε αυτές τις κατηγορίες, αλλά επειδή θα είμαστε ολοένα και περισσότεροι. Η διάμεσος ηλικία στην Ελλάδα είναι ήδη τα 47 χρόνια -μέχρι το 2050 θα έχει περάσει τα 50. Μέχρι το 2050, 1 στους 3 Έλληνες κι Ελληνίδες θα είναι άνω των 65, κι 1 στους 10 άνω των 80. Η κοινωνία μας στο πολύ κοντινό μέλλον θα είναι μια κοινωνία (πιθανότατα σε πρωτοφανή βαθμό υγιών και δραστήριων) ηλικιώμένων. Είναι ίσως η σημαντικότερη δομική κοινωνική αλλαγή που βλέπουμε να συντελείται γύρω μας, και είναι πολύ καλά προβλέψιμη και αρκετά καλά μελετημένη. Αξίζει να μελετήσουμε πιο προσεκτικά τα διαθέσιμα στοιχεία από κοινωνικές έρευνες όπως η SHARE, και να τα αρχίσουμε να τα κουβεντιάζουμε περισσότερο, συχνότερα και πιο ανοιχτά. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή